«ΟΙ ΗΠΑ ΕΚΑΝΑΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΝΟΗΣΟΥΝ ΤΟ ΤΙ ΓΙΝΟΤΑΝ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ»
O ναύτης που κατέβασε τη ναζιστική σημαία!
Tο ημερολόγιο έδειχνε 1935. Oι υπόκωφοι ήχοι των σειρήνων του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου ήδη ακούγονταν. Όπως ακούγονταν και οι οιμωγές των κρατουμένων από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης της ναζιστικής Γερμανίας. Όμως, η αμερικανική μπουρζουαζία και το πολιτικό κατεστησμένο της χώρας, όπως άλλωστε και όλων των ευρωπαϊκών καπιταλιστικών χωρών, έκανε πως δεν άκουγε. Στον Ποταμό Χάντσον, στην καρδιά της Nέας Yόρκης, η ναζιστική σβάστικα κυμάτιζε πάνω στο πολυτελές γερμανικό υπερωκεάνιο S.S. Bremen, ενώ η αριστοκρατία συμμετείχε στις χοροεσπερίδες των ναζί αξιωματικών και η μπουρζουαζία έκλεινε επικερδείς συμφωνίες.
Mόνο μια ομάδα προλετάριων δεν μπορούσε να ανεχθεί το ναζιστικό σύμβολο.
Σε ένα νέο βιβλίο, ο δημοσιογράφος Peter Duffy εξιστορεί πώς πριν από 85 χρόνια ο ναύτης του εμπορικού στόλου Bill Bailey διακινδύνευσε με φυλακή γιατί κατέβασε τη σβάστικα από ένα γερμανικό πλοίο στο οποίο βρισκόταν ο Ροκφέλερ, ισχυροί πολιτικοί, αστέρες κινηματογραφικών ταινιών και αριστοκράτες…
του RICH TENORIO
Ένα σύμβολο μίσους πάνω απ’ τον Ποταμό Χάντσον, η σημαία με τη σβάστικα, ανέμιζε στον πρόβολο του γερμανικού πολυτελούς υπερωκεάνιου S.S. Bremen το καλοκαίρι του 1935. Εκείνο τον καιρό, το Bremen πραγματοποιούσε τακτικές επισκέψεις στη Νέα Υόρκη και πολλοί Αμερικανοί ανέβαιναν πάνω στο πλοίο για να θαυμάσουν αυτό το πλωτό σύμβολο της τεχνολογίας του Ράιχ.
Άλλοι, ωστόσο, κοίταζαν πέρα από τα λαμπερά καταστρώματα και τις μπάντες του Oompah και επικεντρώνονταν σ’ αυτό που συνέβαινε στην άλλη ακτή του Ατλαντικού, όπου οι Ναζί οργάνωναν αιματηρές επιθέσεις και διωγμούς εναντίον των Εβραίων.
Στις 26 Ιουλίου 1935, μια ομάδα Αμερικανών ανέλαβε δράση. Με επικεφαλής τον 20χρονο ναύτη του εμπορικού ναυτικού William “Bill” Bailey, ξεγλίστρησαν μέσα στo αποχαιρετιστήριo γκαλά του πλοίου, αποφασισμένοι να αφαιρέσουν τη ναζιστική σημαία που κυμάτιζε σε δημόσια θέα. Καταδιωκόμενος από το πλήρωμα και τους αστυνομικούς της Νέας Υόρκης, ο Bailey κατάφερε να ρίξει το έμβλημα του Χίτλερ στα νερά του ποταμού Χάντσον.
Το περιστατικό έγινε παγκοσμίως πρωτοσέλιδο. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ζήτησε επανειλημμένα συγγνώμη από το οργισμένο ναζιστικό καθεστώς. Ο Bailey και οι πέντε σύντροφοί του, που συλλογικά πήραν το παρατσούκλι οι Έξι του Bremen, δικάστηκαν, αλλά, τελικά αθωώθηκαν από τον δικαστή Louis B. Brodsky.
Αλλά παρά τη διάσημη φύση του συμβάντος, ο Bailey σύντομα ξεχάστηκε από την ιστορία.
