Ειρήνη Δαφέρμου
“Ονομάζω φεμινισμό το κίνημα που παλεύει να αλλάξει τις αξίες και τις αναπαραστάσεις που αποδίδονται στη γυναίκα, τόσο στο πλαίσιο του εκτεταμένου ιστορικού χρόνου της πατριαρχικής ιστορίας όσο και στο πλαίσιο της βαθύτερης χρονικότητας που αφορά την ίδια την ταυτότητα της καθεμιάς. Με άλλα λόγια, το φεμινιστικό εγχείρημα περιλαμβάνει εξίσου το πεδίο της υποκειμενικότητας, η οποία νοείται εδώ ως φορέας ιστορικής, εμπρόθετης δράσης (συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος για πολιτική και κοινωνική αναγνώριση), και εκείνη τη διάσταση της ταυτότητας που συνδέεται με τη συνείδηση, την επιθυμία και τις πολιτικές του προσωπικού”
Rosi Braidotti.
Ρωσική Επανάσταση
Η πρώτη μεγάλη κατάκτηση και κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών, το πραγματικά μεγάλο άλμα, λαμβάνει χώρα στη Σοβιετική Ένωση, γεγονός που αποσιωπάται στην ηγεμονική περιοδολόγηση της ιστορίας του φεμινισμού στη Δύση. Κανένα από τα τρία κύματα δεν χώρεσαν την πραγματική παλίρροια του σύντομου 1917 στις αφηγήσεις τους.
Πρωταγωνιστική μορφή στον αγώνα αυτό η Αλεξάντρα Κολοντάι, και παρόλο που έγιναν τεράστια προχωρήματα στο επίπεδο των κοινωνικών και οικονομικών δικαιωμάτων των γυναικών, η Κολοντάι συνάντησε μεγάλες αντιστάσεις εντός του κόμματος σε ό,τι αφορούσε την ελευθερία στον έρωτα, το ίδιο το σώμα και την σχέση του με την πατριαρχία. Χαρακτηριστικό δείγμα της αντίληψης του Λένιν σε αυτό το ζήτημα είναι η αλληλογραφία του με την Ινέσα Αρμάντ, στέλεχος των μπολσεβίκων και φεμινίστρια, η οποία τον συμβουλευόταν κατά τη συγγραφή σχετικής μπροσούρας. Στις επιστολές αυτές ο Λένιν την παροτρύνει να αφαιρέσει το «ελευθερία στον έρωτα», καθότι αυτό αφορούσε, κατά τη γνώμη του, τις αστές γυναίκες και όχι την εργατική τάξη, αφού οι εργάτριες δεν είχαν ιδιοκτησία και άρα το σώμα τους, τους ανήκε (στο Ο Λένιν για το γυναικείο ζήτημα). Η υποτίμηση αυτή της πατριαρχίας, και η στενή σύνδεσή της με την ιδιοκτησία και λιγότερο με το ρόλο της γυναίκας στην παραγωγή και την ανδρική κυριαρχία, σύμφωνα και με τις θέσεις που ανέπτυξε η Κολοντάι στο Γυναικείο Ζήτημα, ήταν ένας από τους λόγους που καθόρισαν τελικά την υποχώρηση στο πεδίο αυτό και οδήγησαν σε κατακτήσεις που αφορούσαν κυρίως την ελάφρυνση του κύκλου της εμμένειας για τη γυναίκα στην ΕΣΣΔ και λιγότερο τη συνολική απελευθέρωση του γυναικείου σώματος. Με την υποχώρηση της επαναστατικής διαδικασίας στα χρόνια που ακολούθησαν, η συζήτηση γύρω από τον φεμινισμό και την γυναικεία χειραφέτηση έφθινε. Η πατριαρχία είχε συμβολοποιηθεί στο όνομα του ηγέτη, τον οποίο οι ίδιοι οι πολίτες της ΕΣΣΔ αποκαλούσαν Πατέρα.
