ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΚΥΠΡΟ

ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΚΥΠΡΟ

Νέος Πρόεδρος ο Μουσταφά Ακιντζί

Πως ένα γεγονός που λαμβάνει χώρα σε μια μικρή κουκίδα στο χάρτη μπορεί να επηρεάσει βαθιά τα τεκταινόμενα στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου;

Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα μπορεί να την δώσει ο ίδιος ο Μουσταφά Ακιντζί, που με την μεγάλη του νίκη στο β’ γύρο των προεδρικών εκλογών της Βόρειας Κύπρου, έφερε εφιάλτες στον ύπνο των «κεφαλών» του Τουρκικού καθεστώτος – κι όχι μόνο.

Ο κεντροαριστερός πρώην Δήμαρχος της κατεχόμενης Λευκωσίας, ήταν ο νικητής επί του «εκλεκτού» υποψηφίου της Άγκυρας, του πρώην προέδρου και δεξιού εθνικιστή Έρογλου, που υπέστη μεγάλη ήττα με σχεδόν 20 μονάδες διαφορά (60,5% – 39,5%), στις προεδρικές εκλογές της 26/4/2015.

Όχι τυχαία, η νίκη του Ακιντζί χαρακτηρίζεται από πολλές πλευρές «ιστορική». Πρώτα και κύρια, διότι σηματοδοτεί, αντικειμενικά, μια μεγαλειώδη αριστερή στροφή στις συνειδήσεις των Τουρκοκυπριακών μαζών, καταδίκης της μέχρι τώρα αντιλαϊκής πολιτικής (τα τελευταία χρόνια οι Τουρκοκύπριοι εργαζόμενοι υπέφεραν μεγάλες περικοπές σε μισθούς, συντάξεις, δικαιώματα κ.λπ.), συνδυασμένη, στο «εθνικό ζήτημα», με μια ιστορική απόρριψη της καταδυνάστευσης από τον Τούρκικο «Αττίλα» και τους εντολοδόχους του, μια πρωτοφανής προτροπή προς τα Τούρκικα στρατεύματα κατοχής να κινηθούν προς την «πόρτα της εξόδου» από το νησί, για πρώτη φορά μετά το 1974.

Αυτή η εξέλιξη, γεννά ελπίδες στον Κυπριακό λαό, για μια λύση στο ζήτημα της «κοινής πατρίδας». Χωρίς αυτό να σημαίνει, πως δεν υπάρχουν, όντας μάλιστα σαφείς, υποκειμενικές αδυναμίες και όρια στην πολιτική του Ακιντζί.

Ποιος είναι και τι προτείνει ο Μουσταφά Ακιντζί;

Με καταγωγή από την Λεμεσό, ο Τουρκοκύπριος ηγέτης απέκτησε ευρύτερη αναγνωρισιμότητα, μόλις στα 28 του, ως δήμαρχος της κατεχόμενης Λευκωσίας, τη δεκαετία του ’80. Έμεινε γνωστός, για το γεγονός ότι σε μια δύσκολη για τα «εθνικά» περίοδο, συνεργάστηκε με τον δήμαρχο της άλλης πλευράς της Λευκωσίας, Λέλλο Δημητριάδη, για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του μητροπολιτικού Σχεδίου της πρωτεύουσας, δηλαδή μιας σειράς κοινών προγραμμάτων όπως την αναστήλωση του μεσαιωνικού τείχους και τη δημιουργία κοινού αποχετευτικού συστήματος στην πόλη. Εξ αρχής, τήρησε, και τηρεί, μια γραμμή προσέγγισης με την Ε/Κ κοινότητα, μακριά από τις εθνικιστικές υστερίες των δεξιών συναδέλφων του, αλλά και του Τουρκικού κράτους.

Βρέθηκε, ως το 2001, στην ηγεσία του Κόμματος Κοινοτικής Απελευθέρωσης (TKP/ΚΚΑ), αυτο-κατατασσόμενου στη σοσιαλδημοκρατία. Αργότερα, το 2003, δημιούργησε το κεντροαριστερό Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας, μετεξέλιξη –μετά από αρκετές διασπάσεις και αποχωρήσεις- του Κινήματος Ειρήνης και Δημοκρατίας, μιας εκλογικής «ομπρέλας» πολιτικών σχηματισμών, βγαλμένης μέσα από εργατικά συνδικάτα και «κινήσεις πολιτών», στην οποία συμμετείχε και το πρώην κόμμα του Ακιντζί, ΚΚΑ. Σταδιακά, και μέσα σε όλη αυτή την πορεία, εκδηλώθηκε η ρήξη του Ακιντζί με την Άγκυρα.

Είναι χαρακτηριστικό για το μέγεθος της πρόσφατης νίκης του, πως το ΚΕΔ, το κόμμα του σημερινού προέδρου, που σάρωσε τον αντίπαλό του παρά την αυξημένη αποχή, στις εκλογές του 2005 είχε αποσπάσει μόλις το 5,5% και μία έδρα.

