ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΠΟΥ ΠΙΑΝΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΡΙΖΑ ΤΟΥΣ

 

 

Αν αρνηθώ τις πουδραρισμένες περούκες θα απομείνουν οι μη πουδραρισμένες, γράφει ο Μαρξ στην Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου για να στηλιτεύσει τη μερική άρνηση της παρούσας κατάστασης που οδηγεί και πάλι στο «παλιό».

Pιζοσπαστική [θεωρία], συνεχίζει, σημαίνει να πιάνει τα πράγματα από τη ρίζα. 
Αυτό το συμπέρασμα είναι απλό κι όμως προκαλεί δέος. Στην καθημερινότητά του, για παράδειγμα, ένας απλός χωρικός γνωρίζει πολύ καλά πως αν δεν ξεριζώσει με τη μεγαλύτερη επιμέλεια απ’ το χωράφι του τα ζιζάνια, αυτά θα ξαναφυτρώσουν· ωστόσο ο ίδιος χωρικός αν βρεθεί αντιμέτωπος με μια παρόμοια κατάσταση στην κοινωνία ή την πολιτική θα σταθεί ανίκανος για ένα καλό ξεχορτάριασμα. Στην κλίμακα της κοινωνίας τα μάτια του είναι απολύτως ανεπαρκή για να δει την αλήθεια που βλέπει στο χωράφι.

Τί παραπάνω θα καταφέρει ένας μαρξιστής πανεπιστημιακός και διανοούμενος που εμπιστεύεται υπέρμετρα τα μάτια του; Τίποτα παραπάνω – θα καταλήξει μια παρωδία του χωρικού. 
Στην κλίμακα της δικής μας κοινωνίας και πολιτικής ας πάρουμε σαν συμβάν την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ. Όλες οι οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς συγκλίνουν στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε. Αυτό αποτελεί κάτι αυτονόητο, όλοι αρνούνται τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ζητούμενο είναι τί μας προφυλάσει από μια επανάληψη της ταξικής συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη φορά σαν παρωδία;  


Παραφράζοντας τον Μαρξ, στην Ελλάδα και διεθνώς, απελευθέρωση από την καπιταλιστική καταπίεση δεν είναι δυνατή παρά αν υπάρξει ταυτόχρονα απελευθέρωση από τα μερικού χαρακτήρα ξεπεράσματα της καπιταλιστικής καταπίεσης. Αυτός ο μερικός χαρακτήρας ξεπεράσματος της καπιταλιστικής καταπίεσης μάς έχει κάνει να υποφέρουμε πολύ, ειδικά στην Ελλάδα. 
Μέχρι στιγμής στην ιστορία της ταξικής πάλης στην Ελλάδα αυτό το ερώτημα είχε μια μερική απάντηση κι έτσι ακόμα και οι πιο μεγαλειώδεις στιγμές της ταξικής πάλης κατέληγαν σε προδοσίες για να γίνουν αργότερα παρωδίες. Από το μεγαλειώδες ΕΑΜ με την κυβέρνηση του Βουνού φτάσαμε στην προδοσία της Βάρκιζας. Κι από το Πολυτεχνείο και τις μάχες της Μεταπολίτευσης φτάσαμε στην οικουμενική κυβέρνηση.
Με αφορμή τη δημιουργία της ΛΑ.Ε [Λαϊκή Eνότητα] συζητιέται μέσα στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά, γιατί να είναι κακή μια συμμαχία με πρώην ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ εφόσον σημασία έχει τι κάνουν τώρα, όχι τι έκαναν παλιότερα· άλλωστε και οι σύντροφοι του ΝΑΡ σαν παλιά μέλη του ΚΚΕ είχαν ένα αντίστοιχα κακό παρελθόν.

