ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΡΕΛΑ

 Τέχνη των τρελών και Τέχνη – θεραπεία 

Art – brut και art therapy. Συγκλίσεις και αποκλίσεις 

 

Κατερίνα Μάτσα

 

Συμβαίνει κάποιες φορές άνθρωποι που βυθίζονται στην τρέλα να γίνονται ξαφνικά καλλιτέχνες, να αρχίζουν να δημιουργούν έργα τέχνης μοναδικά, με ξεχωριστό και ανεπανάληπτο στυλ. Συνήθως είναι έγκλειστοι σε ψυχιατρικά ιδρύματα και μέχρι τότε δεν είχαν ιδέα από τέχνη.

Αυτό το είδος τέχνης ονομάζεται «art-brut» (ακατέργαστη τέχνη) και παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Κάποιοι το αποκαλούν «outsider art». «Τα έργα των τρελών, που μπορεί να βρίσκονται έγκλειστοι σε ψυχιατρεία, μπορεί και όχι, περιέχουν ακόμα τρέλα, εξέγερση, καταπιεσμένο σώμα, λογοκριμένο σεξ, απωθημένες ενορμήσεις, απαγορευμένη βία, παραλήρημα, που παίρνει τη θέση ενός κόσμου που εμείς πιστεύουμε ότι είναι αντικειμενικός. Ο καλλιτέχνης της art – brut γίνεται ένα με το έργο του. Αυτό το έργο αποτελεί γι’ αυτόν σάρκα από τη σάρκα του».1

 

Ιστορική εξέλιξη της τέχνης των τρελών (art – brut) 

Ο όρος art – brut χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον πρωτοποριακό ζωγράφο J. Dubuffet το 1945 για να υποδηλώσει μια μορφή αυθόρμητης καλλιτεχνικής έκφρασης, πολύ επινοητική και χωρίς καλλιτεχνικές ή πολιτιστικές φιλοδοξίες, εκείνων που δεν έχουν καλλιτεχνική κατάρτιση ή γνώσεις, δεν υπακούουν στις συμβατικές καλλιτεχνικές νόρμες, μένουν μακριά από το επαγγελματικό περιβάλλον της αγοράς της τέχνης, ζουν απομονωμένοι ως συνέπεια μιας ψυχολογικής και κοινωνικής ρήξης και δημιουργούν έργα τέχνης χωρίς μοντέλα, μακριά από κάθε είδους μιμητισμό. Οι καλλιτέχνες αυτοί βρίσκονται έγκλειστοι στα ψυχιατρικά νοσοκομεία αλλά μπορεί να είναι και μέντιουμ, μυστικιστές, περιθωριακοί αυτοδίδακτοι, φυλακισμένοι.2

Ο ίδιος ο Dubuffet είχε μια καταπληκτική συλλογή από 4.000 έργα, τα περισσότερα  έργα ψυχασθενών από ψυχιατρεία της Γαλλίας, Γερμανίας, Ελβετίας, στα οποία είχε απευθυνθεί ο ίδιος για να τα ζητήσει. Η συλλογή, στην οποία ανήκουν αριστουργηματικά έργα των Wölfli, Aloise Corbaz, Hernandez, Forestier, Robillard κ.α. εκτέθηκε το 1947 στο Παρίσι. Το 1971 ο Dubuffet, εμπλουτίζοντάς την και με έργα που έφερε από την Αμερική, την δώρισε στην πόλη της Λωζάνης.

 

Η τέχνη των τρελών 

Ο ίδιος ο Dubuffet δεν δεχόταν τον όρο «τέχνη των τρελών». Είχε πει μάλιστα το 1950, όταν επισκέφθηκε τη συλλογή Prinzhorn στη Χαϊδελβέργη, το περίφημο «δεν υπάρχει τέχνη των τρελών, όπως δεν υπάρχει τέχνη των δυσπεπτικών ή αυτών που πάσχουν τα γόνατά τους».

