ΤΟΥΡΚΙΑ: ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΦΑΝΤΑΣΜΑ

 

 

 

 

του Σουνγκούρ Σαβράν

Μέρος δεύτερο (τελευταίο)

[Το πρώτο μέρος της ανάλυσης του σ. Σουνγκούρ Σαβράν, ηγέτη του DIP δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο φύλλο της Νέας Προοπτικής. Η ανάλυση αυτή παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη καθώς οι γενικές κατευθυντήριες για τους τριγμούς τους οποίους πρόκειται να αντιμετωπίσει το καθεστώς του Ερντογάν επιβεβαιώνονται από τις εξελίξεις της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία γύρω από το Συριακό ζήτημα και την πολιτική αναταραχή που προκάλεσε η πολιτική δολοφονία του Κούρδου δικηγόρου Ταχίρ Ελτσί, προέδρου του δικηγορικού συλλόγου του Ντιγιάρμπακιρ.]

Σπασμωδικές εξελίξεις

Όλα αυτά δεν σημαίνουν μόνο πως η δημοκρατία καταπατάται κατάφωρα στην Τουρκία. Σημαντικότερο, κατά την άποψή μας, είναι η άλλη συνυποδήλωση που προκύπτει από τον χαρακτηρισμό “εκλογές φάντασμα”. Πιστεύουμε πως τα αποτελέσματα αυτής της ψηφοφορίας δεν αντανακλούν πιστά τον πραγματικό συσχετισμό των δυνάμεων στην παρούσα αναμέτρηση. Είναι αδιαμφισβήτητο πως οι συνέπειες μιας τέτοιας κατανομής των κοινοβουλευτικών εδρών και η πιθανότητα σχηματισμού μιας μονοκομματικής κυβέρνησης από το AKP, με αυτό επίσης να συνεπάγεται πως υποθέσεις διαφθοράς οι οποίες έχουν ήδη ανοιχθεί θα μπουν κάτω από το χάλι για άλλη μια φορά, τουλάχιστον για συγκεκριμένο διάστημα – είναι αδιαμφισβήτητο ότι θα ενισχύσουν την εξουσία του Ερντογάν κατά την πρώτη μετεκλογική περίοδο. Η αλήθεια αυτού του ισχυρισμού ενδυναμώνεται από το ότι πολλά τμήματα της κυρίαρχης τάξης φαίνονται έτοιμα να συμβιβαστούν με τον Ερντογάν χάριν της υποτιθέμενης σταθερότητας της χώρας πολιτικά και οικονομικά.

Ωστόσο, η τρέχουσα δυναμική πίσω από την εμφάνιση των κυβερνητικών πλειοψηφιών, η ουσία η οποία πραγματικά σχηματίζει τον συσχετισμό των δυνάμεων στην πολιτική, δεν είναι τόσο η ευοίωνη για το AKP όσο συνιστά αυτός ο εκλογικός θρίαμβος. Με άλλα λόγια, αν και πολλοί σχολιαστές βιάστηκαν να συμπεράνουν πως ο επόμενος γύρος αναμέτρησης θα είναι το 2019, όταν οι τακτικές βουλευτικές εκλογές υποτίθεται πως είναι να διεξαχθούν καθώς και οι εκλογές για τη θέση του προέδρου της δημοκρατίας την οποία αυτή τη στιγμή κατέχει ο Ερντογάν, είμαστε της άποψης πως νωρίτερα κοινωνικο-πολιτικοί σπασμοί μπορεί να οδηγήσουν σε ένα πρόωρο αναποδογύρισμα του συσχετισμού των δυνάμεων οδηγώντας σε κάθε πιθανή έκβαση. Οι αιτίες είναι αρκετές.

Πρώτον, η Τουρκία βρίσκεται στο ρήγμα τριών συστημάτων σε βαθιά κρίση και αναπόφευκτα επηρεάζεται από τις αναταραχές σε αυτά τα συστήματα. Η οικονομία της είναι βαθύτατα ενοποιημένη με εκείνη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και είναι βέβαιο ότι θα υποφέρει όλες τις συνέπειες από τις περιπέτειες που η οικονομία της ΕΕ μπορεί να υποφέρει στο εγγύς μέλλον. Το AKP έχει υπάρξει επίμονος θιασώτης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, διεξάγοντας εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις και επιβάλλοντας μέτρα υπέρ των ελαστικών σχέσεων εργασίας και της εργασιακής επισφάλειας και βέβαια θα προστατεύσει τα συμφέροντα των καπιταλιστών σε μια κατάσταση κρίσης, επιτιθέμενο στα δικαιώματα και τις απολαβές των εργατών με ακόμα μεγαλύτερη αγριότητα. Κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε κάποια αντίδραση, περισσότερο για την οποία θα συζητήσουμε παρακάτω.

