ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ: Η αθέατη πλευρά της κρατικής-αστυνομικής θηριωδίας

Συνέντευξη του Γιάννη Μάγγου στον Γιάννη Χατζηγιάννη (Πευκιώτη)

Η δίκη των έξι αστυνομικών, που κατηγορούνται για τον ξυλοδαρμό και τα βασανιστήρια του Βασίλη Μάγγου την επομένη μιας πολύ μεγάλης διαδήλωσης κατά της καύσης σκουπιδιών από το εργοστάσιο της ΑΓΕΤ-LAFARGE στο Βόλο, έφθασε στις 5 Ιούνη 2025 στο ακροατήριο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου (ΜΟΔ) στην Καρδίτσα.

Ένας εκ των έξι κατηγορουμένων απουσίαζε λόγω ασθένειας και ένας δεύτερος δήλωσε κώλυμα του δικηγόρου του με αποτέλεσμα η εκδίκαση της υπόθεσης να λάβει αναβολή. Η νέα ημερομηνία θα καθοριστεί από το Εφετείο της Λάρισας και όλοι, κατηγορούμενοι και μάρτυρες θα λάβουν κλήσεις για τη νέα ημερομηνία.

Στο δικαστήριο υπήρξε μαζική προσέλευση αγωνιστών/στριών που έχουν στηρίξει μέχρι σήμερα τον αγώνα για να αποδοθεί διακαιοσύνη και να μην συγκαλυφθεί ο βασανισμός του Βασίλη Μάγγου.

Αν και η υπόθεση έπρεπε να έχει ξεκνήσει με τις παρούσες κατηγορίες, το 2021 ξεκίνησε στο Βόλο μια δίκη που αφορούσε μόνο τον ξυλοδαρμό του Βασίλη έξω από τα δικαστήρια, τεμαχίζοντας τα πραγματικά περιστατικά, ότι χτυπήθηκε μέσα στο αυτοκίνητο μεταφοράς προς το τμήμα και μέσα στην Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας. Παρά τις δυσμενείς συνθήκες με τις οποίες ξεκίνησε η δίκη στο Βόλο στο Μονομελές(!) Πρωτοδικείο με τρεις αστυνομικούς που ταυτοποιήθηκαν με το βιντεοληπτικό υλικό του ξυλοδαρμού του έξω από τα δικαστήρια, αυτοί καταδικάστηκαν με δύο χρόνια φυλακή (ποινή εφέσιμη).

Είναι γεγονός ότι η παραπομπή αστυνομικών για βασανιστήρια είναι σπάνια και η αστυνομική σιωπή (blue silent) συγκαλύπτει συστηματικά ανάλογες πράξεις. Η αθέατη πλευρά των φυλακών και των αστυνομικών τμημάτων δεν έχει μάρτυρες πλην των ίδιων των αστυνομικών και τυχόν διοικητικές έρευνες μετά από καταγγελίες ανατίθενται σε αξιωματικούς που αντί να διερευνούν συσκοτίζουν και συγκαλύπτουν τα πραγματικά γεγονότα.

Η πιο κοινή φράση αστυνομικών που επιδίδονται σε πράξεις βαρβαρότητας είναι “Ποιον θα πιστέψουν εσένα ή εμένα;”

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όταν το θύμα απευθύνεται στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια δικαιώνεται και το αστικό κράτος υποχρεώνεται σε σημαντικές αποζημιώσεις των θυμάτων (τουλάχιστον 100 περιπτώσεις αφορούν τη χώρα μας). Στην καπιταλιστική κοινωνία που ζούμε η έννοια της επανόρθωσης εκτιμάται μόνο με ένα τρόπο, το φετίχ του χρήματος. Το αστικό κράτος προτιμά να πληρώνει αποζημιώσεις παρά να πλήξει το κύρος του κύριου κατασταλτικού μηχανισμού του, την αστυνομία.

Από αυτήν την άποψη, η παραπομπή των αστυνομικών στο ΜΟΔ με τις συγκεκριμένες κατηγορίες είναι μια πολιτική και κοινωνική νίκη που έχει ήδη συσπειρώσει ένα ευρύ δυναμικό στο μαχόμενο εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα για την ίδια την υπόθεση αλλά και για τις επόμενες κρίσιμες ταξικές μάχες.

