Για μια Απελευθερωτική Πολιτική του Φύλου με Όραμα την Παγκόσμια Σοσιαλιστική Επανάσταση

                                                                                Εκδήλωση στη Λοκομοτίβα

ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στη Λοκομοτίβα, στις 8/6/2018, η εκδήλωση που οργάνωσε το ΕΕΚ “για μια απελευθερωτική πολιτική του φύλου”. Τις εισηγήσεις έκαναν οι: Ειρήνη Δαφέρμου, Γιώτα Αντωνιάδου, Σοφία Χοχμά και Κατερίνα Μάτσα.

Ακολούθησε συζήτηση που έθεσε πολύ σημαντικά ζητήματα του LOATKIΑ κινήματος, όπως η διαθεματικότητα, η καθιέρωση του gay pride ως πράξη αντίστασης στην ομοφοβία και το ρατσισμό και η άλωσή του σήμερα από τις “αξίες” του νεοφιλελευθερισμού με υποστηρικτές του τους χορηγούς (βασικά ΜΚΟ), πολυάριθμες πρεσβείες, ανάμεσά τους αυτές της Αιγύπτου, των ΗΠΑ, του Ισραήλ κ.λπ., θεσμικούς παράγοντες όπως ο Δήμαρχος, η Περιφέρεια Αττικής, διάφορες εταιρείες κ.λπ., εμπορευματοποιώντας το και αποπολιτικοποιώντας το. Συζητήθηκαν οι αγώνες των γυναικών και οι κατακτήσεις τους κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση, η συνεισφορά της Αλεξάνδρας Κολοντάι, κ.ά.

Δημοσιεύουμε βασικά σημεία των εισηγήσεων:

 

Κατερίνα Μάτσα

Για μια Απελευθερωτική Πολιτική του Φύλου με

Όραμα την Παγκόσμια Σοσιαλιστική Επανάσταση

 

Οι γυναίκες υψώνουν τη φωνή τους. “Ούτε μια λιγότερη” διαδηλώνουν στην Αργεντινή. Και οι τεράστιες διαδηλώσεις γυναικών υποχρέωσαν την κυβέρνηση Μάκρι να νομιμοποιήσει τις εκτρώσεις. “Black lives matter” διαδηλώνει το πολιτικό κίνημα, που ιδρύθηκε το 2013 από τρεις μαύρες γυναίκες, μέσα από την αφροαμερικανική κοινότητα με αφορμή τις συχνές δολοφονίες μαύρων από την αμερικανική αστυνομία. “No es no” φωνάζουν οι φεμινίστριες φοιτήτριες στα Πανεπιστήμια της Χιλής καταλαμβάνοντας δεκάδες σχολές, ενάντια στη σεξουαλική παρενόχληση των φοιτητριών από τους καθηγητές τους. Στις 16 Μάη 2018 η διαδήλωση για τα δικαιώματα των γυναικών, που κάλεσε η Φοιτητική Ένωση της Χιλής συγκέντρωσε 25.000 γυναίκες κατά την αστυνομία, 150.000 κατά τις οργανώτριες, η μεγαλύτερη μετά την πτώση του Πινοσέτ. 5 εκατομμύρια γυναίκες από 400 συλλογικότητες πήραν μέρος στη διαδήλωση της 8 Μάρτη 2018 στην Ισπανία.

Η αντίσταση των γυναικών ενάντια στην καταπίεση, τις διακρίσεις, τη βία κλιμακώνεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Όπως λέει η φιμινίστρια Rosi Braidotti το σημαίνον “γυναίκα” δεν πρέπει να ιδωθεί ως μια οριοθετημένη κατηγορία, αλλά ως πεδίο διεκδίκησης υποκειμενικότητας και πολιτικού λόγου και έτσι ως πεδίο δυνατοτήτων.

Οι αγώνες για την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών που νομιμοποιούσαν την υποτέλεια των γυναικών σηματοδοτούσε τον ξεκάθαρα πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα τους. Η μαρξίστρια φεμινίστρια Christine Delphy έλεγε: η εξέγερση των γυναικών υποδηλώνει ότι η κατάσταση μπορεί να αλλάξει. Η πίστη στη δυνατότητα αλλαγής υποδηλώνει την πεποίθηση ότι η κατάσταση έχει κοινωνικές καταβολές.

