ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΑΥΤΑΡΚΕΙΑ

Τα διαβάσαμε και τα ξαναδιαβάσαμε σε κάθε εκδοχή: από σοβαρή μέχρι σοβαροφανή κι από επιστημονική μέχρι επιστημονικοφανή. Είδαμε να αναδημοσιεύονται ή να αναφέρονται ως πηγές από ακροδεξιά σάιτ έως αριστερά μπλογκ. Ο λόγος για άρθρα και μελέτες που δημοσιεύονται σχετικά με τη λεγόμενη δυνατότητα της Ελλάδας να «στηριχτεί στις δυνάμεις της» και να αξιοποιήσει την «παραγωγική της αυτάρκεια» σε είδη διατροφής (αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα). Με υπέρτιτλους περί «ελληνικής υπερδύναμης τροφίμων», παρουσιάζονται ένα κάρο στοιχεία, νούμερα και ποσοστά αντλημένα ως επί το πλείστον από έρευνες της ΠΑΣΕΓΕΣ (αυτής που έλεγε επίσημα ΝΑΙ στο δημοψήφισμα του Ιουνίου 2015). Πιθανότατα οι έρευνες να είναι σε ολόσωστα μαθηματικά και στατιστική. Στο κάτω κάτω οι επιστήμες δεν είναι ξεκομμένες από την οικονομική βάση στην οποία αναπτύσσονται.

Ιδιαίτερα από την εκλογική νίκη ΣΥΡΙΖΑ της 25ης του Γενάρη, τον κατοπινό εξευτελισμό ακόμη και του ίδιου του ρεφορμιστικού ‘προγράμματος της Θεσσαλονίκης’ (που σήμερα Λαφαζάνης και παρατρεχάμενοι σπεύδουν να υπερασπιστούν) και την υπογραφή του 3ου μνημονίου τα σχετικά άρθρα χρησιμοποιούνται διαρκώς από τους υποστηρικτές του «όπως όπως δραχμή», εν είδει πρόσθετης επιχειρηματολογίας για την έξοδο από το ευρώ.

Ωστόσο καθόλου τυχαία αποσιωπούνται ορισμένα βασικά ζητήματα.

Η φράση «η Ελλάδα παράγει», η οποία εκτοξεύεται σε κάθε τόνο, στερείται οποιασδήποτε ταξικής αναφοράς. Όπως γνωρίζουμε στο κομμάτι γης που λέγεται Ελλάδα -όπως άλλωστε και σε κάθε χώρα- υπάρχουν 2 Ελλάδες: μια του κεφαλαίου και μια της εργασίας. Εφόσον μιλάμε για προϊόντα που δεν χρήζουν επεξεργασίας (π.χ. φρούτα, λαχανικά), οι σχετικοί αρθρογράφοι κι αναδημοσιευτές θα πρέπει να μας απαντήσουν αν τσουβαλιάζουν τους παραγωγούς κάθε μεγέθους: θεωρούν το ίδιο τους μικροπαραγωγούς που δουλεύουν μόνοι τους λίγα στρέμματα γης με τους δουλέμπορους τσιφλικάδες των εκατοντάδων στρεμμάτων φράουλας; Εφόσον μιλάμε για τα υπόλοιπα προϊόντα θα πρέπει πάλι να μας εξηγήσουν αν όταν λένε «η Ελλάδα» εννοούν την ΕΛΑΪΣ, τη ΔΕΛΤΑ, τη ΜΙΜΙΚΟΣ. Αν εννοούν τους πραγματικούς παραγωγούς κι όχι τις εταιρείες, είναι σύμφωνοι πως πρέπει εδώ και τώρα να προτρέψουμε τους εργάτες σε κατάληψη όλων των μονάδων επεξεργασίας τροφίμων;

