Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ

 

 

Η πολιτική κρίση που σαρώνει την Ευρώπη, παίρνει μορφές διαφορετικές από χώρα σε χώρα. Δίπλα στις ανοιχτές επιθέσεις στις λαϊκές ελευθερίες υπό τη μορφή κήρυξης κατάστασης έκτακτης ανάγκης, εμφανίζονται διαλυτικοί τριγμοί στα αστικά δημοκρατικά καθεστώτα, όπου η άρχουσα τάξη χάνει πλήρως τον έλεγχο, και με τσακισμένα τα παραδοσιακά εργαλεία του πολιτικού της συστήματος, χάνει τη δυνατότητα να διεκδικεί και να διατηρεί την εξουσία με συμβατικά μέσα. Ένα σαφές παράδειγμα, είναι η περίπτωση ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, αλλά μόλις πρόσφατα, ήρθε να προστεθεί και η ιδιαίτερη περίπτωση της Πορτογαλίας.

Ο πορτογαλικός λαός, εξίσου τσακισμένος με τον Ελληνικό λαό από τα μνημόνια, την φτώχεια και την ανεργία (αν κι εκεί υποτίθεται πως τα μνημόνια… πέτυχαν!), κλήθηκε να αποφασίσει μέσω εκλογών ποιος θα τον κυβερνά, στις 4 Οκτωβρίου.

Στις κάλπες, ο λαός ανέδειξε ως πρώτο τον δεξιό πρώην πρωθυπουργό Κοέλιο, μόλις με 38,55%. Δεύτερο αναδείχτηκε το μνημονιακά εκμαυλισμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα του φυλακισθέντα για σκάνδαλα Σόκρατες (που ωστόσο είχε κερδίσει τις Ευρωεκλογές). Με μια σαφή στροφή του λαού προς τα αριστερά, το ΚΚ διατηρήθηκε στα ίδια επίπεδα (8,27%), ενώ το Μπλόκο της Αριστεράς εκτοξεύτηκε (10,22%), με υπερδιπλασιασμό των ψήφων του σε σχέση με τις εκλογές του 2011. Οι Σοσιαλιστές, αρνήθηκαν να σχηματίσουν νέα κυβέρνηση συνασπισμού υπό την δεξιά, και η Προεδρική εντολή, με βάση το Σύνταγμα, όφειλε να αποδοθεί σε εκείνο τον συνασπισμό δυνάμεων που θα είχε την πλειοψηφία των εδρών στο Κοινοβούλιο.

Ωστόσο, σε μια πρωτοφανή κίνηση που αντιβαίνει τους συνταγματικούς κανόνες, ο δεξιός Πρόεδρος της χώρας Καβάκο Σίλβα, δεν έδωσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο δεύτερο Σοσιαλιστικό Κόμμα, αν και το ίδιο δήλωνε πως έχει ήδη συμφωνήσει με τα Κόμματα της Αριστεράς, συγκεντρώνοντας έτσι την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Στις 22 Οκτωβρίου, πρωθυπουργός χρίστηκε ο Κοέλιο, με μια κυβέρνηση μειοψηφίας εξ αρχής αδύναμη και υπονομευμένη, που δεν κατάφερε να εκλέξει ούτε καν τον δικό της υποψήφιο ως πρόεδρο της Βουλής, ανοίγοντας ένα κεφάλαιο τεράστιας πολιτικής κρίσης και αστάθειας στη χώρα.

Το πραξικόπημα συνοδεύτηκε από προκλητικές δηλώσεις του Σίλβα που στόχευαν απευθείας ενάντια στην Αριστερά, λέγοντας πως «τα δύο αριστερά κόμματα είναι αντίθετα με την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη». Ταυτόχρονα, ασκήθηκαν όλων των ειδών οι ανοιχτές πιέσεις και εκβιασμοί προς τους Σοσιαλιστές βουλευτές για μια αποστασία προς την δεξιά, με 9 βουλευτές να είναι αρκετοί για να ολοκληρωθεί το πραξικόπημα.