Πολλά από τα φεμινιστικά κινήματα βασισμένα στο έργο του Derrida, του Deleuze, του Foucault, του Lacan και άλλων μεγάλων στοχαστών του 20ου αιώνα ασκούν σοβαρή κριτική στην αστική δημοκρατία και το νεοφιλελευθερισμό, συμμαχούν με τα κινήματα των ομοφυλοφίλων και τα κοινωνικά κινήματα και αγωνίζονται για μια αντιαυταρχική, πλουραλιστική πολιτική, συνδυάζοντας το μαρξισμό με τα νέα ρεύματα του φεμινισμού, τα οικολογικά κινήματα, τα κινήματα των αναπήρων, καθώς και τα κινήματα των εθνικών μειονοτήτων.

Ο φεμινισμός -με πολλά ρεύματα να μιλούν στο όνομά του- εξετάζει δύο κυρίως έννοιες, τη σεξουαλικότητα και το φύλο. Η σεξουαλικότητα για το φεμινισμό είναι ό,τι η εργασία για το μαρξισμό. Όπως η αλλοτρίωση της εργασίας κάποιων προς όφελος άλλων ορίζει την εργατική τάξη, έτσι και η οργανωμένη αλλοτρίωση της σεξουαλικότητας κάποιων προς χρήση από κάποιους άλλους ορίζει το βιολογικό φύλο, τη γυναίκα, λέει η Cathrine Mackinnon.[1]

Στο βαθμό που η “γυναίκα” υπάρχει ως σεξουαλικό αντικείμενο δεν είναι ούτε καν δυνητικά ιστορικό υποκείμενο. Για τις γυναίκες δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στην αντικειμενοποίηση και την αποξένωση επειδή οι γυναίκες δεν υπήρξαν δημιουργοί αντκειμενοποιήσεων∙ εμείς ήμασταν οι αντικειμενοποιήσεις”.

Ας δούμε, όμως, τι λέει για τη σεξουαλικότητα ο Felix Guattari σε ένα κείμενο, που γράφτηκε στο φως του Μάη του ΄68 με τίτλο “για να τελειώνουμε με τη σφαγή του σώματος”[2]: “Ας συζητήσουμε αυτή την επισήμως καθιερωμένη σεξουαλικότητα, που έχει ορισθεί και ως μια και πιθανή σεξουαλικότητα. Δεν θέλουμε να την διαχειρισθούμε, όπως κάποιος διαχειρίζεται τις συνθήκες του εγκλεισμού του. Θέλουμε να την καταστρέψουμε, να την εξαφανίσουμε, γιατί δεν είναι τίποτε άλλο από μηχανισμός ευνουχισμού και επανευνουχισμού, μηχανισμός αναπαραγωγής σε κάθε επίπεδο, σε κάθε άτομο ξανά και ξανά των βάσεων ενός συστήματος υποδούλωσης μετατρέποντας την ίδια την επιθυμία σε μια υποχρεωτική, καταναλωτική ανάγκη”.

Ο Μισέλ Φουκώ[3] μιλά για το σύστημα της σεξουαλικότητας που έχει σαν λόγο ύπαρξής του να ελέγχει τους πληθυσμούς, ολοένα και πιο καθολικά… Υποτάσσοντας τη σεξουαλικότητα στο νόμο, εισάγοντας  τη θεωρία της καταστολής σιγά σιγά θα προσδώσει στο σύστημα της σεξουαλικότητας το νόημα μιας γενικευμένης απαγόρευσης…”.

Σήμερα, που έχουν αναπτυχθεί οι φεμινιστικές σπουδές και οι σπουδές του φύλου τόσο η σεξουαλικότητα όσο το φύλο αναγνωρίζονται ως κεντρικές παράμετροι στις δομές εξουσίας και στην οργάνωση των κοινωνικών θεσμών και των μηχανισμών ιδεολογικού ελέγχου.

Ο δυτικός πολιτισμός σταθεροποιεί το φύλο σε μια σταθερή εικόνα, στο δίπολο άντρας – γυναίκα, χωρίς να επιτρέπει τη συνεχή μεταμόρφωσή του, τον “ρέοντα καθορισμό” του, κατά την έκφραση του Deleuze.