Τι συνέβη και ο Ακιντζί από ηγέτης ενός μικρού κεντροαριστερού σχηματισμού κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 2000, εκτινάχτηκε στη θέση του Προέδρου, χωρίς καμιά στήριξη από την Άγκυρα (που ανέκαθεν είχε αποφασιστικό ρόλο στα πολιτικά τεκταινόμενα της Βόρειας Κύπρου);

H κρίση «ανακατώνει» την ίδια την Ιστορία

Ο Ακιντζί δεν είχε και δεν έχει την στήριξη του Τουρκικού καθεστώτος, ούτε πριν, ούτε μετά την εκλογή του. Οι δηλώσεις των Ερντογάν-Νταβούτογλου, μετά την προηγούμενη Κυριακή, στάζουν μίσος και απαξίωση για τον νέο Τ/Κ ηγέτη. Τριγμοί δημιουργήθηκαν ακόμα και μέσα στη Τουρκική κυβέρνηση, ανάμεσα στον Πρόεδρο Ερντογάν και τον Αντιπρόεδρο της Τουρκικής κυβέρνησης, Μπουλέντ Αρίντς, επειδή ο τελευταίος κράτησε θετικότερη στάση απέναντι στον Ακιντζί. Τελικά, για πρώτη φορά, στην ορκωμοσία της Τ/Κ κυβέρνησης δεν παρέστη ο Τούρκος Πρόεδρος, αλλά ο Αντιπρόεδρος.

Ο Μ. Ακιντζί δεν έχει την στήριξη της Τουρκίας. Έχει όμως κάτι άλλο, ακόμη πιο σημαντικό: την επιδοκιμασία των Τ/Κ λαϊκών μαζών. Οι τελευταίες, βρίσκονται σε μια αναπτυσσόμενη κίνηση προς μια οριστική ρήξη με την «προστάτιδα» Τουρκία και με όλο το κοινωνικό και πολιτικό status-quo που ενισχύουν και επιβάλλουν. Η πολιτική της λιτότητας που έχει επιβληθεί λόγω κρίσης τα τελευταία χρόνια, οι ιδιωτικοποιήσεις, τα μέτρα περικοπών, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, που τέθηκαν το 2009 ως «μνημονιακοί» όροι συνεργασίας από την Τουρκία για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της Β. Κύπρου, δεν έχει απλά ζωντανέψει το απεργιακό κίνημα της περιοχής, με πολιτικές κι αντικυβερνητικές κατευθύνσεις ενάντια και στις τρεις προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά στρέφει τους Τ/Κ συνολικά ενάντια στο πολιτικό σύστημα που τους κυβέρνησε, υπό την εποπτεία της Τουρκίας, από το 1974 και μετά.

Είναι ξεκάθαρο πως ο Ακιντζί εξελέγη με τη μαζική ψήφο της εργατικής τάξης. Η καμπάνια των ομοσπονδιών και των μεγάλων συνδικάτων υπέρ του, ήταν κάτι παραπάνω από ξεκάθαρη. Ο κοινός εορτασμός της εργατικής πρωτομαγιάς ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους εργάτες, το διατράνωσε σε όλους τους τόνους, με σύμπαντα τα μεγάλα Τ/Κ συνδικάτα -και την Ε/Κ ΠΕΟ- που έδωσαν τις μάχες των τελευταίων ετών, να εκφράζουν την στήριξή τους στο πρόσωπό του. Αναφερόμενος στο εκλογικό αποτέλεσμα, ο Χασάν Φελέκ, αναπληρωτής πρόεδρος της DEV-IS, δήλωσε: «Τιμώρησαν τον κ. Έρογλου. Απέρριψαν την πατριδοκαπηλία και τον εθνικισμό. Δεν επέτρεψαν να αναβιώσουν οι ρητορικές μίσους. Η επικράτηση του κ. Ακιντζί δίνει νέες ελπίδες στις φιλειρηνικές δυνάμεις». Αντίστοιχα, ο Ακιντζί είχε την στήριξη και της Αριστεράς, Τ/Κ και Ε/Κ.

Όσο οι φλόγες στη Μέση Ανατολή πλησιάζουν (με όχι μικρή εμπλοκή της Τουρκίας), τόσο η «δίψα» του Κυπριακού λαού για μια ζωή με ειρήνη και μια επανένωση με τα αδέρφια τους μεγαλώνει. Οι εργαζόμενες μάζες αντιλαμβάνονται πως ο εθνικισμός και οι «μητέρες-πατρίδες» δεν γεμίζουν τα άδεια από την κρίση στομάχια, ενώ κουράστηκαν να ζουν κάτω από το καθεστώς της απειλής πολέμου, που διαρκώς πυροδοτείται από τα καμώματα των σωβινιστών (βλ. τουρκικές προκλήσεις με Μπαρμπαρός).