Το παγκόσμιο ’68 – λίγο πριν – λίγο μετά
Τον Αύγουστο του 1967, στο Εθνικό Συμβούλιο για τη Νέα Πολιτική (μια προσπάθεια του Αμερικανικού Κομμουνιστικού Κόμματος για μετωπική πολιτική με την κυρίαρχα αναδυόμενη Νέα Αριστερά) οργάνωσε μία συνάντηση στην οποία συμμετείχαν 2000 ακτιβιστές από περίπου 200 οργανώσεις. Οι μαύροι σύνεδροι ζήτησαν μια ποσόστωση της τάξεως του 50% για τη συμμετοχή στη ψηφοφορία. Οι γυναίκες σύνεδροι ζήτησαν το 51%, μιας και αυτό είναι το ποσοστό των γυναικών στο γενικό πληθυσμό. Παρόλο που το αίτημα των μαύρων έγινε δεκτό, το αίτημα των γυναικών δεν πάρθηκε καν στα σοβαρά και δεν τους δόθηκε καν χρόνος ομιλίας στο συνέδριο, παρά μόνο η δυνατότητα να καταθέσουν γραπτώς την πρότασή τους. Όταν πέντε γυναίκες επέλεξαν να καταλάβουν το πόντιουμ, ένας άντρας προεδρεύων χτύπησε πατροναριστικά στην πλάτη μία από αυτές λέγοντας: “Calm down girl, we have more important things to discuss than women’s problems.”
Το κορίτσι της υπόθεσης ήταν η Shulamith Firestone.
Τρία χρόνια αργότερα το ίδιο κορίτσι θα εξέδιδε το βαθιά επιδραστικό της βιβλίο «Η διαλεκτική του Φύλου: η υπόθεση του επαναστατικού φεμινισμού», με το οποίο προσπάθησε να συνδέσει το δεύτερο κύμα του φεμινισμού με τον ιστορικό υλισμό και κατέληξε να γράφει ένα φεμινιστικό μανιφέστο από το μέλλον, στις γραμμές του οποίου διαβάζουμε τις αρχές του τρίτου κύματος.
«Συνεπώς, όπως για την κατάργηση των οικονομικών τάξεων χρειάζεται εξέγερση της κατώτερης τάξης, του προλεταριάτου, και η από μέρους τους κατάληψη των μέσων παραγωγής στη διάρκεια μιας προσωρινής δικτατορίας, έτσι για να εξασφαλιστεί η κατάργηση των σεξουαλικών τάξεων χρειάζεται εξέγερση της κατώτερης τάξης (των γυναικών) και η κατάληψη του ελέγχου της αναπαραγωγής : Όχι μόνο απόδοση στις γυναίκες της κυριότητας του σώματός τους, αλλά και (προσωρινός) γυναικείος έλεγχος της ανθρώπινης γονιμότητας, πράγμα που συνεπάγεται μια νέα πληθυσμιακή βιολογία και επιπλέον τον έλεγχο όλων των κοινωνικών ιδρυμάτων που αφορούν την τεκνοποιία και την ανατροφή των παιδιών. Και όπως η τελικός σκοπός της κοινωνικής επανάστασης δεν είναι μόνο η κατάργηση των ταξικών οικονομικών προνομίων αλλά της ίδιας της οικονομικής ταξικής διάκρισης, έτσι και ο τελικός σκοπός της πρώτης φεμινιστικής επανάστασης πρέπει να είναι, αντίθετα με εκείνον του πρώτου φεμινιστικού κύματος, κατάργηση όχι απλώς των προνομίων του άντρα, αλλά της ίδιας της διάκρισης σε φύλα: οι διαφορές φύλου ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα δεν θα έχουν πια κοινωνική σημασία. Μια επιστροφή σε μιαν ανεμπόδιστη πανσεξουαλικότητα -στην «πολύμορφη διαστροφή» του Φρόυντ- που θα αντικαθιστούσε πιθανώς την ετερο-ομο-αμφίφυλοφιλία».
Τι μεσολάβησε από το 1970, εκείνη την εποχή των επαναστατικών ρευμάτων του φεμινισμού, την εποχή του μαύρου φεμινισμού που έβαζε στο κέντρο της συζήτησης την υπόθεση των πολλαπλών καταπιέσεων, φύλο, φυλή και τάξη, μέχρι το σήμερα; Τι είναι εκείνο που μας κάνει να αισθανόμαστε σαν τους μοναχούς στα ύστερα μεσαιωνικά χρόνια, αντιγραφείς κειμένων που εντοπίσαμε ακριβώς πάνω στις δικές μας αναζητήσεις, για να μουρμουρίσουμε πως όλα έχουν ειπωθεί, όλα έχουν γίνει, μόνο εκείνη η κόκκινη κλωστή που τα συνέδεε κόπηκε, κι έπειτα ξεχάστηκε για 40 χρόνια.