Γνωρίζουμε ότι οι δικαστικές αίθουσες είναι η αρένα του ταξικού μας αντιπάλου αλλά δεν διαλέγουμε πάντα το πεδίο της μάχης και τους όρους διεξαγωγής της και γι’ αυτό ο αγώνας που έχει διεξαχθεί μέχρι σήμερα έχει κέντρο βάρους την πάλη μέσα στην κοινωνία για τη ανάδειξη του ρόλου της αστυνομικής βίας ως καθοριστικού παράγοντα για την διατήρηση της κυριαρχίας του κεφαλαίου και με αυτούς τους όρους της ταξικής πάλης δίνουμε και τον αγώνα μέσα στις δικαστικές αίθουσες.

Ο πατέρας του Βασίλη, Γιάννης Μάγγος έδωσε την παρακάτω συνέντευξη για τη Νέα Προοπτική.

Γιάννης Χατζηγιάννης (Πευκιώτης)

:

  1. Ο βασανισμός του γιου σας Βασίλη από τους αστυνομικούς έφτασε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο (ΜΟΔ) της Καρδίτσας μετά από πέντε χρόνια. Κατηγορούνται έξι αστυνομικοί. Πως εκτιμάτε το γεγονός ότι η υπόθεση έφθασε εκεί που ζητούσατε όλα αυτά τα χρόνια;

Γιάννης Μάγγος: Πέρασαν πράγματι ήδη 5 χρόνια, είναι υπερβολικά μεγάλος χρόνος, όμως ο “ψυχολόγος” μας, μας είχε προετοιμάσει γι’ αυτή τη συνηθισμένη πρακτική. Η εκτίμησή μου είναι ότι ενώ ήταν μία υπόθεση φαινομενικά “χαμένη” τελικά ανατράπηκε και αυτό φυσικά δεν έγινε τυχαία. Είναι συνδυασμός πολλών παραγόντων που λειτούργησαν συμπληρωματικά μεταξύ τους ώστε να φτάσουμε τελικά στο Μικτό Ορκωτό Καρδίτσας με κατηγορούμενους 6 αστυνομικούς και κατηγορίες που ξεκινούν από βασανιστήρια κατά συναυτουργία εις βάρος του παιδιού μας του Βασίλειου. Δύο πράγματα έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Το πρώτο είναι πως αμέσως συνειδητοποιήσαμε ότι η υπόθεση είναι πολιτική, μιας και η ίδια η Αστυνομική Διεύθυνση Μαγνησίας μας το πιστοποίησε αυτό με τον τρόπο που κατέγραψαν το περιστατικό στο Βιβλίο Συμβάντων. Εκεί, ούτε λίγο, ούτε πολύ, ομολογούν ότι παρόλο που δεν προέκυψε τίποτα εις βάρος του, παρόλα αυτά τον χτύπησαν και τον βασάνισαν για την συμμετοχή του στις Συλλογικότητες και τις αναρτήσεις του στις ιστοσελίδες του αντιεξουσιαστικού χώρου. Λες και είναι έγκλημα το να ανήκει κανείς σε Συλλογικότητες ή να έχει πολιτική δράση. Το δεύτερο είναι ότι σαν πολιτική υπόθεση ακολούθησε ένα απολύτως φυσιολογικό δρόμο. Ξεκίνησε ένας αγώνας που δεν ήταν προσωπικός, αλλά αγώνας που έγινε υπόθεση του κινήματος και της αλληλεγγύης της κοινωνίας. Αυτό έδωσε τη δυναμική και τη δυνατότητα να πάρει τα σωστά κινηματικά χαρακτηριστικά: αγώνας κατά της αστυνομικής βίας, αγώνας κατά της συγκάλυψης των ενόχων που επιχειρείται σε τέτοιες περιπτώσεις, αγώνας για δικαίωση και δικαιοσύνη. Όπως επίσης να θέσει και ερωτήματα για τον τρόπο λειτουργίας της δικαστικής εξουσίας.