Ποιος κάνει κουμάντο στην παραγωγή; Ποιος στις εργοστασιακές μονάδες επεξεργασίας τροφίμων; Ποιος παράγει και σε ποιον πουλάει; Για τους διακινητές των σχετικών άρθρων, το ζήτημα της εξουσίας και της επανάστασης εμφανίζεται από δευτερεύον έως αδιάφορο ή άσχετο. Αν όμως μιλάμε για ένα πρόγραμμα διεξόδου προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας, το ζήτημα της εξουσίας είναι το μόνο που μπορεί να του δώσει νόημα. Άλλωστε η καταστροφή της αγροτικής παραγωγής ήταν ενταγμένη στις συμφωνίες ένταξης της καπιταλιστικής Ελλάδας στην Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ. Το γεγονός πως ο κρίκος που λέγεται Ελλάδα παρέδωσε την αγροτική παραγωγή για να κρατήσει ναυτιλία, τουρισμό κι υπηρεσίες δεν φάνηκε να προστάτευσε τις χώρες που κράτησαν την αγροτική παραγωγή, οι οποίες σήμερα καταρρέουν μαζί με όλη την σπασμένη αλυσίδα. Κοντολογίς, η πάλη για ενωμένες σοσιαλιστικές πολιτείες της Ευρώπης δεν είναι μπούλετ ενδοαριστερής κατανάλωσης. Χρειάζεται μια οικονομία που σχεδιάζεται και ελέγχεται από εργατικό κράτος. Και το εργατικό κράτος προκύπτει με επανάσταση. Διαφορετικά μιλάμε για εκκλήσεις προς τους καπιταλιστές, να δείξουν ένα τάχα πιο ανθρώπινο πρόσωπο εν μέσω μάλιστα της χειρότερης κρίσης τους. Η οποία δεν είναι κρίση υποπαραγωγής για να τονίζει κανείς την ικανότητα εθνικής αυτάρκειας, αλλά κρίση υπερπαραγωγής και εμπορευμάτων και κεφαλαίων.

Πόσο σοφό είναι για τη λεγόμενη ‘αντικαπιταλιστική αριστερά’ να προμοτάρει μια ‘εθνική παραγωγή’, τη στιγμή που είναι πασίγνωστη η ομηρία κάθε αγροτικής παραγωγής από τους πατενταρισμένους σπόρους; Ασυζητητί οι μεταλλαγμένοι ‘σπόροι μιας χρήσης’ θα καταργηθούν από το εργατικό κράτος. Όμως πόσος χρόνος χρειάζεται για να δημιουργηθεί τράπεζα σπόρων ικανή να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της παραγωγής μιας χώρας; Είναι ιδεολογική πολυτέλεια των τροτσκιστών να λέμε πως χρειάζεται να απευθυνθούμε στους εργάτες όλων των χωρών ώστε να προμηθεύσουν με τα απαραίτητα έναν επαναστατημένο λαό;

Τέλος εμφανίζεται κι ένα ηθικοπολιτικό ζήτημα. Όλα τα σχετικά άρθρα υπονοούν ή και δηλώνουν ρητά πως… «θα φάμε ό,τι έχουμε», «να μάθουμε να τρώμε με εθνική συνείδηση»(!), «να συνηθίσουμε τα τοπικά προϊόντα που τρώγαμε από την αρχαιότητα κι όχι εισαγόμενα εξωτικά»(!) και λοιπά επιχειρήματα που κινούνται στα όρια του γκροτέσκο. Ας αφήσουμε ασχολίαστο το γεγονός πως ένα σωρό βασικά είδη όπως ντομάτα ή πατάτα δεν υπήρχαν στην αρχαία Ελλάδα. Όμως στα σοβαρά, πόσο του θανατά είναι εκείνη η αριστερά που τολμά να θίγει με τέτοιο αντιδραστικό τρόπο, σοβαρότατα ζητήματα όπως αυτά του υπερκαταναλωτισμού ή της δημιουργίας πλαστών αναγκών από τον καπιταλισμό; Πόσο χρεοκοπημένη μπορεί να είναι η αριστερά που απαξιώνει των ωκεανό των επιθυμιών, που η προοπτική της είναι η μιζέρια και που καταφεύγει σε ρητορική πρωτογονισμού κι επιστροφής σε μια υποτιθέμενη εθνική παράδοση;

Για μας είναι φανερό πως ο διεθνισμός και η εργατική εξουσία δεν μπορούν να παρακαμφθούν. Δεν αποτελούν –απλά- ιδεολογικά ζητήματα. Κι οποιαδήποτε εναλλακτική πρόταση αναπόφευκτα περικλείει και περικλείεται από την ίδια την επανάσταση. Η εργατική τάξη δεν μπορεί να παρακάμψει την ίδια την ιστορία. Καλούμαστε να ανατρέψουμε έναν παρηκμασμένο καπιταλισμό. Με τον προλεταριακό διεθνισμό στη σημαία μας θα αξιοποιήσουμε όλες τις δυνατότητες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, προς όφελος των εργατικών συμφερόντων κι έτσι προς το συμφέρον όλης της κοινωνικής πλειοψηφίας.

αναστασία δ.