Τα προηγούμενα χρόνια, ιδίως κατά τη διάρκεια των Μνημονίων, πολλοί -και δικαίως- προβλέποντας το επαγγελματικό μέλλον της δυναμικής πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, έλεγαν με λίγη ντροπή αλλά και ένα ίχνος εξασφάλισης (με την έννοια του “δουλίτσα να υπάρχει”…) πως θα γίνουμε… “τα γκαρσόνια της Ευρώπης”, εννοώντας πως το μόνο επάγγελμα το οποίο έχει πέραση είναι αυτό του σερβιτόρου σε τουριστικά θέρετρα της χώρας τα οποία κατακλύζονταν μέχρι και πέρσι από ξένους επισκέπτες.
Πράγματι, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, σχεδόν το 1/4 του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος της Ελλάδας προήλθε από τον τουρισμό, καθώς οι επισκέπτες έφτασαν τα 30 εκατ., δηλαδή πλήθος τριπλάσιο σε σχέση με εκείνο του μόνιμου πληθυσμού της χώρας.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά πολλοί αναλυτές πίστεψαν πως λόγω αυτής της αλματώδους μεγέθυνσης του τουρισμού στην Ελλάδα, θα μπορούσε ο τελευταίος όχι μόνο να αποτελεί παράγοντα ολοένα και μεγαλύτερης αύξησης του ΑΕΠ, αλλά θα μπορούσε να συμπαρασύρει και άλλους κλάδους, όπως τον “πεθαμένο” εδώ και σχεδόν 10 χρόνια κλάδο των ακινήτων αλλά και των κατασκευών ή ακόμα και την ελληνική βιομηχανία, πέραν της εστίασης (καφέ, εστιατόρια) και του εμπορίου που εκ των πραγμάτων συμπαρασύρονται θετικά εδώ και χρόνια…
Όλα αυτά, πλέον, τα όνειρα, έχουν πάει περίπατο, μετά το ξέσπασμα της “διπλής”, δηλαδή της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης, της λεγόμενης κορονο-κρίσης.
Τα σενάρια που “παίζουν” για τον τουρισμό, το φετινό καλοκαίρι, είναι μεταξύ χειρότερου και… χείριστου.
Την ίδια μοίρα θα έχουν και οι κλάδοι που επηρεάζονται άμεσα από τον τουρισμό και ιδίως η εστίαση.
Υπό αυτές τις συνθήκες, αναμένεται τουλάχιστον 3 στους 4 από όσους απασχολήθηκαν πέρσι στον τουρισμό, να μην απασχοληθούν φέτος.
Ο λόγος για πάνω από 300.000 εργαζομένους, οι οποίοι θα βρεθούν στο έλεος των διαφόρων προσωρινών επιδομάτων που έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση.
Ούτε λίγο, ούτε πολύ αντιστοιχούν στο 15% των απασχολούμενων στη χώρα.
Όσοι ξαναπιάσουν δουλειά στον τουρισμό, πάνε απευθείας για συμβάσεις μερικής απασχόλησης, καθώς οι εισφορές τους θα επιδοτηθούν από το κράτος.
Η κατάσταση αυτή στον τουρισμό φέτος, μαζί και στους εργαζομένους, έχει κάνει πολλούς αναλυτές, πολιτικούς κλπ. να θυμηθούν ξανά τα περί “αναγκαίας αλλαγής παραγωγικού προτύπου” . Τι σημαίνει αυτό ;
Πρόκειται για την άποψη που λέει πως πρέπει να ενισχυθούν και άλλοι κλάδοι της ελληνικής οικονομίας, όπως η βιομηχανία, ιδίως η εξαγωγική, αγροτο-κτηνοτροφικός τομέας κλπ, καθώς -όπως αποδείχτηκε – κλάδοι όπως ο τουρισμός, οι οποίοι εξαρτώνται έντονα από τη διεθνή οικονομική συγκυρία μπορούν να τελματωθούν πολύ εύκολα.
Καταρχάς, μπαίνουμε στον …πειρασμό, να πούμε πως κάθε άλλο παρά πρώτη φορά είναι που ανοίγει αυτή η κουβέντα.
Το ίδιο έγινε και κατά τη μνημονιακή περίοδο. Μελέτες επί μελετών, άρθρα επί άρθρων γραφόταν για το θέμα αυτό από διάφορους “σοφούς” της οικονομίας…
Όλα τα “κόμματα εξουσίας”, δεξιά, κεντροαριστερά, “αριστερά” (δηλαδή τα κόμματα που είτε κατέχουν την εξουσία, είτε μπορούν να τη διεκδικήσουν με την έννοια ότι έχουν σημαντική λαϊκή απήχηση) λέγανε “ναι” στην “ αλλαγή παραγωγικού προτύπου”, αλλά κανένα (μαζί και ο ΣΥΡΙΖΑ) δεν έκανε ποτέ τίποτα προς την κατεύθυνσή αυτή….
