Κριτική στο δόγμα του “Μαρξισμού-Λενινισμού” από μαρξιστές κομμουνιστές της Κούβας
των Γιουνιέρ Μένα, Μάρκος Γκούθμαν και Μαρία Φέλντμαν1
[Ένα σπουδαίο κείμενο μαρξιστικής κριτικής μας έρχεται από την Κούβα. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο μπλογκ https://comunistascuba.blogspot.com/, ένα κουβανέζικο κομμουνιστικό μπλογκ, και ασκεί κριτική στο άκαμπτο αντιμαρξιστικό δόγμα του λεγόμενου «Μαρξισμού-Λενινισμού»]
Από τον Στάλιν μέχρι την οικοδόμηση του σοσιαλισμού -«καπιταλισμού»- με κινέζικα χαρακτηριστικά, ο Μαρξισμός-Λενινισμός αποτελεί ένα δόγμα που δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστικό για την εργατική τάξη αλλά μόνο για τη γραφειοκρατία.
Τι χρησιμότητα έχει να θυμόμαστε τον Στάλιν σήμερα; Δεν έγραψε βιβλία με ενδιαφέροντες τίτλους και διέταξε την παράλυση της Παγκόσμιας Επανάστασης, όχι μόνο μέσω φυσικών εκτελέσεων και γκουλάγκ, αλλά και θεωρητικά, ειδικά με ένα εργαλείο γνωστότερο ως Μαρξισμός-Λενινισμός.
Αυτές οι λέξεις είναι πολύ δυσάρεστες, όχι μόνο για εκείνους που εξακολουθούν να είναι οπαδοί αυτού του Ναπολέοντα του Κρεμλίνου, αλλά και για άλλους κομμουνιστές που, ακόμη και αν θέλουν να αποστασιοποιηθούν από τον Στάλιν, θεωρούν οποιαδήποτε δημόσια έκθεση των σφαλμάτων και των φρικαλεοτήτων που γεννήθηκαν από μια θεωρία απλοποιημένη μέσα σε δύο λέξεις και ένα σημείο στίξης, το Μαρξισμό-Λενινισμό δηλαδή, ως κάτι το αντεπαναστατικό.
Σε αυτούς τους κομμουνιστές που προτιμούν να αποφεύγουν το ζήτημα, πρέπει να πούμε ότι ένας αντεπαναστάτης όπως ο Στάλιν δεν πρέπει να αποφύγει την κριτική και την καταγγελία μας, κάτι που δεν θα συμβεί σε αυτό το κείμενο, όπως άλλωστε έκανε και ο ίδιος με πολλούς άλλους. Θα πρέπει να εκθέσουμε τα γεγονότα και τις ιδέες που εκπροσωπεί. Γι’ αυτό η ενθύμηση του Στάλιν μπορεί να είναι πολύ χρήσιμη. Χρησιμεύει στη συνειδητοποίηση του τι ήταν και είναι: εμπόδιο στην οικοδόμηση του κομμουνισμού.

Πέρα από τα συνθήματα
Αν και είναι ένα επικίνδυνο εργαλείο, μερικές φορές τα συνθήματα δρουν μέσα στην εργατική τάξη γρηγορότερα από τη θεωρία. Επιπλέον, στη δεκαετία του ‘60 του περασμένου αιώνα, ήταν λίγο δύσκολο να απομακρυνθούμε από τον όρο Μαρξισμός-Λενινισμός όταν, από τα χαρακώματα του Βιετνάμ, οι Βιετκόνγκ πολεμούσαν, στο όνομά του, ενάντια στον ιμπεριαλισμό των Γιάνκηδων.
Το ζητούμενο δεν ήταν τόσο μια επίθεση στον όρο καθεαυτό αλλά η απελευθέρωση του Μαρξισμού-Λενινισμού από κάθε δόγμα. Ο Φιντέλ Κάστρο, τόσο κατά την ίδρυση του Κουβανικού Κομμουνιστικού Κόμματος το 1965, όσο και στο Συνέδριο Πολιτισμού του 1968 στην Αβάνα, βασικές στιγμές στην αντιπαράθεση με τη σοβιετική ηγεμονία, επιβεβαίωσε ότι ο Μαρξισμός-Λενινισμός δεν ήταν θρησκευτική φιλοσοφία, ούτε είχε το Βατικανό του, αλλά ότι πρέπει να είναι επαναστατικός.
