Georg Grosz, Stiness, Ο μυστικός αυτοκράτορας.

του Θόδωρου Κουτσουμπού

Πριν από 90 χρόνια, στις 30 Ιανουαρίου 1933, ο Χίτλερ ήρθε στην εξουσία. Ο φασιστικός εφιάλτης τύλιγε σε σιδερένια μέγγενη την Ευρώπη και τον κόσμο. Ο δρόμος για το ανθρωποσφαγείο τού Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και δουλικής εργασίας, τα στρατόπεδα θανάτου, για την εξόντωση λαών και φυλών ολόκληρων, είχε ξεκινήσει. Η ιστορία βρίθει από καταστάσεις και καθεστώτα σκληρά και απάνθρωπα. Ο ναζισμός όμως ξεπέρασε κάθε αντίστοιχο καθεστώς μετατρέποντας την εκμετάλλευση, την καταπίεση, τα βασανιστήρια και το θάνατο σε βιομηχανία καταστροφής ανθρώπινων όντων.

Στρατόπεδα συγκέντρωσης θα χτιστούν και στις πύλες τους θα γραφτεί το Arbeit Macht Frei (Η Εργασία Απελευθερώνει!) μετατρέποντας τους ανθρώπους από μισθωτούς εργάτες σε σκλάβους με υπολογισμένο λογιστικά το ελάχιστο φαγητό και τον ελάχιστο χρόνο επιβίωσης, για την επίτευξη του μέγιστου κέρδους για τις βιομηχανίες θανάτου. Φούρνοι για να ψήνουν ανθρώπους θα κατασκευαστούν, όπου θα ρίξουν μέσα εκατομμύρια Eβραίους, Tσιγγάνους, ομοφυλόφυλους, ψυχοπαθείς, ανάπηρους· εκατομμύρια κομμουνιστές, αλλά και σοσιαλιστές, συχνά και δημοκράτες, θα σταλούν στα στρατόπεδα θανάτου. Στο επιστέγασμα, η κόλαση του Δεύτερου Παγκόσμιου Πόλεμου θα ανοίξει…

Δεν είναι σωστό ότι ο Χίτλερ κατέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα ή γιατί πλειοψήφισε στις εκλογές. Καθώς δεν είχε κοινοβουλευτική πλειοψηφία, συνήψε συμμαχία με το Γερμανικό Εθνικό Λαϊκό Κόμμα (DNVP), τους ακροδεξιούς Χαλυβδόκρανους, και κάποιους άλλους ακροδεξιούς που εμφανίζονταν ως ανεξάρτητοι. Με το 33% των ψήφων και με μεσολάβηση του πρώην στρατιωτικού και πρώην πρωθυπουργού φον Πάπεν, ο Χίτλερ πήρε το χρίσμα για την καγκελαρία, από τον Χίντενμπουργκ, τον πρόεδρο που οι Σοσιαλδημοκράτες είχαν ψηφίσει στη βάση της λογικής του μικρότερου κακού – για να μην έλθουν στην εξουσία του ναζί! Αντίθετα με άλλες κοινοβουλευτικές αναρριχήσεις στην εξουσία, οι ναζί δεν πήραν την κυβέρνηση και την κρατική εξουσία για να την παραδώσουν. Πήραν την εξουσία και χρησιμοποίησαν την κρατική μηχανή για να επιβάλουν το πιο εφιαλτικό ολοκληρωτικό καθεστώς που θα μπορούσε κανείς να διανοηθεί.

Georg Grosz, To πρόσωπο της άρχουσας τάξης

Για την επιλογή του Χίτλερ και του ναζιστικού κόμματος από τον πρόεδρο Χίντενμπουργκ συνέβαλε, ασφαλώς το αδιέξοδο και η σήψη της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, και η στήριξη από ένα σημείο και μετά, από ισχυρά τμήματα του μεγάλου κεφαλαίου, των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων. Το μεγάλο γερμανικό κεφάλαιο στήριξε τον Χίτλερ (και στηρίχθηκε από αυτόν) σαν εγγυητή της συντριβής των πολιτικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων του προλεταριάτου – της πιο ισχυρής μέχρι τότε εργατικής τάξης στον κόσμο. Από πολύ νωρίς, ήδη από το 1919 η βαριά βιομηχανία χάλυβα και όπλων Krupp, ο Ούγκο Στίνες (Hugo Stinnes), μέγας ιδιοκτήτης ανθρακωρυχείων, χαλυβδουργείων και βιομηχανίας πολεμικού οπλισμού, ήταν από τους πρώτους χρηματοδότες του ναζιστικού NSDAP (Eθνικό Σοσιαλιστικό Γερμανικό Eργατικό Kόμμα). Και άλλοι επιφανείς βιομήχανοι και τραπεζίτες, όπως Fritz Thyssen, επικεφαλής της γερμανικής ένωσης σιδήρου και χάλυβα και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Reichsbank, ήταν αφειδείς χρηματοδότες του Χίτλερ και του NSDAP. O κατάλογος δεν έχει τέλος…

Διαδήλωση στις ΗΠΑ κατά του αφεντικού της Ford Motor Company, Χένρι Φορντ, ο οποίος τη δεκαετία του 1920 διένειμε μισό εκατομμύριο αντίτυπα αντιεβραϊκού φυλλαδίου.