Αξίζει να σημειωθεί πως η κουβέντα (ξανά !) περί “αλλαγής παραγωγικού προτύπου” συναντιέται ακόμα και κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου στην Ελλάδα, ιδίως πριν την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά.
Τότε υπήρξε μεγάλη κόντρα μεταξύ εμπόρων και βιομηχάνων (αν και οι δύο είχαν βγει τότε κερδισμένοι απο το διπλασιασμό των ελληνικών εδαφών και την είσοδο του μικρασιατικού προλεταριάτου….), με τους εμπόρους να είναι κατά της αλλαγής του παραγωγικού προτύπου καθώς το τότε πρότυπο τους καθιστούσε κυρίαρχους στην οικονομική ζωή και τους βιομήχανους να είναι υπέρ της αλλαγής καθώς κάτι τέτοιο θα τους ευνοούσε.
Το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος, η κατοχή και ο Εμφύλιος άφησε πίσω αυτή τη συζήτηση μαζί και όποια απόπειρα αλλαγής.
Ακόμα και η μεταπολεμική οικονομική -μαζί και βιομηχανική – άνθηση (μέσω του αμερικανικού σχεδίου Μάρσαλ και πάνω από τα κόκκαλα των Ελλήνων Ανταρτών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ-ΔΣΕ) πριν φτάσει και αυτή στο τέλμα της τη δεκαετία του ’70 και του ’80 δεν φαίνεται να ανέτρεψε τελικά την οικονομική πρωτοκαθεδρία του εμπορίου, καθώς αυτή ήταν δεμένη με τον κομπραδόρικο χαρακτήρα της ελληνικής αστικής τάξης, ο οποίος “θεσμοποιήθηκε” ακόμα περισσότερο με την ένταξη στην Ε.Ο.Κ. και αργότερα στην ευρωζώνη.
Η χρεοκοπία του ελληνικού καπιταλισμού το 2010 και τα μετέπειτα Μνημόνια, επέτειναν ακόμα περισσότερο το μεταπρατικό χαρακτήρα, μαζί και τα στοιχεία της εξάρτησης από τον ιμπεριαλισμό, καθώς εκτός από τη νομισματική πολιτική που παραχώρησε το ελληνικό αστικό κράτος στην ευρωζώνη (με την κυκλοφορία του ευρώ στην Ελλάδα από το 2002) παρέδωσε και τη δημοσιονομική πολιτική του στην “τρόικα” και, μετά, στους “θεσμούς”.
Κόντρα στις εκτιμήσεις ορισμένων κύκλων αναλυτών, σύμφωνα με τις οποίες, μέσα στον κυκλώνα της ύφεσης του 2010 -2013, εμφανίστηκαν “τάσεις υποκατάστασης των εισαγωγών” με εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα, μόλις πήρε λίγο τα πάνω του ο ελληνικός καπιταλισμός, από το 2014 και μετά, εκτινάχθηκαν οι εισαγωγές, οδηγώντας στην ανάκαμψη του εμπορικού ελλείμματος, το οποίο υπήρξε και μία από τις γενεσιουργές αιτίες του ελληνικού καπιταλιστικού χρεοστασίου πριν δέκα χρόνια.
Προφανώς από τις εισαγωγές ευνοήθηκαν πρώτα και κύρια οι Έλληνες έμποροι και όχι οι Έλληνες βιομήχανοι.
Μετά την έξοδο από τα Μνημόνια, και πάλι ήταν οι έμποροι εκείνοι που ευνοήθηκαν, μαζί με τους επιχειρηματίες της εστίασης και του τουρισμού.
Είναι να απορείς -όπως και να οργίζεται με την υποκρισία τους !- τι ωθεί και πάλι τους αναλυτές και τους αστούς πολιτικούς, οι οποίοι αν και είναι χειροπόδαρα δεμένοι με τον ξένο κεφάλαιο (που κάθε άλλο ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας και αγροτικής παραγωγής), να μιλούν για την “ανάγκη αλλαγής παραγωγικού προτύπου” μετά το ξέσπασμα της κορονο-κρίσης;
Η αφορμή αυτής της “στροφής” (ξανά) υπέρ της “αλλαγής παραγωγικού προτύπου” είναι προφανής : Η καθίζηση του τουρισμού και της εστίασης λόγω της καραντίνας.