Εστιάζοντας σε αυτήν τη γραμμή, ορισμένες Μαρξιστικές οργανώσεις, απαλλαγμένες από οποιοδήποτε δόγμα, όπως το Κίνημα Eπαναστατικής Αριστεράς (MIR) στη Χιλή, συνέχισαν να χρησιμοποιούν τον όρο Μαρξισμό-Λενινισμό στα συνθήματά τους.
Καθώς εξελισσόταν ο Ψυχρός Πόλεμος, ο όρος έγινε πιο περιγραφικός ορισμένων πολιτικών θεωριών, οι οποίες ήταν εύκολο να εντοπιστούν. Μερικοί, ακόμη, πρόσθεσαν στο Μαρξισμό-Λενινισμό άλλες δικές τους δημιουργίες, όχι επειδή ήταν αντι-δογματικές.
Μετά τη ρήξη μεταξύ της ΕΣΣΔ και της Κίνας, ο Μάο ζήτησε τη δημιουργία των Μαρξιστικών-Λενινιστικών Κομμουνιστικών Κομμάτων (ΜΛ-ΚΚ) – τα οποία σχεδόν πάντα συνοδεύονταν από μια αντάρτικη δύναμη που ονομάζεται Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, το ίδιο όνομα με τον στρατό του Μάο. Έτσι, στη Λατινική Αμερική, οι Μαοϊκοί κατέληξαν να ονομάζονται Έμελε.
Στη συνέχεια ξεκίνησε μια «ανώτερη» θεωρία από το Πεκίνο: Μαρξισμός-Λενινισμός-Σκέψη Μάο Τσε Τουνγκ. Αργότερα, ο Ενβέρ Χότζα, ο ανώτατος ηγέτης της σοσιαλιστικής Αλβανίας, θα ανακηρυχθεί ο μόνος εκπρόσωπος του Μαρξισμού-Λενινισμού, ως στο σημείο που να απορρίπτει και τον ίδιο το Μάο.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, χρόνια αργότερα, γεννήθηκε στο Περού κάτι που ονομάζεται Μαρξισμός-Λενινισμός-Μαοϊσμός-Σκέψη Γκονζάλο: μια θεωρία που συνθέτει την ιδεολογία του αντάρτικου Φωτεινό Μονοπάτι. Γενικά, αυτές οι παραμορφώσεις κατέληξαν να αποτελούν μικρές ομάδες οπαδών, οργανώσεις που πραγματοποιούν περιοδικές εκκαθαρίσεις προσπαθώντας να φθάσουν στην καθαρότητα του σεναρίου Μαρξισμού-Λενινισμού-Φωτεινό Μονοπάτι μαζί με κάποιο άλλο επίθετο.
Αλλά σε αυτές τις κόκκινες τρέλες θα αναφερθούμε σε άλλο κείμενο.

Ο Μαρξισμός-Λενινισμός ως θεωρία
Ο λεγόμενος «Μαρξισμός-Λενινισμός» είναι το προϊόν του παιδαγωγικού εκχυδαϊσμού του Μαρξισμού, υπό τη μορφή εγχειριδίων. Διαδόθηκαν ευρέως σε μια ολόκληρη περίοδο θεωρητικής στασιμότητας που συνέχισε να εξελίσσεται στην «απο-σταλινοποιημένη» ΕΣΣΔ, σε ολόκληρο το ανατολικό μπλοκ και, όπως είδαμε, με άλλες ιδιαιτερότητες, στη Μαοϊκή Κίνα και με παρόμοιες διαδικασίες.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλο το έργο των φιλοσόφων που εκπαιδεύτηκαν από τις σοβιετικές σχολές, ή υπό την επιρροή τους, είναι καθαρή ανοησία. Το να πετάξουμε όλα όσα έλαβαν χώρα υπό το λάβαρο του Μαρξισμού-Λενινισμού θα ήταν τόσο δογματικό όσο και η θεωρία στην οποία ασκούμε κριτική. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ελλείψει μιας σταθερής κριτικής θεωρίας, αυτή η απόλυτη άρνηση της ΕΣΣΔ καταλήγει να οδηγεί σε ξεκάθαρο αντικομμουνισμό. Μία από τις πιο γνωστές περιπτώσεις είναι ο Εβντόγιο Ραβίνες, ηγέτης του Περουβιανού Κομμουνιστικού Κόμματος που κατέληξε να γράφει καθαρή αντισοβιετική προπαγάνδα που σας προτείνουμε να διαβάσετε2.