Ο ανυποχώρητος και δίκαιος αγώνας μας, ο αγώνας όλων, κατόρθωσε με αιχμή τα αδιάσειστα ντοκουμέντα να αποκαλύψει την υποβάθμιση της υπόθεσης και τη συγκάλυψη που επιχειρήθηκε. Καταφέραμε, το κίνημα το κατάφερε με την πίεση που άσκησε, η υπόθεση να μην κλείσει σαν πλημμέλημα με κατηγορούμενους μόνο 3 αστυνομικούς, που ως γνωστόν καταδικάστηκαν ήδη γι αυτό, αλλά να ανοίξει και να αναδειχτεί ως η υπόθεση βασανισμού ενός πολίτη στην Ασφάλεια για πολιτικούς λόγους. Υπενθυμίζουμε τα αδιάσειστα ντοκουμέντα που αναδείχτηκαν από τον αγώνα του κινήματος και έγιναν γνωστά στην κοινωνία. Είναι το βίντεο του συμβάντος, οι φωτογραφίες, οι μαρτυρίες ανθρώπων που είδαν το περιστατικό έξω από δικαστήρια, των ανθρώπων που τον βρήκαν πεταγμένο και πεσμένο κάτω, έξω από την Ασφάλεια, η αδιάψευστη καταγγελία του Βασίλειου, οι καταθέσεις των γιατρών, τα έγγραφα του νοσοκομείου και η ιατροδικαστική έκθεση του τεχνικού συμβούλου που ορίσαμε σαν οικογένεια. Σ’ αυτά τώρα προστίθεται και μία δεύτερη κατηγορία ντοκουμέντων που προέκυψαν από την ανάλυση και μελέτη των πρώτων. Είναι το Πόρισμα της ανεξάρτητης Αρχής του Συνηγόρου του Πολίτη που είναι καταπέλτης κατά των αστυνομικών. Η Διάταξη της εισαγγελέως Εφετών Λάρισας που παρήγγειλε ανακρίσεις για βασανιστήρια κατά έξι αστυνομικών. Είναι οι παραπεμπτικές Διατάξεις του ανακριτή Πλημμελειοδικών Βόλου και της εισαγγελέως Πρωτοδικών Βόλου, που προηγήθηκαν του παραπεμπτικού Βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών. Ακολούθησαν δύο ακόμη αναπεμπτικά πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη που κονιορτοποιούν τις πλημμέλειες της ΕΔΕ. Τέλος και πάρα πολύ σημαντικό και που ανατρέπει τα πορίσματα της ΕΔΕ, είναι η απόφαση του αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας που παραπέμπει πειθαρχικά στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, τους 6 αστυνομικούς για βασανιστήρια κατά συναυτουργία και άλλες 3 κατηγορίες, με το ερώτημα γι’ αυτούς της ποινής της απόταξης!

  • Υπήρχε μια αβεβαιότητα αν θα κληθούν τελικά όλοι οι μάρτυρες για την υποστήριξη της κατηγορίας στο ΜΟΔ μιας και στο προηγηθέν Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου έγινε μάχη για να κληθούν μερικοί αυτόπτες μάρτυρες του ξυλοδαρμού του έξω από τα δικαστήρια στις 14/6/2020.

Γιάννης Μάγγος: Στις πρώτες δικασίμους για τα πλημμελήματα, πραγματικά με την επιμονή μας κατορθώσαμε να κλητευτούν οι κρίσιμοι μάρτυρες που όντως κατέθεσαν σημαντικά στοιχεία.

Πράγματι μία βδομάδα πριν τη δίκη ΜΟΔ Καρδίτσας, δεν γνωρίζαμε ποιοι και πόσοι μάρτυρες θα κληθούν. Τελικά καλέστηκαν όλοι, πλην ενός και ήδη κάναμε γνωστοποίηση μάρτυρα και νομίζω ότι θα καλεστεί κι αυτός, γιατί είναι ένα τυπικό νομικό θέμα.

  • Είναι γνωστό ότι η πολιτική αγωγή, η παρουσία δικηγόρων σας, δεν επιτράπηκε τόσο στο Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου, όσο και στο ΜΟΔ γιατί ο Βασίλης δεν πρόλαβε να κάνει μήνυση ο ίδιος όσο ήταν εν ζωή. Αλλο τόσο είναι γνωστό ότι ο ίδιος είχε επιλέξει τη δικηγόρο του για να υποβάλλει μήνυση κατά των αστυνομικών και συμμετείχε στη συγκρότηση της νομικής ομάδας του Συντονισμού Συλλογικοτήτων Βόλου λίγες ημέρες πριν πεθάνει.