Υπάρχουν άλλοι πολιτισμοί όπου τα φύλα είναι περισσότερα από δύο. Είναι έξι στην Ινδονησία, 4 σε κάποιους πολιτισμούς της Λατινικής Αμερικής, ενώ υπάρχει και το μεταβατικό φύλο (transgender) των Ινδιάνων.

Η θεωρία ότι το δίπολο άνδρας – γυναίκα χαρακτηρίζει τη φύση του ανθρώπου και ότι είναι στη φύση της γυναίκας να είναι κατώτερη από τον άνδρα, προορισμένη για την αναπαραγωγή, κυριαρχεί σε όλη την ταξική κοινωνία. Τις προηγούμενες δεκαετίες κάτω από την πίεση του φεμινιστικού κινήματος έγινε η διάκριση ανάμεσα σε βιολογικό φύλο (sex) και κοινωνικό φύλο (gender).

Όπως έλεγε η Simone de Beauvoir στο βιβλίο της “Το δεύτερο φύλο”: “γυναίκα δεν γεννιέσαι, γίνεσαι κάτω από κοινωνική καθοδήγηση”.[4]

Με το τρίτο κύμα του φεμινισμού και το κίνημα queer αμφισβητήθηκε ανοιχτά η θέση για τα δύο φύλα και γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη οι πολιτικές του φύλου, με βάση τη θέση ότι είμαστε όλοι ένα μείγμα βιολογικών δεδομένων και κοινωνικών κωδίκων.

Το 1981 κυκλοφόρησε το βιβλίο της Judith Butler “Αναταραχή Φύλου” (gender trouble)[5] που υποστηρίζει ότι το φύλο είναι ένα παιχνίδι της εξουσίας με το οποίο αυτή αυτοεδραιώνεται. Η Butler εισήγαγε την έννοια της επιτελεστικότητας (performativity). Το φύλο, κατά την Butler, “παίζεται” μπροστά στους άλλους. Το παίξιμο του φύλου εδραιώνεται με καθοδήγηση, μίμηση, επανάληψη, όπως σε μια θεατρική παράσταση.

Η Butler τόνισε τη σημασία της επανάληψης και της γλώσσας στη δημιουργία της ταυτότητας φύλου. Όμως η επανάληψη παρουσιάζει πάντα ρωγμές κάτω από την πίεση της αληθινής επιθυμίας. Μέσα από αυτές τις ρωγμές δίνεται η δυνατότητα επαναπροσδιορισμού αυτού που το άτομο νιώθει πώς πραγματικά είναι βρίσκοντας την αληθινή του ταυτότητα φύλου, σε διαφορετική περίπτωση αισθάνεται δυσφορία ή καλύτερα αναταραχή φύλου.

Το 1990 δημιουργήθηκε από τους οροθετικούς η οργάνωση act up και το περιοδικό της queer generation απέκτησε πανεθνική εμβέλεια. Το κίνημα queer εμφανίστηκε αρχικά ως μια “αριστερίστικη” ομάδα στα πλαίσια των διάφορων φεμινιστικών κινημάτων. Το queer ρεύμα έδωσε την ευκαιρία να εμφανισθούν τα φύλα και οι σεξουαλικότητες στην πολλαπλότητά τους ως ένα φάσμα, δίνοντας μάχες ενάντια στο ρατσισμό, το σεξισμό, την αποικιοκρατία, με έντονη ακτιβίστικη παρουσία ως “ροζ μπλοκ” στις διεθνείς αντισυνόδους κορυφής.

Το κίνημα queer δεν αρκείται στην αμφισβήτηση του δίπολου άνδρας – γυναίκα. Προκαλεί με μια εκρηκτική γλώσσα ακόμα και το κίνημα των ομοφυλοφίλων που διεκδικεί το δικαίωμα στο γάμο και την οικογένεια και το κατηγορεί για υποταγή στις νόρμες της κοινωνίας, για “ομοκανονικότητα”.

Κριτικάροντας το queer η σπουδαία γαλλίδα φεμινίστρια Christine Delphy[6] του καταλογίζει ότι αρνείται την πάλη ενάντια στις σχέσεις εξουσίας, γιατί θεωρεί ότι οι σχέσεις εξουσίας δεν αποτελούν κοινωνική κατασκευή, είναι ενύπαρκτες στο σύστημα και άρα είναι μάταιο να θέλουμε να τις εξαλείψουμε.

