Της Βίκυς Κανατά

Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου στις 21 Σεπτεμβρίου 2018 υπήρξε ένα από τα πιο θλιβερά και καταδικαστέα περιστατικά βίας στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Ο Ζακ, γνωστός ακτιβιστής για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ και των οροθετικών ατόμων, έπεσε θύμα άγριας επίθεσης μέρα μεσημέρι στο κέντρο της Αθήνας, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του. Το γεγονός αυτό δεν αποτελεί μόνο ένα μεμονωμένο έγκλημα, αλλά μια απτή απόδειξη των βαθιών προβλημάτων που διατρέχουν την κοινωνία μας: της ριζωμένης βίας, της προκατάληψης, του ρατσισμού και του φασισμού, που ενισχύονται από τη στάση του κράτους και του καπιταλιστικού συστήματος.

Η υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου, γνωστού και ως Zackie Oh, δεν είναι μια απλή δολοφονία. Είναι μια δολοφονία που φανερώνει τη συστημική καταπίεση και τον κοινωνικό κανιβαλισμό που προωθείται από το κράτος και τους θεσμούς του. Ο Ζακ ήταν ένας άνθρωπος που ενσάρκωνε την αντίσταση, τη διαφορετικότητα, και τον αγώνα για μια πιο δίκαιη κοινωνία. Ήταν ένα άτομο που αμφισβήτησε τα κατεστημένα πρότυπα και αναμετρήθηκε με τις πιο σκοτεινές πλευρές της κοινωνίας μας: τη μισαλλοδοξία, τον ρατσισμό, την ομοφοβία, και τη φασιστική νοοτροπία.

Η δολοφονία του Ζακ δεν είναι απλά μια πράξη ατομικής βίας, αλλά ένα πολιτικό έγκλημα. Η επίθεση που δέχθηκε ήταν αποτέλεσμα της βαθιάς ριζωμένης κουλτούρας του μίσους που επικρατεί στην ελληνική κοινωνία και η οποία ενισχύεται από την καπιταλιστική δομή του κράτους. Οι δράστες της δολοφονίας του Ζακ δεν ήταν απλά “αγανακτισμένοι πολίτες”, όπως επιχειρήθηκε να παρουσιαστούν, αλλά εκφραστές μιας ιδεολογίας που περιθωριοποιεί, δαιμονοποιεί και τελικά εξοντώνει όσους δεν χωρούν στα ασφυκτικά πλαίσια της “κανονικότητας”.

Η κοινωνία που ανέχεται και ενθαρρύνει τέτοιου είδους βία είναι μια κοινωνία που έχει αποτύχει να προστατεύσει τους πιο ευάλωτους και καταπιεσμένους ανθρώπους της. Η άγρια επίθεση στον Ζακ και η απάθεια του πλήθους που παρακολούθησε χωρίς να αντιδρά, καταδεικνύουν μια κοινωνία που έχει αποδεχθεί τη βία ως μέρος τής καθημερινότητας και ως μέσο για την επιβολή της “τάξης”. Το γεγονός ότι η επίθεση πραγματοποιήθηκε μέρα μεσημέρι, σε έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Αθήνας, αναδεικνύει τη φασιστική νοοτροπία που καλλιεργείται σε κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής

Η απάντηση του κράτους στη δολοφονία του Ζακ ήταν απόλυτα αναμενόμενη, αλλά όχι λιγότερο εξοργιστική. Οι αστυνομικές δυνάμεις, αντί να προστατέψουν τον Ζακ από τη βία που δεχόταν, συμμετείχαν ενεργά στη δολοφονία του, ενισχύοντας το κλίμα ατιμωρησίας και θεσμικού μίσους. Η στάση αυτή δεν είναι τυχαία, αλλά αποτελεί μέρος της γενικότερης στρατηγικής του κράτους για την καταστολή και τον έλεγχο των “διαφορετικών”. Σε μια καπιταλιστική κοινωνία, όπου η αξία της ανθρώπινης ζωής μετριέται με βάση την παραγωγική της ικανότητα και τη συμμόρφωση στα κοινωνικά πρότυπα, ο Ζακ, ως ακτιβιστής και ως άτομο που απέρριπτε αυτά τα πρότυπα, ήταν αναγκαστικά στο στόχαστρο.