Το ζήτημα μπαίνει εξαρχής λάθος. Η εκπαίδευση και η παράδοση της αριστεράς στην Ελλάδα βασίζεται στην σταλινική διαστρέβλωση του Μαρξισμού και ήταν πάντοτε η λυδία λίθος της προδοσίας. Κάθε προσπάθεια μερικού ξεπεράσματος αυτής της παράδοσης κατέληγε εκ νέου σε παρωδία. Η απλή «άρνηση» της προδοσίας του ΚΚΕ με τη συμφωνία της Βάρκιζας οδήγησε στο «πρώτη φορά αριστερό μνημόνιο». Η διαφορά των συντρόφων του ΝΑΡ από τη ΛΑ.Ε βρίσκεται ακριβώς σε αυτό, ότι οι σύντροφοι του ΝΑΡ προσπάθησαν να ξεπεράσουν βαθύτερα την σταλινική διαστρέβλωση και να επιστρέψουν στο μαρξισμό. Το μέτρο της επιτυχίας τους βέβαια, μετά από δύο δεκαετίες, αντανακλάται στις σημερινές τους κινήσεις.
Είναι λοιπόν δύσκολο για έναν επαναστάτη μαρξιστή να συμπεράνει: Πρώτον ότι η απλή «άρνηση» του ΣΥΡΙΖΑ θα καταλήξει αναπόφευκτα σε μια νέα παρωδία με όχημα τη ΛΑ.Ε, και δεύτερον ότι η επανάληψη της επανάληψης μιας ταξικής συνεργασίας, με έξοδο από το ευρώ αυτή τη φορά, θα ωφελήσει μόνο την άρχουσα τάξη στην Ελλάδα;  
Όπως φαίνεται από τις συναντήσεις της ΛΑ.Ε με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε «συντροφικό κλίμα», είναι πραγματικά δύσκολο, όμως και πάλι το ερώτημα είναι γιατί συμβαίνει αυτό. Η απάντηση είναι απόδειξη της πανουργίας της ιστορίας. Γιατί οι σύντροφοι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ όσο κι αν ορκίζονται ότι έχουν ξεκόψει από τις σταλινικές αυταπάτες που οδήγησαν σε τραγωδίες, τις έχουν ξεπεράσει μονάχα μερικά και έτσι τείνουν να επιστρέψουν στο «παλιό». Η ιστορία θα δείξει.
Λίγο μετά την αποτυχία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οι λέξεις έχουν ιδιαίτερη σημασία. Η ΛΑ.Ε υπόσχεται πως είναι «η μοναδική δύναμη που θα μπορεί να λυτρώσει οριστικά την πατρίδα μας και να χαρίσει στον Λαό μας Ελευθερία, Ανεξαρτησία και Περηφάνια» με όχημα την εναντίωση στα μνημόνια και το ευρώ. Ο ΣΥΡΙΖΑ στις θέσεις του το 2012 υποστήριζε τον κοινοβουλευτικό δρόμο προς το σοσιαλισμό. Η ΛΑ.Ε επιστρέφει στον παραδοσιακό σταλινισμό, διακηρύσσει ότι η επιστροφή σε μια καλύτερη εποχή του καπιταλισμού είναι αναγκαίος όρος για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό.  Αν όμως ήταν δυνατή μια τέτοια επιστροφή στο περιβάλλον της ιστορικής, παγκόσμιας και δομικής κρίσης του καπιταλισμού, δε θα την πραγματοποιούσαν οι ίδιοι οι καπιταλιστές; Όμως πέραν της αδυναμίας να επιστρέψουμε σε έναν καλύτερο καπιταλισμό, η υιοθέτηση μιας τέτοιας στρατηγικής από το λαϊκό και εργατικό κίνημα συνιστά μια ειλημμένη τραγωδία. Τη στιγμή της πιο μεγάλης κρίσης και αδυναμίας της άρχουσας τάξης στην Ελλάδα η ΛΑ.Ε καλεί το εργατικό κίνημα να γίνει όχημα για την κοινωνική, πολιτική και οικονομική αναστύλωση της. Δε θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη υπηρεσία στο κεφάλαιο και μεγαλύτερο χτύπημα στα ιστορικά συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Αν θέλουμε να κάνουμε επανάσταση, ελπίζω αυτό να θέλουμε, αν μας καίει η υπόθεση της συνολικής ανθρώπινης χειραφέτησης, αν επιθυμούμε το συνολικό ξερίζωμα της παλιάς κοινωνίας και ονειρευόμαστε μια νέα κοινωνία ευτυχίας και ελευθερίας δίχως καταναγκασμό, τότε θα πρέπει η θεωρία μας να συμμορφωρθεί με αυτή μας την επιθυμία και απαίτηση. Δηλαδή να γίνει ριζοσπαστική, να πιάσει τα πράγματα από τη ρίζα. Είναι αδύνατο να ξεριζώσουμε συθέμελα την παλιά κοινωνία χωρίς να ξεριζώσουμε θεωρητικά το κράτος, την αστική ιδεολογία αλλά και τα μολυσμένα κύτταρά της μέσα στο επαναστατικό κίνημα. Αν θέλουμε η επαναστατική πάλη, ελπίζω αυτό να θέλουμε, να συνδεθεί με όλη την καταπιεσμένη εργατική τάξη, με τους μετανάστες χωρίς μέλλον, με την άνεργη γενιά του Δεκέμβρη, χρειάζεται η θεωρία μας να κάνει μια επιστροφή στον «άνθρωπο» και τις επιθυμίες του. Η επαναστατική τακτική θα παραμείνει θόρυβος αν δεν ξεριζωθεί συθέμελα η στενομυαλιά του συνδικαλισμού, δηλαδή η στενή διεκδίκηση οικονομικών μεταρρυθμίσεων που αδυνατεί δει τον ορίζοντα που κρύβεται στην επιθυμία της καταπιεσμένης τάξης. Κι όλη αυτή η πάλη θα παραμείνει σκόρπιος ατμός χωρίς το Επαναστατικό Κόμμα του προλεταριάτου, στην Ελλάδα και διεθνώς, στηριγμένο στη βάση της πιο επαναστατικής θεωρίας.

Συνοψίζοντας, αυτό που έχουμε ανάγκη είναι μια επανάσταση στην επαναστατική θεωρία για να κατανοήσουμε όσο βαθύτερα γίνεται την προοπτική που ανοίγεται μπροστά μας μέσα από την ιστορική κρίση του καπιταλισμού και έτσι να επαναστατικόποιήσουμε την πράξη μας. 
Στο ΕΕΚ είμαστε ταγμένοι σε αυτήν τη μάχη γιατί κατανοούμε ότι το δίλημμα που βρίσκεται μπροστά μας είναι είτε άλμα προς το μπρος, στο σοσιαλισμό, είτε άλμα προς το παλιό, στη βαρβαρότητα. Μέσος δρόμος δεν υπήρξε ποτέ, ούτε και πρόκειται να υπάρξει. 
Αλλά κι αν μπορούσε να υπάρξει θα αδυνατούσε να τον ανακαλύψει ο Λαφαζάνης, γι’ αυτό αναφέρθηκα στην παρωδία.

Φοίβος Xολέβας