Στην 50στή επέτειο από το δημοψήφισμα που είπε βροντερό ΟΧΙ στη μοναρχία
Υποβάθμιση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς στο Βωμό της Οικονομικής και Πολιτικής Εξουσίας
Συγκέντρωση διαμαρτυρίας οργανώνει ο ΣΕΑ την Παρασκευή 27/9/2024, 7 μ.μ., στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (σημείο συνάντησης πλατεία Ρηγίλλης)
της Βίκυς Κανατά
Την 50στή επέτειο από την ανατροπή της δικτατορίας και το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου που έθεσε οριστικό τέλος στη μοναρχία των Γλύξμπουργκ, διάλεξε το υπουργείο Πολιτισμού, δηλαδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη, για να μας υπενθυμίσει ότι οι πρώην βασιλιάδες είναι εδώ. Και αν ο πατήρ Μητσοτάκης επέτρεψε την καταλήστευση του ελληνικού δημοσίου και την εξαγωγή με ένα μεγάλο κομβόι φορτηγών ανεκτίμητων πολιτιστικών θησαυρών από την Ελλάδα, ο νεότερος Μητσοτάκης αναλαμβάνει να προμοτάρει την πρώην βασιλική οικογένεια.
Η πρόσφατη απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού να διαθέσει τον χώρο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου για δεξίωση της οικογένειας Γλύξμπουργκ έναντι χρηματικής αμοιβής δεν αποτελεί μόνο μια σαφή ένδειξη της εμπορευματοποίησης του πολιτισμού και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Ταυτόχρονα, επιχειρεί να εξοικειώσει την ελληνική κοινωνία με τη μοναρχία και την άμβλυνση των ισχυρών αντιμοναρχικών αισθημάτων του ελληνικού λαού – που εκφράστηκαν άλλωστε με μεγάλους αγώνες και με το 70% αντιμοναρχικών ψήφων στο δημοψήφισμα.
Η συγκεκριμένη κίνηση του Υπουργείου, η οποία συνδέεται άμεσα με την υπουργό Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δεν είναι απλώς ένα ζήτημα ιδιωτικής χρήσης ενός δημόσιου χώρου. Είναι μια από τις πολλές αποφάσεις που αποκαλύπτουν τον ευτελισμό της πολιτιστικής κληρονομιάς στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης λογικής του κέρδους και της πολιτικής επιρροής.
Η δεξίωση της οικογένειας Γλύξμπουργκ σε έναν από τους πλέον σημαντικούς χώρους πολιτισμού της χώρας, ο οποίος στεγάζει εκθέματα βυζαντινής και χριστιανικής τέχνης, είναι προσβλητική για την ιστορική μνήμη και την πολιτιστική μας ταυτότητα. Πρόκειται για έναν χώρο που συνδέεται άμεσα με την ιστορία και τον πολιτισμό της Ελλάδας, και η εμπορική του χρήση από την οικογένεια Γλύξμπουργκ -μια οικογένεια που έχει απορριφθεί ιστορικά από τον ελληνικό λαό- αποτελεί πρόκληση για τη δημόσια συνείδηση.
Αυτή η κίνηση, πέραν της εμπορικής της διάστασης, υποδηλώνει και την αποδοχή της ιστορικής λήθης. Η ελληνική μοναρχία, η οποία καταργήθηκε με δημοψήφισμα το 1974, επιστρέφει μέσω τέτοιων εκδηλώσεων στη δημόσια σφαίρα, σαν να επιδιώκεται η κανονικοποίησή της και η αποδοχή της από την ελληνική κοινωνία. Το γεγονός ότι το Υπουργείο Πολιτισμού ανοίγει έναν εμβληματικό δημόσιο χώρο για μια τέτοια εκδήλωση δείχνει όχι μόνο την απροκάλυπτη υποστήριξη της κυβέρνησης προς την ελίτ και τα συμφέροντά της, αλλά και μια ανοιχτή παραβίαση της δημόσιας κουλτούρας και της ιστορικής αλήθειας.