Η πολιτική του είναι όλο και πιο πολύ δεμένη με τις ιδιαιτερότητες της Μέσης Ανατολής. Με τον Ερντογάν και τον τέως υπουργό εξωτερικών του, νυν πρωθυπουργό Νταβούτογλου να επιδιώκουν μια πολιτική νεο-Οθωμανισμού βασισμένη σε ένα Σουνίτικο δογματικό προσανατολισμό, η Τουρκία είναι βαθιά αναμεμειγμένη και παραπέρα απειλείται να γίνει ένα κράτος στην πρώτη γραμμή του μετώπου της απειλητικής θρησκευτικής αντιπαράθεσης στη Μέση Ανατολή ανάμεσα στους Σουνίτες και τους Σιίτες (και τους Αλεβίτες, ένα ξεχωριστό μειοψηφικό θρησκευτικό δόγμα στην Τουρκία, που ιστορικά είναι σύμμαχοι των Σιιτών). Επιπρόσθετα, η παράτολμη πολιτική της υπόγειας συμμαχίας με το ISIL έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου το τελευταίο έχει άνετα οργανωθεί εντός της Τουρκίας και κρατά το χαρτί του τρομοκρατικού εκβιασμού στα χέρια του. Η Συρία είναι επίσης σημαντική από την άποψη του Κουρδικού ζητήματος. Η Ροζάβα, η αυτόνομη Κουρδική οντότητα στη Συρία, είναι μια απειλή για τον καταπιεστικό εθνικισμό των Τούρκων όχι μόνο γιατί οποιαδήποτε αυτονομία για τους Κούρδους καθεαυτή ενοχλεί την Τουρκία, αλλά περισσότερο γιατί η κυρίαρχη δύναμη στη Ροζάβα, το PYD, είναι ένας ιστορικός σύμμαχος, αν όχι το Συριακό τμήμα του PKK, της αντάρτικης οργάνωσης η οποία μάχεται για τα εθνικά δικαιώματα των Κούρδων στην Τουρκία εδώ και τρεις δεκαετίες. Αυτά είναι όλα τα εκρηκτικά ερωτήματα τα οποία καμία κυβέρνηση δεν μπορεί εύκολα να αντιμετωπίσει, πέρα από μία η οποία έχει δεχθεί πολλά χτυπήματα τα τελευταία δύο χρόνια.

Εντέλει, η Τουρκία είναι γείτονας και βαθύτατα μπλεγμένη οικονομικά με τη Ρωσία. Η κρίση της Ουκρανίας είναι αναμφίβολα ένα σημάδι περαιτέρω επερχόμενων τριγμών στο σύστημα που έχει διαμορφωθεί από τις πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες. Ο Καύκασος, τα Βαλκάνια και οι Μουσουλμανικοί πληθυσμοί της Ρωσίας και της Κεντρικής Ασίας είναι εντός του πεδίου ενδιαφέροντος της Τουρκικής αστικής τάξης και μπορoύν να λειτουργήσουν ως πολλαπλά σημεία ανάφλεξης στο εγγύς μέλλον.