Ταυτότητες
Δεν υπάρχει μια κοινή γενικευμένη γυναικεία εμπειρία. Αυτό είναι μια αφαίρεση που αφορά την προνομιακή θέση υποκειμένου που καταλαμβάνουν τυπικά λευκές, μεσοαστές γυναίκες του δυτικού κόσμου. Η «γυναικεία εμπειρία» διέπεται από γεωπολιτικές, φυλετικές, αποικιοκρατικές, οριενταλιστικές και ταξικές σχέσεις κυριαρχίας. Και κάθε φορά που θα μιλήσω γι’ αυτό, γυρίζει στο μυαλό μου η Sojourner Truth, η απελευθερωμένη σκλάβα, που το 1851 στη συνέλευση στο Οχάιο για την γυναικεία ψήφο, έδειξε τα μπράτσα της στις λευκές μεσοαστές που συγκροτούσαν το τότε φεμινιστικό κίνημα ρωτώντας τες: «Εμένα κανείς δεν με βοηθάει να ανέβω στην άμαξα ή να περάσω τα λασπόνερα, ούτε μου προσφέρει καλύτερη θέση. Δεν είμαι γυναίκα εγώ;»
Αν δεν υπάρχει ούτε «γυναικεία φύση», κι αφού καταλάβαμε πως γυναίκα γίνεσαι δεν γεννιέσαι, αλλά ούτε και γενικευμένη κοινή γυναικεία εμπειρία, τι συγκροτεί το φεμινιστικό κίνημα, ποιος είναι ο συνεκτικός ιστός; Κανείς άλλος από την κοινή ιστορική εμπειρία της υπαγωγής του γυναικείου, της θηλυκότητας, στην ετερότητα μέσα σε συνθήκες αναγωγής της αρρενωπότητας σε οικουμενικό μέτρο του ορθού λόγου και της ανθρώπινης ιδιότητας. Τίποτα άλλο δηλαδή από την ίδια την Πατριαρχία.
Στην Μποβουάρ είναι σαφής η διάκριση βιολογικού και κοινωνικού φύλου. Στο τρίτο κύμα η Butler αποδομεί αυτή τη διάκριση και εκλαμβάνει το λεγόμενο βιολογικό φύλο ως λόγο – θετική απόρροια και όχι ως φυσική προϋπόθεση του κοινωνικού. Η αποφυσικοποίηση, δηλαδή η υπονόμευση του επιστημολογικού παραδείγματος του βιολογικού ντετερμινισμού, δεν είναι ακαδημαϊκό ζήτημα ή μεταμοντέρνα κατασκευή. Αντιθέτως, μπορεί να ειδωθεί ως ένα χρήσιμο εργαλείο στην πολιτική στρατηγική του φεμινισμού, καθώς ενώνει τις καταπιεσμένες ενσώματες υποκειμενικότητες στην υπόθεση του queer, διευρύνοντας και εμπλουτίζοντας το πλαίσιο πέρα από το δίπολο του φύλου. Οι άνθρωποι, άλλωστε, δεν εξεγείρονται ενάντια σε αυτό που είναι φυσικό, άρα και αναπόφευκτο.
Στην καπιταλιστική κοινωνία η έμφυλη ταυτότητα έγινε φορέας συγκεκριμένων εργασιακών λειτουργιών και το κοινωνικό φύλο δεν μπορεί να θεωρείται μια αμιγώς πολιτισμική πραγματικότητα, αλλά οφείλει να αντιμετωπίζεται ως προσδιοριζόμενο από τις ταξικές σχέσεις. Η πατριαρχία, ως σύστημα ηγεμονίας των ανδρών επί των γυναικών προϋπάρχει του καπιταλισμού. Περισσότερο, όμως από το να αποδείξουμε ποιες οι απαρχές της πατριαρχίας, τι συμβαίνει στους προκαπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς, αν συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την ιδιοκτησία και τι γινόταν στις κοινωνίες όπου η χρήση της γης και των πόρων ήταν κοινή, ας δούμε ποιες είναι οι σχέσεις μεταξύ πατριαρχίας και καπιταλισμού και γιατί συνεχίζει να αντιστέκεται, να υπάρχει και να επιβιώνει ακόμη και σε περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει ιδιοκτησία να μεταβιβαστεί, σε κοινωνίες όπου οι σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων είναι ισότιμες νομικά και κοινωνικά, εκεί όπου η μονογαμία δεν είναι (πια) το μοναδικό εργαλείο πειθάρχησης για την γυναίκα και κατοχύρωσης της γραμμής αίματος προκειμένου να διασφαλιστεί ο γνήσιος κληρονόμος.