Όμως η «τέχνη των τρελών» απασχολούσε ιδιαίτερα τον ιατρικό και ψυχιατρικό κόσμο ήδη από τον 19ο αιώνα. Πολλοί γιατροί έκαναν συλλογές έργων τρελών. Η πρώτη τέτοια συλλογή χρονολογείται από το 1800 και ανήκε στον αμερικανό ψυχίατρο Benjamin Rush.3

Το 1907 κυκλοφόρησε  το έργο του ψυχιάτρου και κριτικού τέχνης Paul Meunier (με το ψευδώνυμο Marcel Reja) «L’ art chez les fous: le dessin, la prose, la poésie». Σ’ αυτό ο συγγραφέας , που ήταν βοηθός και συνεργάτης του γιατρού Auguste Marie, διευθυντή του ψυχιατρικού ασύλου Villejuif, κατόχου μια μεγάλης συλλογής έργων ψυχασθενών, εξέταζε την τέχνη των τρελών, από την αισθητική και όχι την κλινική σκοπιά. Στο βιβλίο ο Reja, έλεγε χαρακτηριστικά: «Δεν είναι όλοι οι τρελοί ταλαντούχοι. Αν πριν τρελαθούν ήταν καλλιτέχνες, τώρα ανυψώνονται πολύ πάνω από το επίπεδο στο οποίο είχαν φτάσει. Αν δεν γνώριζαν τίποτα από τέχνη, τότε η τέχνη τους είναι λίγο – πολύ πρωτόγονη. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτοί οι αυτοσχέδιοι καλλιτέχνες ξαναπαίρνουν για λογαριασμό τους το δρόμο που πήρε η ανθρωπότητα από την αυγή της. Τα έργα τους έχουν ειδικούς χαρακτήρες, τον ιδεαλισμό και τον συμβολισμό, που τους βρίσκουμε, με εμβρυϊκούς χαρακτήρες στα παιδιά, τους άγριους και τους πρωτόγονους».4

Κατά τον Reja, λοιπόν, αυτή η τέχνη δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται ως παθολογική αλλά ως ένα είδος σκοτεινής έκφρασης του ασυνειδήτου του ατόμου και άρα ως μέσον κατανόησης της δημιουργικότητας του. Θεωρούσε ότι μελετώντας την μπορούμε να φωτίσουμε τους όρους της καλλιτεχνικής δημιουργίας γενικά. 

Το 1921 δημοσιεύεται  η μονογραφία των Morgenthaler και Prinzhorn «Ένας ψυχασθενής ως καλλιτέχνης». Αναφέρεται στον Adolf Wölfli, παρανοϊκό, παιδόφιλο, έγκλειστο στο ψυχιατρείο του Waldau από το 1895 μέχρι το θάνατό του το 1930. Ο Wölfli ήταν ένα πλούσιο ταλέντο, έφτιαχνε σχέδια, ποιήματα, κολάζ, μουσική.

Το 1922 ο Hans Prinzhorn, ψυχίατρος, καλλιτέχνης, ποιητής, κωμικός, τραγουδιστής όπερας και κριτικός τέχνης εκδίδει το κλασικό πια έργο του «Τα πλαστικά έργα των ψυχασθενών. Συνεισφορά στην ψυχολογία και την ψυχοπαθολογία της μορφοποίησης» (Gestaltung). Υποστηρίζει ότι η μορφή που παίρνει το έργο τέχνης αποτελεί τη συγκεκριμενοποίηση του ψυχισμού. Από το 1919 μέχρι το 1921 ο Prinzhorn έρχεται σε επαφή με διευθυντές ψυχιατρικών κλινικών σε διάφορα ψυχιατρεία της Γερμανίας, της Ελβετίας, της Γαλλίας και συγκεντρώνει 5.000 έργα 450 ψυχασθενών.5

Ο Prinzhorn, ο οποίος είχε συνεργασθεί με μεγάλους ψυχιάτρους της εποχής του, τον Bleuler, τον Jaspers, τον Jung (από τον οποίο ψυχαναλύθηκε), ήταν λάτρης του Νίτσε και είχε μια περιπετειώδη ζωή. Στην τέχνη των τρελών, όπως και των παιδιών, των πρωτόγονων και των μοντέρνων καλλιτεχνών αναζητούσε την εκφραστική ικανότητα, πέρα από κάθε αισθητική κρίση. Έλεγε χαρακτηριστικό ότι το έργο τέχνης δεν πρέπει να κρίνεται με κριτήρια ψυχοπαθολογίας. Η Ψυχιατρική διδάσκεται περισσότερο από τη μελέτη της τέχνης παρά διδάσκει σε αυτήν.