Η πτώση της κυβέρνησης και η «αριστερή συμμαχία»

Μόλις μέχρι την πρώτη εβδομάδα του Νοέμβρη διήρκησε η θητεία της δεξιάς πραξικοπηματικής κυβέρνησης. Τα Κόμματα της Αριστεράς (Κομμουνιστικό Κόμμα, Μπλόκο της Αριστεράς) προσχωρώντας και επίσημα σε συμμαχία με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, αλλά και τους Πράσινους, που συνολικά καλύπτουν τις 122 από τις 230 έδρες του κοινοβουλίου καταψήφισαν το κυβερνητικό πρόγραμμα στη διαδικασία παροχής ψήφου εμπιστοσύνης και προκάλεσαν την πτώση της κυβέρνησης.

Η αριστερή συμμαχία, φυσικά, δεν είναι κάτι περισσότερο από ένα λαϊκομετωπικό σχηματισμό. Ο βασικός της «παίκτης», το Σοσιαλιστικό Κόμμα, βαρύνεται με το όνειδος των σκανδάλων και της εφαρμογής των μνημονίων τα προηγούμενα χρόνια. Όμως, είναι ιδιαίτερης σημασίας η βάση πάνω στην οποία συγκροτήθηκε η συμμαχία:  με τον Ζοσέ Σόκρατες στη φυλακή, ο νέος ηγέτης των Σοσιαλιστών, Αντόνιο Κόστα, διεκδικεί την πολιτική επιβίωση αναγκασμένος να συρθεί σε μια συμφωνία με την αριστερά που έχει ως στόχο να θέσει «τέλος στη λιτότητα» και την αυστηρή δημοσιονομική πειθάρχηση σε σχέση με τα ελλείμματα κ.λπ., στα πλαίσια μιας συμμαχίας κεντροαριστεράς και αριστεράς που δεν έχει προηγούμενο στην πορτογαλική ιστορία.

Οι σύμμαχοι προωθούν μια σειρά από «ριζοσπαστικές» αλλαγές, για τα δεδομένα της μέχρι τώρα δεξιάς διακυβέρνησης και των μνημονιακών δεσμεύσεων, όπως τερματισμό του παγώματος των συντάξεων από την 1η Ιανουαρίου και αύξηση του κατώτατου μισθού από τα 505 στα 530 ευρώ, από το 2016.   Προτείνεται επίσης η κατάργηση της επιπλέον φορολόγησης κατά 3,5% των εισοδημάτων, καθώς και των περικοπών στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων.

Στις 23 Νοεμβρίου, με την χώρα πρακτικά ακυβέρνητη για σχεδόν δύο μήνες, σε καθεστώς πλήρους αστάθειας, τελικά ο Πρόεδρος Σίλβα, εξαναγκάστηκε να δώσει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον αριστερό συνασπισμό. Ακόμα και την στιγμή που την όρκιζε, ο Πρόεδρος Σίλβα, ζητούσε εναγωνίως διαβεβαιώσεις για «τη σταθερότητα του οικονομικού συστήματος» και εγγυήσεις για «τον σεβασμό των διεθνών δεσμεύσεων της Πορτογαλίας στο πλαίσιο των οργανισμών συλλογικής άμυνας».

Ανεξάρτητα από το μέχρι που μπορεί να φτάσει μια τέτοια κυβέρνηση –έχοντας μάλιστα νωπό ακόμη το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ- είναι εξαιρετικής σημασίας να επισημανθεί πως σε μια στιγμή όξυνσης της Ευρωπαϊκής καπιταλιστικής κρίσης, το αστικό πολιτικό σύστημα συνολικά αμφισβητείται από τις μάζες, που αναζητούν μια άλλου τύπου διακυβέρνηση στρεφόμενες προς τα αριστερά.

Ακόμη και αν αυτού του τύπου η αριστερά, δεν μπορεί να αποτελέσει συνειδητά πραγματικό κίνδυνο για το σύστημα, ο τρόμος της άρχουσας τάξης και οι σπασμωδικές της αντιδράσεις κάνουν σαφές πως όχι απλά δεν έχουν τον έλεγχο του πολιτικού παιχνιδιού, αλλά και ότι αισθάνονται τόσο αδύναμοι και φοβισμένοι που είναι έτοιμοι να τσαλαπατήσουν ακόμη και την ίδια την αστική δημοκρατία τους, ρίχνοντας στα σκουπίδια ό,τι έχει απομείνει από αυτή. Eίναι όχι μόνο αδύναμοι, αλλά και επικίνδυνοι, και η εργατική τάξη όλης της ηπείρου πρέπει άμεσα να προετοιμαστεί για να τους σβήσει από την Ιστορία.

Κ. Αποστολόπουλος