Αντίθετα, ο υλιστικός και κριτικός γαλλικός φεμινισμός θεωρεί το φύλο, τη φυλή και τη σεξουαλικότητα ως κοινωνικές κατασκευές και εγγράφεται σε ένα αντιρατσιστικό, αντιφασιστικό και αντικαπιταλιστικό ρεύμα που αγωνίζεται ενάντια στην ομοφοβία, την τρανσφοβία, την ισλαμοφοβία, για την κατάργηση των δομικών ανισοτήτων ανδρών – γυναικών, ενάντια στη βία του κράτους και του καπιταλιστικού συστήματος στο σύνολό του. Ο υλιστικός μαρξιστικός φεμινισμός ασκεί κριτική και στη διαθεματικότητα, την προσέγγιση δηλαδή του γυναικείου ζητήματος μέσα από διάφορες θεματικές ενότητες, της φυλής, της εθνικότητας, του φύλου, της σεξουαλικότητας και της τάξης, που συναρθρώνονται οριζόντια μεταξύ τους. Φυσικά είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί ένα πλατύ μέτωπο του ΛΟΑΤΚΙΑ κινήματος με όλα τα καταπιεσμένα άτομα για όλα τα ζητήματα που αφορούν το φύλο, τη φυλή, τη σεξουαλικότητα, την τάξη, στη βάση μιας “πολυφωνικής πολλαπλότητας”. Όμως, η μεθοδολογική αφετηρία αυτής της ενότητας πρέπει να είναι ταξική. Γιατί, η αντιπροσώπευση κατά ομάδα, είναι, από άποψη μεθοδολογίας, προβληματική. Εγκλείει τα άτομα που απαρτίζουν την ομάδα σε ταυτότητες ομογενείς, επιμέρους, ακίνητες. Επιπλέον, η επιδιωκόμενη από το κίνημα ισοτιμία των ομάδων δεν εξασφαλίζει την κοινή χειραφετητική προοπτική. Δεν εξασφαλίζει το “πολλαπλό καθολικό”[7].

Μόνο η εργατική τάξη είναι η καθολική τάξη, που μπορεί να απελευθερωθεί από τα δεσμά της μόνο αν απελευθερώσει ολόκληρη την κοινωνία, ανατρέποντας το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα της καταπίεση, της εκμετάλλευσης και της ταπείνωσης ανθρώπου από άνθρωπο, που γεννά το ρατσισμό κάθε τύπου.

Στα τέλη της δεκαετίας 2000 πραγματοποιείται μια στροφή κάποιων τάσεων του κινήματος queer στον υλισμό και δίνεται έμφαση στις ταξικές ανισότητες που υπάρχουν στο εσωτερικό του ΛΟΑΤΚΙΑ κινήματος, κριτικάροντας το νεοφιλελευθερισμό και τις δυναμικές της ρύθμισης, κρατικής και καπιταλιστικής των σεξουαλικοτήτων, μέσα σε ένα καθεστώς ομαλοποίησης. Τότε εμφανίζονται και οι θεωρίες του έγχρωμου queer, που εμπνέεται από τον έγχρωμο φεμινισμό και εγγράφονται σε μια υλιστική θεωρία.[8]

Κατά τον Alan Sears[9] και τον Kevin Floyd η καπιταλιστική πραγμοποίηση δρα και στην επιθυμία ως αφαίρεση. Στη συνέχεια η πραγμοποιημένη επιθυμία μπαίνει σε μια διαδικασία εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης των σεξουαλικών υποκειμενικοτήτων και αυτών του φύλου στα πλαίσια του νεοφιλελευθερισμού. Απ’ αυτή την άποψη το υλιστικό queer διεκδικεί την χειραφέτηση μέσα από μια σκέψη και μια πράξη που αφορά το καθολικό και κάνει κριτική στο νεοφιλελευθερισμό.