Σε αυτό το πλαίσιο, και προκειμένου να αποτάξουν από πάνω τους τον Τουρκικό κατοχικό ζυγό, οι Τ/Κ εργάτες είναι έτοιμοι να στηρίξουν ένα οποιοδήποτε πλάνο «λύσης» του Κυπριακού, οποιοδήποτε σχέδιο υπόσχεται ειρήνη. Με αυτήν τη λογική στήριξαν το 2004 το «σχέδιο Ανάν», το ίδιο που ορθώς απέρριψε η Ε/Κ κοινότητα. Με την ίδια λογική εξέλεξαν τον Μ. Ακιντζί.

Ο ίδιος ο Ακιντζί, από την άλλη, μετά την εκλογή του, και παρά τις αμοιβαίες παραχωρήσεις που προτείνει από και προς την Ε/Κ πλευρά (επιστροφή Βαρωσιού, άνοιγμα λιμανιού Αμμοχώστου, κοινός διαμοιρασμός του νερού που θα έρθει μέσω αγωγού από την Τουρκία κ.ο.κ.), δεν δείχνει να ξεφεύγει από τα όρια που έθεσε η κοινή διακήρυξη Αναστασιάδη-Έρογλου, πέρσι, για μια «ομοσπονδία από δύο ιδρυτικά κράτη», λέγοντας ξεκάθαρα πως και για τον ίδιο η «διακήρυξη» αποτελεί «βάση λύσης».

Η αυταπάτη του Ακιντζί είναι το γεγονός πως θεωρεί πως μια τέτοια «λύση» επανένωσης, με στόχο την ειρήνη και την κοινή εκμετάλλευση του φυσικού αερίου, για μια «κοινή ζωή» στα πλαίσια που ορίζει η  «Διακήρυξη», μέσα σε ένα τόσο εύθραυστο καθεστώς ομοσπονδοποίησης της Νήσου, μπορεί να πραγματωθεί, αφενός, μέσα σε αστικά πλαίσια, αφετέρου, απλά «πετώντας έξω» την Τουρκία και τον Ιμπεριαλισμό (πως;).

Αυτού του είδους οι αυταπάτες, είναι προορισμένες να συντριβούν: είτε από την αυξανόμενη επιθετικότητα και παρέμβαση των «εγγυητριών» δυνάμεων για τη συντριβή της λαϊκής δυναμικής που έδωσε την εξουσία στον Ακιντζί κι είναι φόβητρο για όλη τη λεκάνη της Μεσογείου –μετά το αντίστοιχο ελληνικό λαϊκό κύμα οργής της 25/1-, είτε από την επαναστατική κινητοποίηση της ενωμένης Κυπριακής εργατικής τάξης, που μέσα από την δοκιμασία τής μέχρι τώρα πράξης της, θα συναντά τα όριά της, κι έτσι την κατανόηση της ανάγκης για το ξεπέρασμα της.

Η ελληνική πλευρά και οι άλλοι παίκτες στη σκακιέρα

Ο Αλέξης Τσίπρας, όπως και ο Ε/Κ Πρόεδρος Αναστασιάδης για τους δικούς του μικροπολιτικούς και «εθνικούς» λόγους, χαιρέτισε την εκλογή Ακιντζί. Ο στενόμυαλος ελληνικός εθνικισμός των Ε/Κ αλλά και των Καμμενο-Κοτζιάδων της ελληνικής κυβέρνησης, ίσως τώρα, νοιώθει πιο σίγουρος για τον εαυτό του, για την επανέναρξη των συνομιλιών από προνομιακή θέση, μετά από τις κινήσεις ισχυροποίησης της θέσης του στη Μεσόγειο. Οι τριμερείς συμφωνίες μεταξύ Αναστασιάδη, Τσίπρα και του Αιγύπτιου δικτάτορα Αλ-Σίσι για τη χάραξη κοινής ΑΟΖ, αλλά και οι κοινές αεροπορικές ασκήσεις Ελλάδας-Ισραήλ, δείχνουν τις τάσεις που επικρατούν. Οι σχέσεις του Ερντογάν με το Νετανιάχου, άλλωστε, και παρά τις προσπάθειες επαναπροσέγγισης, πάνε από το κακό στο χειρότερο, με εκατέρωθεν ύβρεις κι εντάσεις.

Η αναδιάταξη εντός των καπιταλιστικών «στρατοπέδων», η κρίση στις διεθνικές σχέσεις και η κατάρρευση των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων εξουσίας των χωρών, οι πολεμικές φλόγες που αγγίζουν τις πόρτες μας, κι όλα αυτά με φόντο τη καπιταλιστική χρεοκοπία, είναι τα σημάδια μιας πολύ επικίνδυνης κατάστασης, που απειλείται να τιναχτεί στον αέρα ακόμα και με ένα… φτέρνισμα.

Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, και με τις Τ/Κ μάζες πλέον στο προσκήνιο, η εκλογή Ακιντζί διαταράσσει ένα ήδη ταραγμένο σκηνικό, υπονομεύοντας κάθε Ιμπεριαλιστικό ή «εθνικό» σχεδιασμό για την περιοχή, οικονομικού, πολιτικού ή γεωπολιτικού χαρακτήρα.

Κ. Αποστολόπουλος