Δεύτερον, η Τουρκία είναι μια χώρα σε αναβρασμό τα τελευταία δυόμιση χρόνια. Η χώρα έχει περάσει μέσα από τρεις μεγάλες κοινωνικές αναταραχές σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα. H πρώτη ήταν η λαϊκή εξέγερση η οποία πυροδοτήθηκε από τα γεγονότα του Πάρκου Γκεζί που έθεσε σχεδόν ολόκληρη την Τουρκία σε κίνηση από τον Ιούνιο μέχρι το Σεπτέμβριο του 2013. Πρόκειται για μια εξέγερση η οποία δεν ωθήθηκε μόνο από τη θέληση προστασίας του περιβάλλοντος απέναντι σε ένα βάρβαρο σχέδιο εμπορευματοποίησης του μοναδικού πάρκου στο κέντρο της πόλης. Χωρίς καμία διάθεση να υποτιμήσουμε αυτόν τον αγώνα, θέλουμε να δώσουμε έμφαση στο γεγονός ότι η εξέγερση διαδόθηκε σε δεκάδες τουρκικές πόλεις και έβγαλε στους δρόμους τουλάχιστον 3,5 εκατομμύρια ανθρώπους σύμφωνα με τα στοιχεία της αστυνομίας, εστιάζοντας όχι μόνο στη σύγκρουση στο Πάρκο Γκεζί αλλά και στην ωμή παραβίαση των ελευθεριών σε όλους τους τομείς από την κυβέρνηση του AKP και την πολιτική της που ενισχύει το θρησκευτικό/δογματικό μίσος, κατάφωρα απειλητική στην Αλεβίτικη κοινότητα στην Τουρκία. Αν ο Ερντογάν κατάφερε να αποφύγει την απειλή την οποία έθεσε η λαϊκή εξέγερση, αυτό οφείλεται στο Κουρδικό κίνημα το οποίο δίστασε να λάβει μέρος υπό το φόβο της ανατροπής τού μόνου πολιτικού ο οποίος μέχρι τότε έδειχνε πρόθυμος να συμβιβαστεί με τους Κούρδους.

Συνεπώς οι Κούρδοι έμειναν στην άκρη κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Γκεζί. Όταν, σχεδόν ένα χρόνο αργότερα, οι ίδιοι οι Κούρδοι βγήκαν στους δρόμους κατά τα εκατομμύρια, αυτή τη φορά τα στρώματα της Τουρκικής εργατικής τάξης ή των μικροαστών -τα οποία είχαν αναπτύξει την κατανόηση τους γύρω από το Κουρδικό ζήτημα κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Γκεζί- κρατήθηκαν σε απόσταση από την εξέγερσή τους. Εντοπίζουμε εδώ, σε αυτή τη συνθήκη διαχωρισμού των λαϊκών μαζών, ένα από τα κλειδιά της επιβίωσης του Ερντογάν και του AKP παρά την εμφάνιση αυτών των πολύ ισχυρών κινημάτων.

Η εργατική τάξη δεν ήταν μέρος της λαϊκής εξέγερσης του Γκεζί ως τάξη. Oι εργάτες δεν ξεχώρισαν από τους υπόλοιπους ούτε με τα συγκεκριμένα αιτήματά τους ούτε με τις δικές τους μεθόδους πάλης (απεργίες, καταλήψεις, σχηματισμός εργατικών αντιπροσωπευτικών σωμάτων κ.λπ) που προσιδιάζουν στο προλεταριάτο. Στην πραγματικότητα, γενικότερα, η εργατική τάξη είχε παραμείνει αδρανής κατά την περίοδο της κυριαρχίας του AKP από το 2003 μέχρι την παρούσα κατάσταση. Υπήρξαν κάποιοι ιδιαίτερα ισχυροί αγώνες, όπως αυτός του Τεκέλ, του κρατικού μονοπωλίου καπνού, εργάτες που εγκαθίδρυσαν μια μισο-κομμούνα στην καρδιά της Άγκυρας το χειμώνα του 2009-2010 για δυόμιση μήνες. Ωστόσο, συνολικά το προλεταριακό κίνημα ήταν ειρηνικό και ήσυχο, με μεγάλα στρώματά του να είναι υποστηρικτές του AKP.

Αυτή η προσωρινή ησυχία έσπασε τον περασμένο Μάιο, όταν δεκάδες χιλιάδες μεταλεργάτες (κυρίως εργάτες στην αυτοκινητοβιομηχανία) ξεκίνησαν μια άγρια απεργία [Σ.τ.Μ: χωρίς τη συγκατάθεση του επίσημου σωματείου] ενάντια στη μαφία του εργοδοτικού σωματείου τους και έπειτα σε ένα περιορισμένο βαθμό ενάντια στα αφεντικά τους. Αυτή η απεργία διήρκεσε σχεδόν ένα μήνα και πέτυχε σημαντικές νίκες. Περαιτέρω, οι επιπτώσεις της έγιναν αισθητές σε άλλους κλάδους και βιομηχανίες, από τους εργάτες στο πετρέλαιο μέχρι τα κεραμικά. Αν μια οικονομική κρίση ξεσπάσει και οι αντιθέσεις ανάμεσα στις τάξεις οξυνθούν, αυτή η μαχητικότητα μπορεί πιθανώς να εμπνεύσει μια ακόμα ισχυρότερη αποφασιστικότητα για άλλα τμήματα της τάξης. Προς το παρόν, το κίνημα στη βιομηχανία μετάλλου έχει υποχωρήσει, τουλάχιστον εν μέρει, υπό τον αντίκτυπο του Τουρκικού σωβινισμού ο οποίος διαδόθηκε από τα φερέφωνα της μπουρζουαζίας υπό το πρόσχημα της καταδίκης της τρομοκρατίας. Ωστόσο ο αγώνας της Τεκέλ, ο οποίος αναφέρθηκε εν συντομία προηγουμένως, μας έχει διδάξει ότι όταν οι Τούρκοι και Κούρδοι εργάτες εμπλακούν σε σοβαρές μορφές της ταξικής πάλης, οι εθνικές προκαταλήψεις είναι εύκολο να ξεπεραστούν.