Tην τολμηρή πράξη του αναβιώνει τώρα, σ’ ένα νέο βιβλίο με τίτλο «Ο Αγκιτάτορας: ο William Bailey και η Πρώτη Αμερικανική Εξέγερση Κατά του Ναζισμού», ο συγγραφέας και δημοσιογράφος της Νέας Υόρκης Peter Duffy. Σε μια συνέντευξη στους Times of Israel, ο Duffy είπε ότι ο Bailey ήταν «τόσο διορατικός, γενναιόδωρος, ανοιχτόκαρδος – ένα σπουδαίο παράδειγμα ενός συμπαθητικού ατόμου που είδε αυτό που άλλοι δεν μπορούσαν να δουν».
Γεννημένος το 1915, ο Bailey έζησε σχεδόν ως τα 80 του και αγωνίστηκε για πολλούς σκοπούς στη διάρκεια της συναρπαστικής ζωής του. Εκτός από τον ηρωισμό του πάνω στο Bremen, πολέμησε τον Ισπανό δικτάτορα Francisco Franco κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, υπηρέτησε τη χώρα του στη θάλασσα στο B’ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνέχισε δράση του ως τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Όταν πέθανε στο σπίτι του στο Σαν Φρανσίσκο, το 1995, η «δια βίου δέσμευσή του για κοινωνική και οικονομική δικαιοσύνη» σημειώθηκε στη Βουλή των Αντιπροσώπων από τη γερουσιαστή Nancy Pelosi.
«Ο Αγκιτάτορας» συνυφαίνει την ιστορία του Bailey με την ολοένα επιδεινούμενη κατάσταση στη Γερμανία του Χίτλερ και συνεχίζει ένα θέμα αντιναζιστικής αντίστασης που διερευνάται στα έργα του Duffy. Στο πρώτο του βιβλίο, «Οι Αδελφοί Bielski: Η Αληθινή Ιστορία Τριών Ανδρών που Αψήφησαν τους Ναζί, Έσωσαν 1.200 Εβραίους και Έχτισαν Ένα Χωριό στο Δάσος», εξιστορείται μια ηρωική αδελφική τριάδα και το διασωστικό τους έργο στα γκέτο της Ανατολικής Ευρώπης στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Οι Αδελφοί Bielski «με ώθησαν να σκεφτώ να συγκεντρώσω αυτούς που ξεσηκώθηκαν για να πουν κάτι [για τους Ναζί] πολύ καιρό πριν τα [συμμαχικά] στρατεύματα αποβιβαστούν την D-Day», είπε ο Duffy· «σε μια εποχή που η κυβέρνηση των ΗΠΑ έκανε ό,τι μπορούσε για να αγνοήσει, και απολογούνταν για ό,τι συνέβαινε στη Γερμανία.»
Ο Duffy έμαθε για το συμβάν της σημαίας από μια συνέντευξη που έδωσε ο Bailey για το ντοκιμαντέρ «Η Καλή Μάχη: Η Ταξιαρχία Αβραάμ Λίνκολν στον Ισπανικό Εμφύλιο πόλεμο». Το ντοκιμαντέρ αναφέρεται στους διεθνείς εθελοντές που πήραν τα όπλα ενάντια στον Φράνκο στην Iσπανία. Mε κεντρισμένο το ενδιαφέρον, ο Duffy διάβασε ολόκληρο το κείμενο της συνέντευξης στη βιβλιοθήκη Tamiment του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.
Ανακάλυψε ότι η πράξη του Bailey ήταν ένα «διεθνές συμβάν, για το οποίο οι κορυφαίοι κύκλοι της κυβέρνησής μας ήθελαν πολύ να γνωρίζουν κάθε λεπτομέρεια», είπε.
Υπήρχαν φάκελοι του υπουργείου Εξωτερικών, δικαστικές διαδικασίες και εκτεταμένη έκθεση της αστυνομικής υπηρεσίας της Νέας Υόρκης που περιείχε τις πράξεις των αστυνομικών πάνω στο Bremen εκείνη τη νύχτα, συμπεριλαμβανομένου του Εβραίου ντετέκτιβ Matthew Solomon. Ο Duffy επίσης πήρε συνέντευξη από το γιο του Bailey, Michael, του οποίου η μητέρα, η δεύτερη σύζυγος του Bailey, Ruth (Kujawsky) Kaye, ήταν κόρη Πολωνοεβραίων μεταναστών στις ΗΠΑ. Ο Duffy είπε ότι το σημείο κλειδί στην έρευνά του ήταν ο εντοπισμός της απομαγνητοφώνησης της δίκης στα Εθνικά Αρχεία.