Τα έργα της συλλογής του Prinzhorn χρησιμοποιήθηκαν από τους ναζί στην έκθεση «εκφυλισμένης τέχνης» στο Βερολίνο το 1937, που εγκαινιάσθηκε απ’ τον ίδιο τον Χίτλερ. Στην έκθεση συγκρίνονταν έργα μοντέρνας τέχνης (του Klee, του Chagal, του Kandinsky, του Otto Dix κ.α.) με έργα ψυχικά ασθενών. Σ’ αυτή την έκθεση υπήρχε απόσπασμα ομιλίας του Χίτλερ που έλεγε χαρακτηριστικά «Στο όνομα του γερμανικού λαού θα απαγορεύσω σε αυτούς τους αξιοθρήνητους δυστυχείς, οι οποίοι προφανώς υποφέρουν από διαταραχές όρασης, να επιβάλλουν τα αποτελέσματα των ελαττωματικών απεικονίσεων της όρασής τους στους συνανθρώπους τους είτε ως πραγματικότητα, είτε ως “τέχνη”».6

Βέβαια ο Prinzhorn (ο οποίος ήταν φίλος του Alfred Rosenberg) δεν έζησε (αφού πέθανε το 1933 από τυφοειδή πυρετό) για να δει πολλούς από τους δημιουργούς των έργων της συλλογής του να εξοντώνονται με την επιχείρηση «Ευθανασία» του Χίτλερ. Η συλλογή του όμως βρέθηκε στη δεκαετία του ’60, αποκαταστάθηκε και από το 2001 έγινε μουσείο στη Χαϊδελβέργη.

 

Ψυχοπαθολογική τέχνη 

Στο μεταξύ, στο τέλος του 19ου αιώνα και στον 20ο αιώνα γίνονται αναφορές στην «ψυχοπαθολογική τέχνη» και το έργο τέχνης εξετάζεται ως σύμπτωμα.

Ο Césare Lombroso, γνωστός για τις θέσεις του για τον «γεννημένο εγκληματία», μιλούσε για την παθολογία της τέχνης των τρελών, δίπλα σε αυτήν των πρωτόγονων και των άγριων, ενώ ο μαθητής του, Max Nordau, κατήγγειλε αυτή την τέχνη ως «εκφυλισμένη», που οδηγεί τον πολιτισμό σε παρακμή. Αυτό τον όρο χρησιμοποίησε και ο Χίτλερ στην ομώνυμη έκθεση του 1937 στο Βερολίνο.

Ο Charcot θεωρούσε ότι η Τέχνη πρέπει να μπει στην υπηρεσία της επιστήμης και αναζητούσε στους πίνακες των μεγάλων ζωγράφων σκηνές υστερίας των δαιμονισμένων, μελετώντας ιδιαίτερα τον Rubens, τον Breugel, τον Giotto, τον Rafael.

Ο ίδιος ο Freud μαζί με τον Rank και τον Sachs εξέδιδαν στην Λειψία από το 1912 την επιθεώρηση «Imago», αφιερωμένη στην ψυχανάλυση των έργων τέχνης.

Το 1956 ο ψυχίατρος Volmat, συνεργάτης του Delay, εκδίδει το βιβλίο «Η ψυχοπαθολογική τέχνη». Το 1959 ο ίδιος μαζί με τον J. Delay, εγκαινιάζει την «Εταιρεία Ψυχοπαθολογίας της Έκφρασης». Η ψυχοπαθολογία της έκφρασης εξετάζει το έργο τέχνης ως ένα σύμπτωμα, μεταξύ των άλλων. Η μελέτη του έχει κυρίως διαγνωστική σημασία.

 

Η Τέχνη των τρελών και οι σουρεαλιστές 

Το 1948 ο Jean Dubuffet συναντά τον A. Breton, γίνονται φίλοι και δημιουργούν την Εταιρεία Art Brut, στην οποία συμμετέχουν ακόμα ο André Malraux, ο Henri Michaux, ο Jean Paulham και ο Claude Levi – Strauss. Η εταιρεία αυτή διαλύθηκε το 1951, αλλά επανασυστάθηκε το 1962 από τον ίδιο τον Dubuffet, όταν αυτός έφερε από την Αμερική και προσέθεσε στη συλλογή του έργα που είχε συγκεντρώσει κατά το ταξίδι του στην Αμερική.

Ο André Breton θαύμαζε επίσης και την συλλογή του Prinzhorn. Το ίδιο και οι άλλοι σουρεαλιστές, ο Paul Klee, ο Kubin, ο Hans Arp, ο Max Ernst, οι οποίοι χαιρέτισαν με ενθουσιασμό την τέχνη της τρέλας. Θεωρούσαν ότι σ’ αυτήν εκδηλώνεται ο αυτοματισμός, που αγκυροβολεί στις δυνάμεις του ασυνειδήτου.