Γιάννης Μάγγος: Ο Βασίλειος στις 16-6-2020 όταν νοσηλεύονταν στο νοσοκομείο, κατήγγειλε δημόσια ότι χτυπήθηκε αναίτια και βασανίστηκε από αστυνομικούς. Στην καταγγελία του επίσης αναφέρει ότι σκόπευε να υποβάλλει μήνυση. Κανένας επίσημος φορέας όμως δεν ευαισθητοποιήθηκε, ούτε έδειξε ενδιαφέρον γι’ αυτό. Το “ενδιαφέρον” το έδειξαν όταν πια πέθανε το παιδί μας και όχι όμως εξ αιτίας του θανάτου του, αλλά από την δημοσίευση (ξανά) της καταγγελίας του και από την κοινωνική κατακραυγή που ξεσηκώθηκε. Η καταγγελία όμως, όπως στηλιτεύει και ο Συνήγορος του Πολίτη, δεν προσέφερε κάτι νεότερο σε σχέση με την πρώτη φορά που οι αρχές αδιαφόρησαν. Κι εγώ τώρα δικαιούμαι να ασκώ κριτική και να λέω ότι αν έδειχναν ευαισθησία όταν δημοσίευσε ο Βασίλειος την καταγγελία, σήμερα τα πράγματα μπορεί να ήταν και διαφορετικά. Αντί αυτού προβάλλεται η ακαμψία του νόμου, ότι δηλαδή για να είχαμε δικαίωμα για υπεράσπιση θα έπρεπε να είχε υποβάλλει μήνυση το παιδί μας. Και ενώ είναι γνωστό ότι σε δύο συνελεύσεις που πήρε μέρος τότε, δήλωσε δημόσια ότι είχε βρει δικηγόρο, δυστυχώς όμως δεν πρόλαβε να κάνει τη μήνυση. Ο θάνατος είναι εδώ κάτι σαν ανώτερη βία. Κι έρχεται κατόπιν και η σκληρότητα του νόμου. Όμως ακόμα κι αν τελικά δεν θα έχουμε υπεράσπιση από τους δικηγόρους μας, θεωρούμε αυτονόητο ότι ένα δικαστήριο, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Καρδίτσας, στα πλαίσια της ακριβοδίκαιης ισότητας ευκαιριών και διεξαγωγής δίκαιης δίκης, για να οδηγηθεί στην αλήθεια, θα συνεκτιμήσει όλα τα στοιχεία και ντοκουμέντα που ανέφερα στην πρώτη ερώτηση.

  • Ποια θεωρείτε ότι είναι τα κομβικά σημεία του αγώνα που έχει δοθεί μέχρι σήμερα;

Γιάννης Μάγγος: Τη σύνδεση με άλλες υποθέσεις, την ανάδειξη του πολιτικού χαρακτήρα τους και τη δημιουργία μετώπου αντίστασης και αγώνα κατά της αστυνομικής, της φασιστικής και κάθε μορφής βίας. Του Παύλου Φύσσα, του Ζακ Κωστόπουλου, του Γρηγορόπουλου, του Σαμπάνη, Μανιουδάκη, των Τεμπών, της Πύλου. Αναφέρω αυτές τις υποθέσεις (δεν είναι οι μόνες βέβαια) στις οποίες οι οικογένειες αναπτύξαμε μία σχέση αλληλεγγύης και στήριξης μεταξύ μας. Και εγώ οφείλω να πω ότι γι’ αυτό καθοριστικό ρόλο έπαιξε η μορφή της Μάγδας Φύσσα.

  • Έχετε δηλώσει πολλές φορές ότι ο αγώνας σας δεν αφορά μόνο τη δικαίωση της μνήμης του Βασίλη αλλά πρόκειται για έναν αγώνα όλων των καταπιεσμένων κατά της κρατικής αυθαιρεσίας και ιδιαίτερα της αστυνομικής βίας που είναι πανταχού παρούσα σε όλες τις κινητοποιήσεις, διεκδικήσεις της νεολαίας και της εργατικής τάξης. Τι προσδοκάτε από την εξέλιξη της δίκης;

Γιάννης Μάγγος: Ναι, ο αγώνας μας μετατράπηκε σε ανυποχώρητη πολιτική θέση πια: να μη ξανασυμβούν τέτοια εγκλήματα, να μη χάσουν άδικα τη ζωή τους κι άλλοι νέοι άνθρωποι, να μη θρηνήσουν άλλοι γονείς τα παιδιά τους. Να τιμωρούνται οι ένοχοι όποιοι κι αν είναι.

Δεν πρόκειται να σταματήσουμε να αγωνιζόμαστε. Γιατί ο αγώνας μας, είναι αγώνας για μία δίκαιη κοινωνία. Επιτρέψτε μου να απαντήσω στην τελευταία ερώτηση με ένα επίκαιρο σύνθημα: “Τέμπη, Πύλος, Μάγγος, Παλαιστίνη, δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη”.