«Το να βρεις μια απομαγνητοφώνηση δικαστικής απόφασης και πρακτικά από το 1935 στη Νέα Υόρκη είχε μια αρκετά ισχνή πιθανότητα», είπε ο Duffy.
Αλλά ήταν εκεί, όλες οι 1.000 περίπου σελίδες του, εξαιτίας του ενδιαφέροντος για το έθνος και τον κόσμο, όπου όλοι εμπλέκονταν, η Νέα Υόρκη, η Πολιτεία της Νέας Υόρκης και το Υπουργείο Εξωτερικών.
Στο επίκεντρο βρισκόταν ο Bill Bailey, ένας φτωχός Ιρλανδός καθολικός, παιδί του Μανχάταν και του Hoboken στο New Jersey, όπου δούλευε στα μηχανοστάσια των εμπορικών πλοίων και ηγούνταν στις προσπάθειες των πληρωμάτων τους να συνδικαλιστούν. (O Bill Bailey επίσης εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα, αν και θα διακόψει τους δεσμούς του αρκετές δεκαετίες αργότερα).
Ο Bailey είχε νιώσει θλίψη απ’ τον φυλετικό διαχωρισμό που είδε πάνω σε ένα πλοίο αγκυροβολημένο στον αμερικανικό Νότο κι από την κακομεταχείριση ενός Ινδού λαθρεπιβάτη που οδήγησε στην αυτοκτονία του. Και το 1935, ο Bailey ανησυχούσε όλο και περισσότερο για τα αίσχη που διέπραττε το ναζιστικό καθεστώς.
Εκείνη τη χρονιά, η κυβέρνηση του Χίτλερ συνέλαβε έναν ναύτη των ΗΠΑ, τον Lawrence Simpson, πάνω σε ένα αμερικανικό πλοίο, φυλακίζοντάς τον στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Fuhlsbüttel με την κατηγορία ότι σχεδίαζε να διασπείρει αντιναζιστικά μηνύματα. Οι ταραχές του Βερολίνου τον Ιούλιο οδήγησαν στο θάνατο του Πολωνοεβραίου Moritz Kleinfeld, με δεκάδες τραυματίες και καταστροφή των εβραϊκών περιουσιών. Οι συλλήψεις καθολικών κληρικών από τους Ναζί επέφεραν τη διαμαρτυρία του Βατικανού, γεγονός που οδήγησε τον επικεφαλής της Luftwaffe Hermann Göring να επικρίνει την Καθολική Εκκλησία. Όλα αυτά έγιναν αιτία να συμμετάσχει ο Bailey σε μια επική αποστολή απείθειας εναντίον του σκάφους πάνω στο οποίο ανέμιζε η ναζιστική σημαία εκείνη τη στιγμή στην Αποβάθρα 86, στο Μανχάταν.
Ο Bailey και οι συν-συνωμότες του, 50 στο σύνολο, σχεδίαζαν να διεισδύσουν στο Bremen κατά το νυκτερινό αποχαιρετιστήριο πάρτι που πραγματοποιούνταν στο πλοίο το βράδυ πριν απ’ την αναχώρησή του. Εκτιμάται ότι 7.000 άνθρωποι γέμισαν το πλοίο εκείνη τη νύχτα. Στους προσκεκλημένους συμπεριλαμβάνονταν ο δίχρονος William Donner Roosevelt, του οποίου παππούς ήταν ο πρόεδρος Franklin Delano Roosevelt, καθώς και τα μέλη των οικονομικών δυναστειών Morgan και Rockefeller, η σταρ του Χόλιγουντ Elissa Landi και ο ευγενής από την Ονδούρα Humberto Fombona-Blanco.
Καθώς το πλήρωμα άρχισε να καθαρίζει τα καταστρώματα για αναχώρηση, ο Bailey και οι σύντροφοί του έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν ένα νέο σχέδιο. Ενώ μερικοί έκαναν κινήσεις αντιπερισπασμού, ο Bailey ηγούνταν μιας ομάδας για να κατεβάσουν τη σημαία. Διακινδυνεύοντας να γκρεμιστεί ανέβηκε μια ετοιμόρροπη σκάλα, αλλά δεν μπορούσε να σχίσει το έμβλημα εντελώς, καθώς είχε χάσει το ξυράφι του. Ευτυχώς, ο σύντροφός του ναυτικός Adrian Duffy έσκισε τη σημαία με ένα σουγιά και ο Bailey την πέταξε στο ποτάμι.