Το δικαστικό σύστημα, το οποίο θα έπρεπε να αποδώσει δικαιοσύνη, αποδείχθηκε επίσης ανίκανο και απρόθυμο να προστατεύσει τα θύματα της κοινωνικής και θεσμικής βίας. Οι αργοί ρυθμοί των διαδικασιών, η αδιαφορία και η αναλγησία των αρμόδιων αρχών, καθώς και οι προσπάθειες συγκάλυψης των γεγονότων, είναι ενδεικτικά της διάθεσης του κράτους να προστατεύσει τους δικούς του, αντί να αποδώσει δικαιοσύνη. Η υπόθεση του Ζακ αποτελεί έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα των περιπτώσεων θεσμικής ατιμωρησίας που παρατηρούνται στην Ελλάδα και αλλού, όταν το θύμα είναι ένα περιθωριοποιημένο άτομο

Παρά την απογοητευτική στάση του κράτους, η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου πυροδότησε ένα κύμα αντίστασης και αλληλεγγύης. Οι διαδηλώσεις, οι συγκεντρώσεις, και οι πορείες που ακολούθησαν τη δολοφονία, ανέδειξαν την αποφασιστικότητα των ανθρώπων να αντισταθούν στην κρατική βία και να υπερασπιστούν τα δικαιώματα όλων των καταπιεσμένων. Η αλληλεγγύη που εκφράστηκε τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, είναι ένα ισχυρό μήνυμα ότι η κοινωνία δεν θα ανεχθεί τη βία και την αδικία.

Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου πρέπει να αποτελέσει μια αφορμή για βαθιά αυτοκριτική της κοινωνίας, αλλά και για ανανέωση των αγώνων μας. Η μνήμη του Ζακ πρέπει να παραμείνει ζωντανή, όχι μόνο ως σύμβολο της αντίστασης, αλλά και ως κίνητρο για να συνεχίσουμε να παλεύουμε για μια κοινωνία χωρίς διακρίσεις, χωρίς βία, χωρίς καταπίεση και εκμετάλλευση. Η μνήμη του Ζακ είναι ένας διαρκής υπενθύμιση ότι η αδικία δεν θα περάσει, όσο συνεχίζουμε να αγωνιζόμαστε για έναν κόσμο ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης.

Η υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου μάς δείχνει ξεκάθαρα ότι ο φασισμός και ο καπιταλισμός είναι αλληλένδετοι. Ο φασισμός τρέφεται από τον καπιταλισμό της παρακμής, που βασίζεται στην ανισότητα, την εκμετάλλευση, και την καταπίεση. Η βία που δέχθηκε ο Ζακ είναι η ίδια βία που ασκείται καθημερινά πάνω στους φτωχούς, στους μετανάστες, στους εργαζόμενους, και σε κάθε άτομο που αντιστέκεται στην καπιταλιστική κυριαρχία. Ο αγώνας για τη δικαιοσύνη στη μνήμη του Ζακ είναι μέρος του ευρύτερου αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό και τον φασισμό.

Είναι κρίσιμο να κατανοήσουμε ότι ο φασισμός δεν είναι απλά μια ακραία ιδεολογία, αλλά μια δομική έκφραση του καπιταλισμού στην πιο βάρβαρη μορφή του. Όταν το σύστημα αντιμετωπίζει κρίσεις, στρέφεται στον φασισμό για να προστατεύσει τα προνόμια των λίγων εις βάρος των πολλών. Ο φασισμός, είτε εκδηλώνεται ως κρατική καταστολή είτε ως “λαϊκή δικαιοσύνη”, όπως αυτή που βίωσε ο Ζακ, είναι το τελευταίο όπλο του καπιταλισμού για να διατηρήσει τον έλεγχο. Επομένως, ο αντιφασιστικός αγώνας είναι παράλληλα ένας αντικαπιταλιστικός αγώνας.

Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου είναι μια τραγωδία που δεν πρέπει να ξεχαστεί. Είναι ένα γεγονός που πρέπει να μας κινητοποιήσει να συνεχίσουμε τον αγώνα ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης και αδικίας ανθρώπου από άνθρωπο. Η μνήμη του Ζακ αποτελεί έναν φάρο που μας καθοδηγεί να σταθούμε αλληλέγγυοι με όλους τους καταπιεσμένους, να αγωνιστούμε για την ισότητα, την ελευθερία, και την αξιοπρέπεια.

Δεν μπορούμε να αφήσουμε την ιστορία του Ζακ να χαθεί μέσα στον χρόνο, ούτε να τη δούμε ως ένα απομονωμένο περιστατικό. Η δολοφονία του είναι ένα σύμπτωμα των βαθιών κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων που υπάρχουν στη χώρα μας. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να μας υπενθυμίζει συνεχώς τη σημασία της αντίστασης και της αλληλεγγύης ως βασικών αξιών στον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

Ο φασισμός, ως έκφραση της πιο ακραίας μορφής κοινωνικού ελέγχου και βίας, πρέπει να καταπολεμηθεί σε όλα τα επίπεδα: στους δρόμους, στους χώρους εργασίας, στα σχολεία, και σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής. Ο φασισμός, με την καταστροφική του δύναμη, στοχεύει να επιβάλλει τη σιωπή και τον φόβο, να διχάσει τους ανθρώπους και να καταστρέψει την αλληλεγγύη που τους ενώνει. Ο αγώνας μας πρέπει να είναι συνολικός και να περιλαμβάνει την αντίσταση ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης, είτε αυτή προέρχεται από το κράτος, είτε από τον καπιταλισμό, είτε από την πατριαρχία.