Ο νεοφιλελευθερισμός, όπως λέει,  μετατρέπει σε εμπόρευμα το σύνολο των κοινωνικών πεδίων, επενδύει στις ταυτότητες φύλου και δημιουργεί ένα lifestyle. Αυτό συνίσταται σ’ ένα σύνολο αγαθών και πρακτικών που μπορείς να αγοράσεις και να καταναλώσεις. Η “ροζ αγορά” (pink market) που δημιουργείται διαθέτει ξεχωριστά μπαρ, μαγαζιά, προϊόντα, ρούχα, ταξίδια κ.λπ. Όλα αυτά δεν είναι προσιτά σε ολόκληρη την LOATKIΑ κοινότητα. Τα φτωχά άτομα, τα τρανς, τα ηλικιωμένα, οι γυναίκες, τα ανάπηρα άτομα αποκλείονται, μένουν έξω από την “ροζ αγορά”, όπου και οι εργαζόμενοι εκεί κακοπληρώνονται.

Έτσι όλα τα αγαθά της “ροζ αγοράς” διατίθενται μόνο στους gay (άνδρες, λευκοί και πλούσιοι) ενώ τα queer άτομα είναι συνήθως φτωχά και γι’ αυτό μένουν αόρατα μέσα στον διπλό αποκλεισμό τους, επιπλέον τα εύπορα gay / lesbian άτομα συνηθίζουν να κάνουν ethnic τουρισμό, από τον οποίο αποκλείονται τα φτωχά άτομα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην “ροζ οικονομία” ένα μέρος των κερδών κατευθύνεται σε ΜΚΟ που αλωνίζουν στο εσωτερικό της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Έτσι αποπολιτικοποιείται το ίδιο το κίνημα των queer και γίνεται ακόμα πιο σκληρός ο έλεγχός του από τη βιοεξουσία. Η αναγνώριση του δικαιώματος στο γάμο και στην οικογένεια δημιουργεί όρους κοινωνικής ενσωμάτωσης μιας ομοφιλοφυλίας ομαλοποιημένης. Είναι πολύ χαρακτηριστική η εμπορευματοποίηση του gay pride, που πραγματοποιείται με χορηγίες από ΜΚΟ, δήμους, πρεσβείες κ.λπ. εντελώς αποπολιτικοποιημένο, δίνοντας την εικόνα ενός πανηγυριού, οργανωμένου από την ίδια τη βιοεξουσία.

Ένας άλλος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητα είναι η δημιουργία στο εσωτερικό της, φαινομένων πατριωτισμού και “ομοεθνικισμού” που στοχοποιούν τους άραβες ισλαμιστές, γιατί καταπιέζουν τις γυναίκες και τους ομοφυλόφιλους.

Από την άλλη μεριά, σε πολλές χώρες της Αφρικής, η ομοφυλοφιλία παρουσιάζεται ως κληρονομιά της αποικιοκρατίας. Η ομοφυλοφιλία θεωρείται ως πρακτική των λευκών που εισάγεται απ’ έξω, στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Στο όνομα μιας “πολιτιστικής καθαρότητας των ριζών” ποινικοποιείται η ομοφυλοφιλία, όπως γίνεται στην Ουγκάντα, όπου με νόμο του 2009 οι ομοφυλόφιλοι οδηγούνται στη φυλακή γιατί “προδίδουν την εθνική κουλτούρα”.

Το αντίθετο συμβαίνει σε άλλες χώρες της Αφρικής. Στην Αίγυπτο, για παράδειγμα, το δικτατορικό καθεστώς τάσσεται ανοιχτά ενάντια στους ομοφυλόφιλους, ενώ οι εξεγερμένοι της πλατείας Ταχρίρ υπερασπίζονταν τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητας.

Έχει μεγάλη σημασία να συνδυάζεται η πάλη ενάντια στην καταπίεση των γυναικών, των ομοφυλοφίλων των διεμφυλικών και των queer (αστυνομική, νομική, κρατική, κοινωνική), με την πάλη ενάντια στην βίαιη ενσωμάτωσή τους στην κανονικότητα που επιβάλλει η βιοεξουσία, την “ετεροκανονικότητα”. Ο ανταγωνισμός των φύλων έχει μια κατεξοχήν πολιτική διάσταση. Χρειάζεται να ξαναγυρίσουμε στο σύνθημα των φεμινιστριών της δεκαετίας ’70: “το προσωπικό είναι πολιτικό” με την έννοια ότι το προσωπικό συντίθεται βασικά από σχέσεις κυριαρχίας, εξουσίας, όπως αναλύει η Ελένη Βαρίκα.[10]

Μ’ αυτήν την έννοια η αμφισβήτηση της πατριαρχίας δεν μπορεί να γίνει μόνο με ατομικές αλλαγές απόψεων και στάσεων ζωής. Απαιτείται πρώτα απ’ όλα μια συλλογική ταξική στρατηγική ενάντια στους μηχανισμούς καταπίεσης και εκμετάλλευσης που ιστορικά έχει διαμορφώσει και τελειοποιήσει το καπιταλιστικό σύστημα. Αυτοί οι μηχανισμοί, βέβαια, δεν μεταρρυθμίζονται, αλλά συντρίβονται από την κοινωνική επανάσταση.