Κρίση Καπιταλισμού και ανάδυση των φεμινισμών
Η επιστροφή με όρους όξυνσης του γυναικείου κινήματος στις πρώτες γραμμές των διεθνών κινητοποιήσεων και η ριζοσπαστικοποίηση του λοατκια+ κινήματος των τελευταίων ετών, έχουν κοινή ρίζα την καπιταλιστική κρίση, τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις που αυτή επιφέρει στο σύνολο των πτυχών της ζωής της τάξης και των πληττόμενων κοινωνικών ομάδων, αλλά και την συνακόλουθη συντηρητική πολιτική στροφή, ως πολιτική ελέγχου πληθυσμού και πειθάρχησης στην πιο σκληρή σελίδα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού μέχρι σήμερα. Οι κοινωνικές ομάδες που υφίσταντο ήδη μεγαλύτερη καταπίεση, εκμετάλλευση, ακόμη και κοινωνικό αποκλεισμό, όπως οι γυναίκες, τα λοατκια άτομα, οι μετανάστ(ρι)ες, τα άτομα με αναπηρία κλπ. βρέθηκαν στον δρόμο με διαφορετικούς όρους από ότι τα προηγούμενα χρόνια.
Όπως μας θυμίζει και η Φεντερίτσι, μακράν από το να είναι ένα φαινόμενο ιστορικά περιορισμένο στην αυγή του καπιταλισμού, η πρωταρχική συσσώρευση είναι συστατικό, σχεδόν καταστατικό στοιχείο του καπιταλισμού, μια στρατηγική που χρησιμοποιείται σε εποχές κρίσης για τον επαναπροσδιορισμό των ταξικών σχέσεων και την αναδιαμόρφωση των υποκειμενικοτήτων.
Αυτό το αρχικό ιστορικό παράδειγμα έχει δημιουργήσει μια παρακαταθήκη στρατηγικών, έτοιμων να εφαρμοστούν κάθε φορά που εμφανίζεται μια σημαντική καπιταλιστική κρίση, φτηναίνοντας το κόστος της εργασίας και βαθαίνοντας την εκμετάλλευση των γυναικών. Γι’αυτό και στην Ελλάδα της κρίσης, ενώ η ανεργία χτύπησε εξίσου άνδρες και γυναίκες στην εργατική τάξη, οι γυναίκες ήταν εκείνες που παρέμειναν στο σπίτι για να αναλάβουν την φροντίδα παιδιών, ηλικιωμένων, ασθενών κάτω από την διάλυση και των τελευταίων δομών κοινωνικού κράτους ή/και υπό το πρίσμα της αυξανόμενης ανέχειας. Τα τελευταία 7 χρόνια έχει καταγραφεί επιστροφή των γυναικών της εργατικής τάξης στα ποσοστά οικιακής απασχόλησης και φροντίδας για την αναπαραγωγή σε εκείνα των αρχών της δεκαετίας του 80, σύμφωνα και με τη μελέτη του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής Παντείου Πανεπιστημίου. Όσες παρέμειναν στην αγορά εργασίας, αντιμετωπίζουν διακρίσεις, σεξισμό ακόμη και έμφυλη βία σε καθημερινή βάση.
Η έμφυλη βία στο σπίτι, στον δρόμο και στη δουλειά παίρνει πολλές μορφές στα πρόσωπα των συντρόφων, της οικογένειας και των αφεντικών. Οι γυναικοκτονίες αυξάνονται δραματικά, και η σεξουαλική παρενόχληση και βία σε δημόσιο και ιδιωτικό χώρο έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Η έξαρση της έμφυλης βίας στα χρόνια της κρίσης είναι το ξερατό της καταπίεσης που υφίσταται το προνομιούχο υποκείμενο που του τάξανε πως θα γινόταν άλλος. Είναι ο εμετός της αρρενωπότητας πάνω στα δοχεία που θεωρεί ότι του ανήκουν, τα θηλυκά σώματα.