Ο συγγραφέας γράφει ότι το περιστατικό με τη σημαία ήταν η αγαπημένη ιστορία του Bailey, «μια παραβολή σχετικά με την τραχιά προσπάθεια τις πρώτες ημέρες του ναζιστικού καθεστώτος για να πειστεί ο κόσμος ότι ο Αδόλφος Χίτλερ έπρεπε να αντιμετωπιστεί». Ωστόσο, τα άμεσα επακόλουθα φαίνονταν δυσοίωνα για τους συμμετέχοντες. Η σημαία ανακτήθηκε και επανατοποθετήθηκε γρήγορα ενώ οι ΗΠΑ ζήτησαν συγγνώμη από την οργισμένη ναζιστική Γερμανία.
Η επακόλουθη δίκη των Έξι του Bremen είχε «εξαιρετική κάλυψη την εποχή εκείνη», είπε ο Duffy, με αποτέλεσμα δραματικό για το δικαστήριο του δικαστή Brodsky, ενός Εβραίου δικαστή τον οποίο ο συγγραφέας αποκαλεί μετριοπαθή δημοκράτη. Για να αθωώσει τους κατηγορούμενους, ο Brodsky βρήκε προηγούμενη αντίστοιχη υπόθεση σχεδόν 200 χρόνια νωρίτερα, το Boston Tea Party του 1773, το οποίο συνέβαλε στο να πυροδοτηθεί η Αμερικανική Επανάσταση.
Ο Duffy σημείωσε ότι και οι δύο διαμαρτυρίες πραγματοποιήθηκαν πάνω σε πλοία και τις δύο τις ακολούθησαν δικαστικές διαδικασίες. Και, είπε, ότι όπως το τσάι που οι Αμερικανοί άποικοι πέταξαν στο λιμάνι της Βοστώνης ήταν σύμβολο της περιφρόνησης προς τους φόρους που τους επέβαλαν οι Βρετανοί, έτσι κι η σημαία που ο Bailey έριξε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης ήταν (μια συμβολική πράξη) απέναντι σε «ένα συμβολικό έμβλημα ενός μισητού καθεστώτος» που εκπροσωπούσε μια μεγαλύτερη απειλή.
Οι πατριώτες του Boston Tea Party εξυμνήθηκαν εν ζωή και συνέχισαν να απολαμβάνουν το σεβασμό στην αμερικανική ιστορία. Ο Bailey, αντιθέτως, έχασε τα προς το ζην ως ναυτικός, κατά τη διάρκεια του αντικομμουνιστικού Κόκκινου Τρόμου (δηλαδή του Μακαρθισμού) κλήθηκε να καταθέσει ενώπιον της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων. Ο Bailey απαρνήθηκε το κομμουνιστικό κόμμα μετά την Ουγγρική Επανάσταση του 1956. Ο Duffy είπε ότι ταυτίστηκε με τους Ούγγρους διαδηλωτές, όχι με τους Σοβιετικούς στα τανκς της καταστολής.
Ο Bailey απήλαυσε μια αργοπορημένη αναγέννηση. Έγινε τοπικός ήρωας στο Σαν Φρανσίσκο, με την Pelosi μεταξύ άλλων να δωρίζει κεφάλαια για να δημοσιεύσει την αυτοβιογραφία του. Εμφανίστηκε ακόμη και σε αρκετές ταινίες του Χόλιγουντ, συμπεριλαμβανομένης της ‘On the Edge’ με το Bruce Dern.
«Βγάζει σχεδόν νόημα το ότι στο τέλος της ζωής του συμμετέχει σε ταινίες στο Χόλιγουντ», είπε ο Duffy. «Στο ‘On the Edge’ νομίζω ότι κλέβει την παράσταση στην ταινία. Δεν παίζει απλά ένα ρολάκι, αλλά ένα ρόλο κλειδί. Είναι μια ένδειξη της εντυπωσιακής μορφής του».
Μετάφραση Γιαν. Σιμ.