Οι γυναίκες χρειάζεται να παλέψουμε ενάντια στην απαξίωση της εργασίας, την επισφάλεια, την ανεργία, την καταπάτηση όλων των δικαιωμάτων μας, εργασιακών και άλλων. Ενάντια στη σεξουαλική παρενόχληση, το σεξισμό, το βιασμό και κάθε μορφής βία στο δρόμο, στη δουλειά, στην οικογένεια.

Πρέπει να συγκρουσθούμε με τον φεμινισμό του marketing (τύπου Μπιγιονσέ) και τον ποπ φεμινισμό. Πρέπει να περάσουμε από το ατομικό στο συλλογικό, από την επιλογή διεκδίκησης δικαιωμάτων μέσα στα πλαίσια της καπιταλιστικής κοινωνίας που μας θυματοποιεί για να επιβάλει τη σιωπή. Πρέπει να εμπνευστούμε από τον αγώνα της Αλεξάνδρας Κολοντάι και των πρώτων φεμινιστριών, στα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Η χειραφέτηση των γυναικών και όλης της ΛΟΑΤΚΙΑ κοινότητας είναι μέρος της καθολικής, ανθρώπινης χειραφέτησης, όραμα της Παγκόσμιας Σοσιαλιστικής Επανάστασης.

Και όπως τονίζει η σπουδαία φεμινίστρια Ελένη Βαρίκα “Η ουτοπία δεν είναι αναγκαστικά μια απώθηση ή μια παράλογη φυγή από το παρόν. Μπορεί να εκτιμήσει τα θετικά γεγονότα μέσα στο χώρο που βρίσκεται μεταξύ του όχι πια -δεν είναι ανεκτό- και του όχι ακόμα -αυτό στο οποίο προσβλέπουμε- και να κάνει αυτό το χώρο αφετηρία μιας πράξης μεταμόρφωσης”.[11]

 

 



[1]
                        [1] Mackinnon Catherine (1982) “Feminism, Marxism, method and the state on agenda for theory” Signs 7(3) 515-544.

[2]
                        [2] Felix Guattari “Για να τελειώνουμε με τη σφαγή του σώματος” Νέα Προοπτική, 25/ 5/2018.

[3]
                        [3] Μ. Φουκώ “Ιστορία της σεξουαλικότητας” τομ. 1, εκδ. Ράππα, 1978.

[4]
                        [4] Simone De Beauvoir “Le deuxième sexe”  ed. Gallimard, Paris, 1949.

[5]
                        Judith Butler “Αναταραχή φύλου: ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας”, μτφ. Γ. Καράμπελας, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2009.

[6]
                        [6] Delphy Christine “Genre et race: des systèmes sociaux comparables” Intervention au 6 Congrés International des Recherehes Feministes Francophones du 29 Aoùt au 2 Septembre 2012 à l’ université de Lausanne.

[7]
                        Cathrine Achin “Contre la parité pour un universel multiple” στο Eleni Varikas: Pour une théorie féministe du politique” ed. iXe 2017.

[8]
                        Gabriel Girard – Interview Elsa Dorlin: Le queer est un materialisme, Syllepse, 2007 και Sophie Noyé “Pour un féminisme materialiste et queer” Penser l’ émancipation, fevrier 2014.

[9]
                        Alan Sears “a queer view of Capitalism in Crisis” in GLQ: A Journal of Lesbian and Gay Studies, Vol. 16, No 3.
 

[10]
                        [10] Eleni Varika: “Le personnel est politique”: avatars d’ une promesse subversive” Tumultes, No 8, 1996.

[11]
                        [11] Eleni Varikas “Féminisme, modernité, postmodernisme: pour un dialogue des deux cotés de l’ océan” στο Eleni Varikas: pour une théorie féministe du politique” ed. iXe 2017 Fr.