Στην Κούβα, για παράδειγμα, μια από τις πιο αποκρουστικές περιπτώσεις ήταν εκείνη του Ρολάντο Μασφερέρ, ο οποίος, από μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και μαχητής στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, εξελίχθηκε σε διώκτη επαναστατών στην Αβάνα με μια παραστρατιωτική ομάδα που προστατευόταν από τον δικτάτορα Φουλγκένσιο Μπατίστα.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μαρξισμός-Λενινισμός καθιέρωσε μια άκαμπτη και σχηματική άποψη του θεωρητικού σώματος του μαρξισμού. Μία από τις πιο διαδεδομένες εφευρέσεις του ήταν ο διαχωρισμός της Μαρξιστικής-Λενινιστικής φιλοσοφίας -που είχε προηγουμένως αφαιρεθεί από το σύστημα των ιδεών- σε δύο μέρη: Diamat (διαλεκτικός υλισμός) και Istmat (ιστορικός υλισμός). Η διάδοση, αν όχι η προέλευση αυτής της διαίρεσης, σαν να ήταν διαφορετικά θεωρητικά σώματα, οφείλεται πρωτίστως στον Στάλιν και στο έργο του για τον «Ιστορικό Υλισμό και τον Διαλεκτικό Υλισμό».
«Ο διαλεκτικός υλισμός είναι η φιλοσοφική αντίληψη του Μαρξιστικού-Λενινιστικού κόμματος. Ονομάζεται διαλεκτικός υλισμός επειδή ο τρόπος προσέγγισης των φαινομένων της φύσης, η μέθοδος μελέτης αυτών των φαινομένων και η σύλληψή τους, είναι διαλεκτική, ενώ η ερμηνεία του για τα φαινόμενα της φύσης, τον τρόπο προσέγγισης της, τη θεωρία της, είναι υλιστική».
«Ο ιστορικός υλισμός είναι η εφαρμογή των αρχών του διαλεκτικού υλισμού στη μελέτη της κοινωνικής ζωής. Στα φαινόμενα της ζωής της κοινωνίας, στη μελέτη αυτής και της ιστορίας της».
Αυτή η διαίρεση είναι αυθαίρετη και αποτελεί μια άλλη εκδοχή της αντίθεσης ανάμεσα στη φύση και την κοινωνία που υπάρχει στην προ-μαρξιστική φιλοσοφία. Στην πραγματικότητα, και οι δύο είναι απαραίτητες και αλληλένδετες στιγμές μιας και μοναδικής θεωρητικής σύνθεσης. Το να μιλάμε για ιστορικό υλισμό ως εφαρμογή της διαλεκτικής-υλιστικής μεθόδου στην κοινωνία είναι απολύτως περιττό. Η ίδια η διαλεκτική μέθοδος προκύπτει από την αντικειμενική ανάλυση της εξέλιξης των φαινομένων της πραγματικότητας στη συγκεκριμένη ολότητα της, τόσο στη φύση όσο και στην κοινωνία, καθώς αποτελεί μέρος της, προκύπτει και αναπτύσσεται από την πρώτη, μετατρέποντάς την κατά τη διαδικασία.
Σκεφτείτε τι έχει να πει η Κουβανή φιλόσοφος Natasha Gómez Velásquez:
«Για τη συντριπτική πλειοψηφία των Μαρξιστών, ο «Μαρξισμός-Λενινισμός» δεν είναι ούτε Μαρξισμός ούτε Λενινισμός: χωρίζει αυθαίρετα το Μαρξισμό σε οικονομικό, πολιτικό και φιλοσοφικό τμήμα -επίσης κατακερματίζει το εσωτερικό του-, την ενιαία σκέψη των ιδρυτών του Μαρξισμού -που είναι αδύνατο να διαιρεθεί σε αυτά τα πεδία, και είναι πάντα ενσωματωμένη γύρω από τη θεωρία της επανάστασης- αποκωδικοποιεί, αλλάζοντας τις έννοιες, τις θέσεις των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν. Μετατρέπει τον Μαρξισμό σε αφηρημένες και οπορτουνιστικές φόρμουλες για απομνημόνευση και στείρες ως προς τον επαναστατικό μετασχηματισμό. Καταρτίζει έναν αυθαίρετο κατάλογο αποφθεγμάτων, αποσπασμάτων και χωρίων, απορρίπτοντας τα υπόλοιπα κείμενα των Μαρξιστών. Μετατρέπει το Μαρξισμό σε μια θετική και μη κριτική θεωρία. Είναι ντετερμινιστικός και οικονομίστικος. Έχει μια στάση σεχταρισμού, δογματισμού, λογοκρισίας και αποκλεισμών – μια άρνηση αναγνώρισης και μελέτης ενός άλλου είδους μαρξισμού ή μη μαρξιστικής θεωρίας, δεδομένου ότι δηλώνεται ως η «μόνη» «επιστημονική» ερμηνεία. Υποτιμά τα κοινωνικά ζητήματα, τα οποία ήταν στο επίκεντρο του αρχικού μαρξισμού και οι επαναστατικές στρατηγικές του Λενινισμού αντικαταστάθηκαν από την προσοχή σε οπορτουνιστικές θεωρίες και έννοιες, που απορρίπτονταν πάντα από τον Μαρξ. Αυθαίρετη τροποποίηση προς έκδοση, ορισμένων κειμένων των Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν. Και ούτω καθεξής».