Ο μεγαλύτερος βομβιστής αυτοκτονίας από όλους

Τρίτον, και όχι λιγότερο σημαντικό, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει γίνει μια ιστορικά σημαντική φυσιογνωμία, της οποίας οι άμετρες φιλοδοξίες μπορεί να οδηγήσουν το AKP και την Τουρκία στην καταστροφή. Προς το παρόν, αυτές οι φιλοδοξίες μπορούν να συνοψιστούν κάτω από δύο τίτλους. Η πρώτη είναι η πιο άμεση: ο Ερντογάν θέλει να τροποποιήσει το Τουρκικό σύνταγμα για να εγκαθιδρύσει ένα προεδρικό σύστημα αντί για το υπάρχον κοινοβουλευτικό σύστημα ώστε να μπορεί να εξουσιάζει τη χώρα μόνος του, ασκώντας τις εξουσίες ενός εκτελεστικού προέδρου αντί για τις μάλλον τελετουργικές εξουσίες που κατέχει τώρα. Αυτό αποτελεί ανάθεμα για μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Συνεπώς ανοίγοντας τα χαρτιά του, ο Ερντογάν μπορεί να δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση γι’ αυτό το ζήτημα.

Η δεύτερη μορφή την οποία μπορεί να πάρει η φιλοδοξία του Ερντογάν είναι η επιθυμία του να δει την Τουρκία επικεφαλής του Ισλαμικού κόσμου και τον ίδιο να αναλαμβάνει την de facto ηγεσία μιας κοινότητας των (κατά προτίμηση σουνίτικων) εθνών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, μόνο σαν ένα πρώτο βήμα της ενοποίησης της ούμα. Έχει απονείμει στον εαυτό του, μέσω του επιτελείου των κομματαρχών του, τον τίτλο του “Rais” (ελαφρώς διαφορετικά ορθογραφημένο στην Τουρκική του εκδοχή ως “Reis”), το οποίο σημαίνει “Αρχηγός” ή “Ηγέτης”. Είναι σημαντικό να γίνει αντιληπτό πως την τελευταίο φορά που κάποιος ονομάστηκε “Rais” στη Μέση Ανατολή ήταν όταν ο Γκαμάλ Αμπντούλ Νάσερ, ο Αιγύπτιος ηγέτης πάρα πολύ δημοφιλής στους λαούς της Μέσης Ανατολής, ήταν επικεφαλής ενός κινήματος που υποστήριξε την αναγέννηση του Αραβο-Μουσουλμανικού κόσμου.

Όλα αυτά τα φιλόδοξα σχέδια κάνουν τον ίδιο τον Ερντογάν να μοιάζει με μια ωρολογιακή βόμβα για την Τουρκία. Όλο και περισσότερο μετατρέπεται σε έναν ηγέτη τυφλά ακολουθούμενο από μια πτέρυγα της Τουρκικής αστικής τάξης όπως και ένα ολόκληρο τμήμα των μαζών γενικά και αντιπροσωπεύοντας μια απειλή ο ένας για τον άλλο. Η Τουρκία μπορεί να πρέπει να πληρώσει ένα βαρύ τίμημα για τη διχαστική του πολιτική και τις φιλοδοξίες του.

Όλα αυτά είναι σημάδια της προοπτικής μιας σπασμωδικής εξέλιξης, του είδους που είδαμε στην απότομη αλλαγή από τις εκλογές του Ιουνίου σε αυτές του Νοεμβρίου. Η Τουρκία ετοιμάζεται για ευρύτερες και βαθύτερες αναταραχές.

Mετάφραση Nίκος Tζιρής