Η απάντηση στον φασισμό και τον καπιταλισμό δεν μπορεί να είναι άλλη από την οργανωμένη, συλλογική δράση. Η αυτοοργάνωση των καταπιεσμένων, η δημιουργία δικτύων αλληλεγγύης και αντίστασης, και η προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης, αποτελούν τις βάσεις για μια κοινωνία όπου δεν θα χωρούν το μίσος και η βία. Η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας απέναντι σε κάθε μορφή καταπίεσης, και η δράση μας πρέπει να είναι συνεχής, μέχρι την οριστική νίκη κατά του φασισμού και του καπιταλισμού.

Ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου ήταν μια τραγική απώλεια, αλλά δεν πρέπει να τον αφήσουμε να μετατραπεί σε απλά ένα σύμβολο του παρελθόντος. Αντίθετα, πρέπει να τον κρατήσουμε ζωντανό στις μνήμες μας και να τον χρησιμοποιήσουμε ως κίνητρο για να συνεχίσουμε τον αγώνα. Η δικαιοσύνη για τον Ζακ δεν περιορίζεται στην τιμωρία των φυσικών αυτουργών της δολοφονίας του, αλλά επεκτείνεται στην ανατροπή του συστήματος που επέτρεψε και ενθάρρυνε αυτή τη βία.

Πρέπει να αγωνιστούμε για μια κοινωνία όπου κάθε άνθρωπος θα έχει την ελευθερία να ζει χωρίς φόβο, ανεξάρτητα από το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, τη φυλή, την κοινωνική τάξη ή την ταυτότητά του. Μια κοινωνία χωρίς καταπίεση, όπου οι άνθρωποι θα είναι πραγματικά ελεύθεροι να εκφράζονται και να ζουν όπως επιθυμούν.

Η ιστορία του Ζακ είναι ένα κάλεσμα για δράση. Ας μην επιτρέψουμε να περάσει στη λήθη. Ας την χρησιμοποιήσουμε ως καύσιμο για να συνεχίσουμε τον αγώνα μας. Η μνήμη του Ζακ μάς υποχρεώνει να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να παλέψουμε για έναν κόσμο απαλλαγμένο από φασισμό, καπιταλισμό και κάθε μορφή καταπίεσης.

Η μνήμη είναι ένα από τα πιο ισχυρά εργαλεία στον αγώνα για κοινωνική δικαιοσύνη. Οι δολοφονίες, όπως αυτή του Ζακ Κωστόπουλου, δεν πρέπει να ξεχαστούν, ούτε να μείνουν ανεκδίκητες. Η συλλογική μνήμη των αδικιών είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο μπορούμε να χτίσουμε ένα κίνημα αντίστασης που θα αντλεί δύναμη από το παρελθόν, για να αγωνιστεί για το μέλλον. Κάθε χρόνο, η επέτειος της δολοφονίας του Ζακ πρέπει να αποτελεί μια ευκαιρία για ανανέωση της δέσμευσής μας στον αγώνα για δικαιοσύνη.

Ο αγώνας αυτός δεν είναι μόνο για τον Ζακ, αλλά για όλους εκείνους που έχουν υποστεί την καταπίεση και την αδικία. Είναι ένας αγώνας για το δικαίωμα κάθε ανθρώπου να ζει ελεύθερα και με αξιοπρέπεια. Ο αγώνας για την δικαίωση του Ζακ είναι μέρος του ευρύτερου κινήματος για κοινωνική αλλαγή, για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και την οικοδόμηση μιας κοινωνίας ισότητας και αλληλεγγύης.

Ας χρησιμοποιήσουμε τη μνήμη του Ζακ Κωστόπουλου για να συνεχίσουμε τον αγώνα για έναν κόσμο όπου κανείς δεν θα φοβάται να είναι ο εαυτός του.

Η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου δεν είναι απλά ένα θλιβερό περιστατικό του παρελθόντος. Είναι μια ζωντανή απόδειξη του πόσο βαθιά ριζωμένος είναι ο φασισμός και η βία στην κοινωνία μας, και του πόσο επείγουσα είναι η ανάγκη για αλλαγή. Η μνήμη του Ζακ μας καλεί να σταθούμε ενωμένοι απέναντι σε κάθε μορφή καταπίεσης και να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για μια κοινωνία ελευθερίας, ισότητας και αλληλεγγύης.Ας μην αφήσουμε τη φωνή του Ζακ να σιγήσει. Ας συνεχίσουμε να παλεύουμε, ακούραστα και αποφασιστικά, για έναν κόσμο όπου η δικαιοσύνη, η ισότητα και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια θα είναι οι κυρίαρχες αξίες. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να τιμήσουμε τη μνήμη του και να διασφαλίσουμε ότι η θυσία του δεν θα πάει χαμένη.