Ο Paul Klee καλούσε σε μια επιστροφή στον καλλιτεχνικό αυθορμητισμό των παιδιών, των πρωτόγονων και των τρελών. Ο Max Ernst θεωρούσε ισότιμα τα έργα των τρελών και των παιδιών με αυτά της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας. Το Μανιφέστο του Σουρεαλισμού το 1924 χαιρετίζει την τέχνη των τρελών, ενώ στη Διεθνή Έκθεση Σουρεαλισμού στο Λονδίνο το 1936 εκτίθενται και έργα τρελών.

Το 1924 δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το έργο του Jean Vinchon «L’ art et la Folie», το οποίο επανεκδόθηκε το 1950, συσχετίζοντας την τέχνη των σουρεαλιστών με την ψυχοπαθολογική τέχνη.

Το 1946 στο Ψυχιατρείο Ste Anne στο Παρίσι οργανώθηκε έκθεση έργων νοσηλευόμενων εκεί ασθενών. Στα πλαίσια αυτής της έκθεσης, ο ψυχίατρος Gaston Ferdière, μαθητής του  G. Bachelard, φίλος του Breton και του Duchamp και για ένα διάστημα ψυχίατρος του Antonin Artaud όταν υπηρετούσε το 1941 στο ψυχιατρείο του Rodez, έδωσε μια ιστορική διάλεξη, με θέμα «L’ aliénation créatrice».

Τον επόμενο χρόνο ο μεγάλος ψυχίατρος Henri Ey έδωσε τη δική του απάντηση στον G. Ferdière και τους σουρεαλιστές. Σ’ αυτήν ο Ey έκανε διάκριση ανάμεσα στο αντικείμενο τέχνης και το έργο τέχνης, υποστηρίζοντας ότι η τρέλα δεν παράγει έργα τέχνης, δεν είναι δημιουργική. Η νοσηρή σκέψη είναι μια αυτόματη τέχνη, αλλά ο αυτοματισμός του τρελού διαφέρει από την ελευθερία του καλλιτέχνη. Τα έργα των σουρεαλιστών έχουν εμφάνιση τρέλας (apparence de folie) αλλά απουσία τρέλας (absence de folie).

Το 1950 οργανώθηκε στο Παρίσι, στο νοσοκομείο Ste Anne, στη Σορβόννη και στο Charenton από τη Ηéléne και τον Jean Delay και τον ψυχίατρο Robert Volmat, στα πλαίσια του Παγκόσμιου Ψυχιατρικού Συνεδρίου, του οποίου ο Delay ήταν πρόεδρος, η «Διεθνής Έκθεση Ψυχοπαθολογικής Τέχνης» όπου εκτέθηκαν 2.000 έργα 350 ασθενών. Σ’ αυτήν την έκθεση, ο Dubuffet, ο οποίος είχε τη δική του συλλογή, ήταν αντίθετος. (Έλεγε χαρακτηριστικά «Όπου υπάρχει τρέλα τρέχω γρήγορα να τη δω, αυτό μ’ ενδιαφέρει. Εκεί βλέπω τη μόνη ευκαιρία. Κάνω θεραπείες (cures) τρέλας και αισθάνομαι καλά»).7

Στο επόμενο η συνέχεια

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

Jean – Pierre Klein «Penser l’ art – thérapie» ed PUF, 2012.

Christian Jamet André Robillard. L’ art brut pour tuer la misère. Suivi de l’ art – brut, selon, Jean Dubuffet, ed. Corsaire, 2013.

Fiorella Bassan «Au delà de la psychiatrie et de l’ esthétique. Etude sur Frank Prinzhorn» ed. La Muette, 2010-2011.

Marcel Reja  «L’ art chez les fous» ed. L‘ Harmattan, 2000, σελ. 232.

Jean Pierre Klein «L‘ art – thérapie» Puf 1997, σελ….

Πηνελόπη Πετσίνη «Τέχνη και Ναζισμός» Αυγή, Ενθέματα, 20/7/2014.

Βλ. 5, σελ. 31.

 

*Εισήγηση στο επιστημονικό συνέδριο : Τέχνη και τρέλα Πολιτιστικό Ίδρυμα Μελίνα, 18/10/2014.