Την παραχώρηση του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου και άλλων χώρων για τη γαμήλια δεξίωση της κόρης της Άννας Μαρίας Γλύξμπουργκ και του αποθανόντος έκπτωτου βασιλιά Κωνσταντίνου, καταγγέλλει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και καλεί σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας, την Παρασκευή 27/9/2024 στις 7 μ.μ., στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (σημείο συνάντησης πλατεία Ρηγίλλης).
Θυμίζουμε ότι ο ΣΕΑ έχει μπει στο στόχαστρο της υπουργού Μενδώνη για πάμπολλες κριτικές που έχει ασκήσει στα έργα και ημέρες της από το “τσιμέντωμα” της Ακρόπολης μέχρι τη μετατροπή των μεγάλων Μουσείων σε μουσεία ιδιωτικού δικαίου με διορισμένους από την κυβέρνηση διευθύνοντες. Εκδικητικά, η υπουργός πριν ένα χρόνο εκδίωξε τον ΣΕΑ από το ιστορικό κτήριο της Ερμού που στεγαζόταν επί σαράντα χρόνια, με αφορμή -αφορμή και όχι αιτία- εκδήλωση του Δικτύου Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων για το ναυάγιο της Πύλου. Στην εκδήλωση για τη διερεύνηση του πολύνεκρου ναυαγίου στην Πύλο απόλυτη εχθρότητα – στην παραχώρηση ενός μεγάλου μουσείου για τους Γλύξμπουργκ απόλυτη φιλικότητα. Οι επιλεκτικές ευαισθησίες δεν κρύβονται.
Ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων αποτελεί μια από τις πιο αξιόλογες φωνές υπεράσπισης της πολιτιστικής κληρονομιάς και της δημόσιας αρχαιολογικής εργασίας στην Ελλάδα. Η εκδικητική απομάκρυνσή τους από τον χώρο τους ως ποινή για την παραχώρηση του κήπου του ΣΕΑ σε εκδήλωση αλληλεγγύης προς τα θύματα του τραγικού ναυαγίου της Πύλου είναι αποκαλυπτική της αυταρχικής πολιτικής της κυβέρνησης και του φιμώματος κάθε φωνής που επιχειρεί να ρίξει φως σε μια ανείπωτη τραγωδία και να αναδείξει τις ευθύνες για τις πολιτικές που οδηγούν σε τέτοιες ανθρωπιστικές τραγωδίες.
Το ναυάγιο της Πύλου, με εκατοντάδες πρόσφυγες να βρίσκουν τραγικό θάνατο, είναι μια από τις πιο σκοτεινές στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Η εκδήλωση το καλοκαίρι του 2023, διοργανωμένη από το Δίκτυο Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων, είχε στόχο να φέρει στην επιφάνεια την ευθύνη της πολιτείας και των θεσμών της για τη συνεχιζόμενη ανθρωπιστική κρίση στο Αιγαίο. Και εκ του αποτελέσματος ο στόχος επετεύχθη. Αντί τότε η υπουργός να σταθεί δίπλα σε μια τέτοια προσπάθεια, επέλεξε να δείξει την αφοσίωσή της σε μια νεοφιλελεύθερη ατζέντα καταστολής της αλληλεγγύης και αποσιώπησης της αλήθειας.
Η φιλοξενία της οικογένειας Γλύξμπουργκ στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο και η προηγηθείσα εκδίωξη του ΣΕΑ υποδηλώνουν ξεκάθαρα τον προσανατολισμό της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Πολιτισμού: να ευνοήσει την ελίτ και τα συμφέροντά της, να προωθήσει τον αναθεωρητισμό της ιστορίας και να αποδυναμώσει τις φωνές της κριτικής και της αντίστασης.
Η συγκεκριμένη πολιτική πρακτική, την οποία προωθεί η υπουργός Μενδώνη, δεν είναι κάτι καινούργιο. Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει επιλέξει τα τελευταία χρόνια μια σαφή κατεύθυνση εμπορευματοποίησης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Τα μουσεία, οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία δεν αντιμετωπίζονται πλέον ως συλλογικά αγαθά και χώροι που ανήκουν στο λαό, αλλά ως “αξιοποιήσιμα” εμπορεύματα προς όφελος του κράτους και των ιδιωτών.