ΕπαναστατικήΔιαθεματικότητα
ή None of us are free if one of us is chained
“Σε όλες τις φωτογραφίες και τα βίντεο από τη διαδήλωση της 8ης Μάρτη βλέπω γυναίκες συνδικαλίστριες να φωνάζουν υπέρ της Παλαιστίνης και Παλαιστίνιες γυναίκες να φωνάζουν για εργατικά δικαιώματα. Βλέπω trans γυναίκες να μιλούν για συνδικάτα και γυναίκες από τα συνδικάτα να φωνάζουν δυνατά για τα δικαιώματα των trans. Ξέρεις πως λέγεται αυτό; Ταξικός Αγώνας. Κοίταξε να το συνηθίσεις», έγραφε η Tithi Bhattacharya, από την Πρωτοβουλία για τη Διεθνή Απεργία των Γυναικών, για την περσινή διαδήλωση στη Νέα Υόρκη, στις 8 Μαρτίου 2017, συμπυκνώνοντας το στίγμα των νέων φεμινισμών, τη βαθιά πεποίθηση πως καμία μας δεν είναι ελεύθερη, αν έστω και μία είναι καταπιεσμένη.
Στην Ισπανία, η δουλειά της Φεμινιστικής Πλατφόρμας στην οποία συναντήθηκαν πάνω από 400 συλλογικότητες και σωματεία, έδωσε τη μεγάλη φεμινιστική απεργία των 5 εκ. γυναικών, στις 8 Μαρτίου του 2018. Στη Διακήρυξη τους θέτουν το διαθεματικό φεμινισμό ως το εργαλείο επικοινωνίας μεταξύ των κινημάτων.
«Υιοθετούμε ένα διαθεματικό φεμινισμό, επειδή πιστεύουμε ότι διαπερνιόμαστε από ανισότητες και καταπιέσεις, που μας τοποθετούν σε θέσεις πολύ διαφορετικές απέναντι στην πατριαρχία, τη μισθωτή εργασία, την φροντίδα, την κατανάλωση, την άσκηση των δικαιωμάτων μας, την πολιτική διαπαιδαγώγηση και συμμετοχή, για τις διακρίσεις που τέμνουν κάθε μια από εμάς, λόγω της καταγωγής, της τάξης, της ηλικίας, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της φυλετικής ταυτότητας και των ικανοτήτων. Η απεργία, όμως είναι για όλες, υπάρχει ένα κενό για όλες και κάθε μία από εμάς, στην φεμινιστική απεργία της 8ης Μαρτίου»
Με συνθήματα όπως #Εμείς Απεργούμε και #Γυναίκες Όλων Των Χωρών Ενωθείτε, εθνικές επιτροπές για τη διεθνή ημέρα της γυναίκας σε πάνω από 50 χώρες αποτέλεσαν τον τόπο συνάντησης των ριζοσπαστικών φεμινιστικών συλλογικοτήτων με το εργατικό, λαϊκό, λοατκια, μεταναστευτικό, αντιρατσιστικό, αναπηρικό, και νεολαιίστικο κίνημα. Με κάθε μία από τις πολλαπλές καταπιέσεις που βιώνουμε ως γυναίκες και ως καταπιεσμένες θηλυκότητες.
Στην Ελλάδα το ρεύμα αυτό μετράει ήδη δεκάδες φεμινιστικές συλλογικότητες σε όλη τη χώρα. Συμμετοχές σε πανεργατικές απεργίες, αντιφασιστικά και αντεθνικιστικά συλλαλητήρια, διαδηλώσεις και παρεμβάσεις κατά της έμφυλης βίας, των βιασμών και των γυναικοκτονιών, μια πανελλαδική φεμινιστική δικτύωση για το δικαίωμα στην αυτοάμυνα και στήριξη των άδικα φυλακισμένων γυναικών, όλες θύματα του φύλου, της φυλής και της τάξης τους. Στόχος είναι όλες μαζί να στήσουμε εκείνη την πρωτοβουλία που θα οδηγήσει από του χρόνου η 8η Μάρτη να είναι μέρα απεργίας από την παραγωγική και αναπαραγωγική εργασία.