Καθώς η πολιτική γραμμή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης παρουσίαζε νέες ανάγκες για τη διατήρησή του, ο Στάλιν, υπό την προστασία του «Μαρξισμού-Λενινισμού» και την τάση του να διαιρεί τη θεωρία και την μονομερή ανάλυση των φαινομένων, ενσωμάτωσε νέες «συνεισφορές», πραγματικά αντιδιαλεκτικές, στη θεωρία του. Στον απολογισμό του XIV Συνεδρίου του κόμματος, ο Στάλιν επισημαίνει:
«Η χώρα μας μας παρουσιάζει δύο σειρές αντιφάσεων. Η μία από αυτές διαμορφώνεται από τις εσωτερικές αντιφάσεις, μεταξύ του προλεταριάτου και της αγροτιάς. Η άλλη είναι οι εξωτερικές αντιφάσεις, μεταξύ της χώρας μας, ως χώρας του σοσιαλισμού, και όλων των άλλων χωρών, ως χώρες του καπιταλισμού».
Και σε αυτή την περίπτωση, δύο μεμονωμένες «ομάδες αντιφάσεων» θεωρούνται ότι αναπτύσσονται χωριστά, θέτοντας θέσεις και καθήκοντα αποκλεισμού με τρομερές συνέπειες. Σύμφωνα με τον ίδιο, η διασφάλιση της συμμαχίας του προλεταριάτου με την αγροτιά, δηλαδή η επίλυση των εσωτερικών αντιφάσεων, θα επέτρεπε την οικοδόμηση της «πλήρους σοσιαλιστικής κοινωνίας» στην ΕΣΣΔ.
Από αυτήν την παρέκκλιση προέκυψε η θεωρία της ειρηνικής άμιλλας μεταξύ σοσιαλισμού και καπιταλισμού: μία από τις «εξελίξεις» της οργάνωσης του διεθνούς αγώνα της εργατικής τάξης που αντιπροσώπευε η θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα.
Μία από τις αιτίες του αντίκτυπου του Μαρξ στην επιστήμη και την ιστορία γενικά ήταν η πολλαπλή και ταυτόχρονη αντιμετώπιση της πολυφωνίας του πραγματικού στις θεωρίες του. Όπως επιβεβαιώνει η Νατάσα Γκομέζ Βελάσκεθ, υπάρχει μια τεράστια άβυσσος μεταξύ του Μαρξ και του Στάλιν, μεταξύ της ποιότητας του πρώτου και των απίστευτων λαθών του δεύτερου. Το ένα μπορεί να είναι ένα σημάδι της ζωής, το άλλο σημάδι θανάτου. Τα απομεινάρια του σταλινισμού στην τρέχουσα θεωρία και πρακτική πρέπει να διερευνηθούν και να ξεπεραστούν στη θεωρία και την πράξη, διότι δεν δημιουργούν κοινωνικές σχέσεις που μετατρέπουν την πραγματικότητα σε κομμουνισμό, ούτε παράγουν κριτική σκέψη.

Πέρα από τα συνθήματα και τον ακαδημαϊσμό
Όσο απίστευτο κι αν μας φαίνεται σήμερα, η θεωρία του σοσιαλισμού σε μια χώρα παρουσιάστηκε αρχικά από τον Στάλιν ως συνέχεια της επανάστασης. Ενόψει της καθυστέρησης της πολυαναμενόμενης Γερμανικής -και αργότερα Κινέζικης- επανάστασης, αυτή η θεωρία εμφανίστηκε ως «επαρκής» για την κατανόηση των πρακτικών συνθηκών της ανάπτυξης του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση.