Η αντίληψη αυτή στηρίζεται στη νεοφιλελεύθερη λογική που επιδιώκει να μετατρέψει κάθε δημόσιο αγαθό σε πηγή κέρδους. Οι χώροι πολιτισμού, από τους αρχαιολογικούς χώρους μέχρι τα μουσεία, δεν είναι χώροι διαφύλαξης της ιστορίας και της ιστορικής μνήμης και συλλογικής ταυτότητας, αλλά ευκαιρίες για ενοικίαση και ιδιωτική εκμετάλλευση.
Αυτή η εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς δεν είναι μόνο επικίνδυνη για την προστασία των μνημείων και της ιστορίας μας, αλλά υπονομεύει και τη συλλογική ταυτότητα της κοινωνίας. Τα μουσεία και οι πολιτιστικοί χώροι παύουν να είναι χώροι μόρφωσης, προβληματισμού και διαλόγου, και γίνονται προνόμιο των λίγων και των ισχυρών.
Απέναντι σε αυτές τις πρακτικές, η αντίσταση είναι απαραίτητη και πολυεπίπεδη. Πρώτον, πρέπει να διεκδικήσουμε ξανά τους δημόσιους χώρους πολιτισμού ως κοινά αγαθά που ανήκουν στην κοινωνία και όχι στους ιδιώτες. Δεύτερον, η ανάδειξη και υπεράσπιση της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Η εκδίωξη του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και η καταστολή εκδηλώσεων που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των προσφύγων πρέπει να μας αφυπνίσουν. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την καταστολή των φωνών που αντιστέκονται στην πολιτική της βίας και της αδιαφορίας για την ανθρώπινη ζωή.
Τέλος, η κινητοποίηση της κοινωνίας και των συλλογικών φορέων είναι απαραίτητη. Ο πολιτισμός και η ιστορία δεν πρέπει να αφήνονται στα χέρια των ισχυρών. Οι πολίτες πρέπει να επαναδιεκδικήσουν την πολιτιστική κληρονομιά και τους δημόσιους χώρους ως μέρη ελεύθερης έκφρασης και κοινωνικής αλληλεγγύης. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να διαφυλάξουμε την πολιτιστική μας ταυτότητα και να αντισταθούμε στην υποταγή της στο βωμό του κέρδους και της πολιτικής εξουσίας.
Το να επιτρέψουμε την εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς σημαίνει ότι αποδεχόμαστε να αποδυναμωθεί η ίδια η έννοια της συλλογικότητας και της συμμετοχής σε έναν δημόσιο διάλογο για το παρελθόν και το παρόν μας.
Πρέπει να απαιτήσουμε την πλήρη ανεξαρτησία των πολιτιστικών ιδρυμάτων από πολιτικές και οικονομικές πιέσεις. Τα μουσεία, τα μνημεία και οι πολιτιστικοί φορείς δεν είναι ιδιωτικά κτήματα, αλλά δημόσια αγαθά που ανήκουν στην κοινωνία στο σύνολό της. Πρέπει να αγωνιστούμε για την επαναφορά του δημόσιου χαρακτήρα τους και για την πρόσβαση όλων σε αυτούς τους χώρους χωρίς διακρίσεις ή αποκλεισμούς.
Η ιστορία και ο πολιτισμός δεν είναι για πώληση. Είναι ζωντανές κληρονομιές που πρέπει να προστατευτούν από τις δυνάμεις της εμπορευματοποίησης και της πολιτικής χειραγώγησης. Ο αγώνας για την υπεράσπισή τους είναι αγώνας για τη δικαιοσύνη, την ισότητα και τη διαφάνεια. Και αυτός ο αγώνας πρέπει να συνεχιστεί.
Όλοι στην συγκέντρωση διαμαρτυρίας, την Παρασκευή 27/9/2024 στις 7 μμ, στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (σημείο συνάντησης πλατεία Ρηγίλλης).