Και τι πιστεύουν αυτοί οι αναλυτές; Ότι μπορεί υπό τις σημερινές συνθήκες να ανακάμψει η ελληνική βιομηχανία; Με τι κεφάλαια; Από ποιες τράπεζες θα πάρει νέα δάνεια; Σε ποια διεθνή αγορά θα εξάγει τα προϊόντα της ; Μήπως νομίζει κανείς πως η μείωση των μισθών των εργαζομένων στην Ελλάδα θα καταστήσει “αυτόματα” διεθνώς, πιο ανταγωνιστική την ελληνική βιομηχανία, όταν η ίδια μείωση “παίζει” σε όλο τον κόσμο;
Η σημερινή κρίση, μετά το βαθύ κάθισμα της οικονομίας (είτε είναι τύπου “V”, είτε “U”, είτε “L”), θα φέρει, όπως και οι προηγούμενες, το ίδιο αποτέλεσμα : Θα δυναμώσει τις… αδυναμίες του ελληνικού καπιταλισμού και θα αδυνατίσει τις όποιες δυνατότητές του. Έτσι, θα ρίξει ακόμα πιο χαμηλά την ελληνική βιομηχανία (αλλά και την αγρο-κτηνοτροφία) και θα ανεβάσει, έστω και σε 1 -2 χρόνια τον τουρισμό, την εστίαση αλλά και το εμπόριο.
Μόνο που αυτό το ανέβασμα αφορά μόνο το “ειδικό βάρος” αυτών των κλάδων έναντι της βιομηχανίας και της αγροτικής παραγωγής και όχι το “ειδικό βάρος” τους στο διεθνές στερέωμα, ειδικά καθώς αυτό καταποντίζει τα εισοδήματα των λαών, μαζί και των …ξένων, δυνητικών τουριστών στην Ελλάδα ….
Πέφτοντας ο ελληνικός τουρισμός,, θα ρίξει και τους μισθούς, τα δικαιώματα, την κατανάλωση, τους όρους ζωής του προλεταριάτου αυτής της χώρας. Παρεπιπτόντως, το ίδιο έκανε μετά το 2014, ενώ την ίδια περίοδο οι βασικές χώρες προέλευσης των τουριστών (ΗΠΑ, Γερμανία, κλπ) δεν περνούσαν τα ζόρια που πέρναγε τότε η Ελλάδα. Δεν θα γίνουν χειρότερα τώρα σε βάρος των εργαζομένων του τουρισμού και ευρύτερα, σε συνθήκες που όλες οι χώρες του κόσμου έχουν κάτσει κάθισμα βαθύ ; Εξάλλου και προ της κορονο-κρίσης, ο ελληνικός τουρισμός είχε φτάσει στα όρια του,σε επίπεδο υποδομών, κόστους κλπ. Φαντάσου, τώρα …
Έτσι, η απασχόληση στους κλάδους του τουρισμού και της εστίασης θα πάψει να είναι “ελκυστική” -αν και εξίσου βάρβαρη απασχόληση οπως σε άλλους κλάδους – για την εργατική τάξη και, άρα, δεν μπορεί να αποτελεί πλέον μία , έστω και μία εποχική, προσωρινή “διέξοδο” σαν και αυτή που είχε γίνει τα τελευταία χρόνια.
Από αυτήν την άποψη, το να γίνουμε “τα γκαρσόνια της Ευρώπης” δεν αποτελεί πλέον καμία… ” προοπτική”, έστω και αν αυτή δεν ήταν και πολύ “εθνικά περήφανη”, όπως αποτελούσε προ της κορονο-κρίσης. Μ’ άλλα λόγια, ήλθε η ώρα του “θανάτου” της.
Μάταιο είναι να νομίζει κανείς πως μπορεί να “νεκρανασταθεί” ή να αντικατασταθεί από την ανάπτυξη κάποιου άλλου κλάδου, η οποία να είναι τέτοια που να μπορεί να τραβήξει μπροστά το “κάρο” του ελληνικού καπιταλισμού, όπως έκανε ο τουρισμός. Το βασικό πρόβλημα του (και) του ελληνικού καπιταλισμού δεν είναι “παραγωγικό”, αλλά κοινωνικό.
Με άλλα λόγια, το πρόβλημα της παραγωγής, της οικονομίας γενικότερα είναι ο ίδιος… ο καπιταλισμός και όχι τι κάνει ο ένας ή άλλος κλάδος του. Μόνο ανατρέποντας το κοινωνικό αυτό σύστημα οι εργάτες, θα μπορέσουν να φέρουν την αναγκαία -πράγματι- παραγωγική ανασυγκρότηση στη χώρα, η οποία, βέβαια, δεν έχει καμία σχέση, με εκείνη που φαντασιώνονται, μάταια, οι αστοί αναλυτές.
Δ.Κ.