Γνωρίζουμε όμως ήδη ότι ήταν μια προσπάθεια προσαρμογής της πραγματικότητας σε ένα μοντέλο που ήταν λειτουργικό για τα συμφέροντα της σοβιετικής γραφειοκρατίας. Από δύο αντιφατικές στιγμές μέσω των οποίων αναδύεται η προλεταριακή επανάσταση -το περιεχόμενο της επανάστασης ως ένα διεθνές κίνημα και ο τρόπος με τον οποίο αναπτύσσεται μέσω των εθνικών επαναστάσεων- ο Στάλιν τόνισε ξεκάθαρα το δεύτερο.
Η Σοβιετική Ένωση μετατράπηκε από βάση υποστήριξης της παγκόσμιας επανάστασης, σε τροχοπέδη, υπάγοντας την παγκόσμια επανάσταση στα δικά της συμφέροντα. Η παγκόσμια επανάσταση αντιμετωπίστηκε -όπως και η διακοπή της- απλά ως μια διαδικασία λειτουργική μόνο για τη διατήρηση της ίδιας της ΕΣΣΔ. Μέσω μιας τέτοιας θεωρίας, προστατεύθηκε η ηγεμονική στάση της ΕΣΣΔ στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο και ο διαδεδομένος Ρωσικός σωβινισμός μέσα στη σοβιετική κοινωνία.
Κατέληξε δηλώνοντας ότι, με την εξαφάνιση των κουλάκων μέσω της βίαιης κολεκτιβοποίησης της σοβιετικής αγροτιάς και με τον αφανισμό της «τροτσκιστικής αντεπανάστασης», η μόνη πιθανή απειλή καπιταλιστικής αποκατάστασης μπορούσε να προέλθει μόνο από το εξωτερικό.
Επομένως, απορρίπτοντας στρατιωτικά την ξένη παρέμβαση και απαγορεύοντας κάθε «επικίνδυνη ιδεολογική προπαγάνδα από τη Δύση», ο κίνδυνος της καπιταλιστικής αποκατάστασης εξαλείφθηκε, και ως εκ τούτου ο «τελικός θρίαμβος του σοσιαλισμού» έλαβε χώρα στην ΕΣΣΔ. Αυτό διέλυσε τη σχέση μεταξύ του διεθνούς χαρακτήρα της ταξικής πάλης και του εθνικού χαρακτήρα της Ρωσικής επανάστασης.
Η «εφαρμογή» του Diamat -και όχι του Μαρξισμού- στα κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά φαινόμενα της ΕΣΣΔ, κατέληξε να είναι το θεωρητικό μέσο που δικαιολογούσε την ηγεμονία του σοβιετικού γραφειοκρατικού συστήματος.
Έτσι, οι Γκορμπατσόφ και Σία δεν βρήκαν καμία δυσκολία να δώσουν θεωρητική υποστήριξη στη διαδικασία που επιτάχυνε την παλινόρθωση του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ: έπρεπε μόνο να «αναπτύξουν» τον Μαρξισμό-Λενινισμό όπως επιθυμούσαν αυτοί.
Το Diamat των παλαιών εκπροσώπων της σοβιετικής γραφειοκρατίας κατέληξε να μην μπορεί να προβλέψει από πού προέρχεται ο πραγματικός κίνδυνος. Σε μεγάλο βαθμό επειδή οι συγγραφείς του ήταν οι αρχικοί δημιουργοί και «οικοδεσπότες» της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.
Δυστυχώς, όλα τα παραπάνω ερμηνεύονται από πολλούς επαναστάτες ως κάτι που έχει μόνο ακαδημαϊκή σημασία. Η αντίληψη αυτή είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη μεταξύ εκείνων που προσπαθούν να επιβάλουν την καθημερινή μαχητικότητα έναντι της θεωρίας: ένα άλλο χαρακτηριστικό που κληρονομήθηκε από τον Μαρξισμό-Λενινισμό. Ένα σοβαρό λάθος που αναπαράγεται ακόμη και από ορισμένους που προασπίζονται θέσεις ριζοσπαστικής κριτικής απέναντι στο Σταλινισμό.
Είναι εντυπωσιακό ότι οι ίδιοι επαναστάτες που πιστεύουν ότι η πράξη είναι πιο σημαντική από τη θεωρία, έχουν ως πρακτική την επιβολή ενός άκαμπτου μαρξισμού, που περιορίζεται σε μερικά βιβλία που συχνά δεν είναι γραμμένα από τον Μαρξ, αλλά από απόμακρους ερμηνευτές του Μαρξ. Στη συνέχεια, δημιουργούν νέα εγχειρίδια με τα οποία σκοπεύουν να δώσουν απαντήσεις σε οποιαδήποτε πιθανή ερώτηση.
Για αυτούς τους επαναστάτες που καταλαβαίνουν την κριτική του Μαρξισμού, του Λενινισμού και του Σοσιαλισμού σε μια χώρα ως φιλοσοφική εκτροπή ή τροτσκιστικό χόμπι, τους παρουσιάζουμε μια πιο πρόσφατη περίπτωση: τον σοσιαλισμό της αγοράς.

Η αποκατάσταση του καπιταλισμού στην Κίνα βασίστηκε πάνω στα ερείπια του Μαρξισμού-Λενινισμού-Σκέψη του Μάο Τσε Τουγκ: μια θεωρία που ποτέ δεν εξαφανίστηκε από την προπαγάνδα του Πεκίνου.
Το αντίθετο μάλιστα: ο Μαρξισμός-Λενινισμός-Σκέψη Μάο Τσε Τουγκ είναι το θεωρητικό εργαλείο με το οποίο το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα αντιμετωπίζει «τους κινδύνους της δυτικής σκέψης που απειλούν την αρμονία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού με τα κινέζικα χαρακτηριστικά».
Φυσικά, έχουμε σε αφθονία και αυτούς που δεν εγκατέλειψαν ποτέ τον «Μαρξισμό-Λενινισμό» και είναι ανίκανοι σήμερα να διακρίνουν την πραγματικότητα και επαινούν την Κίνα, κατανοώντας την ως μια νικηφόρα σοσιαλιστική δύναμη. Το δόγμα τούς εμποδίζει να δουν κάτι τόσο προφανές όσο η εκμετάλλευση στην οποία οι ξένες υπερεθνικές και η νέα κινεζική αστική τάξη υποβάλλουν σήμερα την εργατική τάξη του Ασιατικού αυτού γίγαντα.
Σαν να μην ήταν αρκετό αυτό, αυτοί οι αιχμάλωτοι του Μαρξισμού-Λενινισμού πιστεύουν ότι η Ρωσία του Πούτιν είναι ο άμεσος κληρονόμος της δόξας της Σοβιετικής Ένωσης, επιτρέποντας στον εαυτό τους να ξεγελαστεί από έναν εθνικιστικό λόγο που κατάφερε να αποστειρώσει και να διαλύσει τη σοβιετική προπαγάνδα μέσα στα σωβινιστικά συμφέροντα του Κρεμλίνου.
Ο «Μαρξισμός-Λενινισμός» που δημιούργησε ο Στάλιν όχι μόνο κατέστρεψε μεγάλες πλειοψηφίες, αλλά χρησίμευσε επίσης για να σταματήσει την παγκόσμια επανάσταση, να επιβάλει τον σοσιαλισμό σε μια χώρα, να βοηθήσει στη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και να είναι σήμερα στην Κίνα η ιδεολογική ασπίδα του σοσιαλισμού της αγοράς.
Εν τω μεταξύ, στην εργατική τάξη, ο Μαρξισμός-Λενινισμός έμεινε ως η κακή ανάμνηση μιας «ρωσικής» εργασίας που χρησιμεύει μόνο για να κόψει κάθε παραπέρα εξέταση.
7 Ιουλίου 2020
Μετάφραση Αρ.Μα.
1 Γιουνιέρ Μένα: Φιλόλογος και ποιητής της Κούβας, μέλος της λογοτεχνικής ομάδας La Estrella en Germen. Μάρκος Γκούθμαν: Μεξικανός-Περουβιανός ακτιβιστής περιβάλλοντος, που ασχολείται με την αγρονομία στην Κούβα. Μαρία Φέλντμαν, φοιτήτρια της Αργεντινής, που σπουδάζει πολιτικός μηχανικός στην ανατολική περιοχή της Κούβας. Και οι τρεις είναι μέλη της Συντακτικής Επιτροπής του μπλογκ Comunistas.
2 Προφανώς από την άποψη του που καταλήγουν αυτές οι προσεγγίσεις (Σ.τ.Μ.).