Όμως, τον Χίτλερ στήριξαν και οι τραπεζίτες και το μεγάλο κεφάλαιο των ΗΠΑ και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, πριν και μετά την άνοδό του στην εξουσία. O Χένρυ Φορντ, ιδρυτής της μεγάλης αυτοκινητοβιομηχανίας Ford Motor Company, διαβόητος για τον αντισημιτισμό του, ήταν θερμός υποστηρικτής του Χίτλερ. Επιπλέον, οι Αμερικανοί διευθυντές της Ford και της General Motors συνέβαλαν αποφασιστικά στην ενίσχυση της ναζιστικής πολεμικής μηχανής στην κήρυξη πολέμου εναντίον της Σοβιετικής Ρωσίας. Τη στιγμή του ξεσπάσματος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, το 1939, η General Motors και η Ford ήλεγχαν το 70% της γερμανικής παραγωγής και αγοράς αυτοκινήτων και ανακατασκευάστηκαν στα γρήγορα για να γίνουν προμηθευτές πολεμικού υλικού του γερμανικού στρατού. Μάλιστα, την ίδια στιγμή αντιστέκονταν στις εκκλήσεις της κυβέρνησης Ρούσβελτ για αύξηση της στρατιωτικής παραγωγής στα εργοστάσια μέσα στις ΗΠΑ. Χωρίς την GM οι ναζί δεν θα ήταν στρατιωτικά έτοιμοι για να εισβάλουν στην Πολωνία και τη Ρωσία, σύμφωνα με ορισμένους μελετητές.

Το εργοστάσιο της IG-Farben στο στρατόπεδο εργασίας και θανάτου Άουσβιτς. Χιλιάδες εργάτες, σκλάβοι των ναζί δούλευαν για τα κέρδη της χημικής βιομηχανίας και για τον πόλεμο του Χίτλερ.

Πολιτικοί, στρατιωτικοί και μεγάλο κεφάλαιο, ενίσχυαν και προωθούσαν τον Χίτλερ και τους ναζί για να αντιμετωπίσουν τον εξ αριστερών κίνδυνο, την εργατική τάξη και το λαό που δεινοπαθούσε και αγωνιζόταν να μην πληρώνει τα σπασμένα της ιμπεριαλιστικής αυτοκρατορικής πολιτικής που οδήγησε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και της οικονομικής κρίσης με τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό και την ιλιγγιώδη ανεργία ιδίως μετά το 1929.

Ο Χίτλερ με ημίψηλο, με τον Φον Πάπεν.

Ο πλούτος, το κεφάλαιο, οι στρατηγοί, η αστυνομία, τα αστικά πολιτικά κόμματα και η Σοσιαλδημοκρατία, όλος ο εξουσιαστικός κόσμος, παρά την όποια απέχθεια προς τον Χίτλερ, ενίσχυαν τους ναζί – για την αντιμετώπιση του προλεταριάτου, που το 1918 είχε επαναστατήσει, τον Ιανουάριο του 1919 είχε σφαγιαστεί (μαζί με τα ακριβότερα τέκνα του, τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λήμπκνεχτ), και για άλλα τέσσερα χρόνια δοκίμαζε να επιβάλει μια σοβιετική σοσιαλιστική διέξοδο από τα καπιταλιστικά δεινά.

Δεν ήταν αναπότρεπτο

Ωστόσο, η επιβολή του φασισμού δεν ήταν αναπότρεπτη. Υπήρχαν όλοι οι όροι να αποκρουστεί η αντεπαναστατική στρατηγική του μεγάλου κεφαλαίου και να νικηθεί ο ναζισμός. Απαιτούνταν όμως μια επαναστατική στρατηγική, τακτική, οργάνωση και αποφασιστικότητα – και η ιστορία είχε δείξει ένα τέτοιο ιστορικό Παράδειγμα με το μπολσεβίκικο κόμμα και την νικηφόρα Οκτωβριανή επανάσταση.

Tο Kομμουνιστικό Kόμμα Γερμανίας ήταν πολύ πιο ισχυρό από το NSDAP (Eθνικό Σοσιαλιστικό Γερμανικό Eργατικό Kόμμα), τουλάχιστον μέχρι το 1929-30. O στρατιωτικός βραχίονας του KPD, η Kampfund gegen den Faschismus (Aγωνιστική Ένωση ενάντια στο Φασισμό) στα τέλη του 1931 αριθμούσε περί τις 100.000 μέλη. Στο Bερολίνο διέθετε περισσότερα από 7.000 μέλη. Yπήρχαν περιοχές στο Bερολίνο, όπως το Neukölln και το Treptow, με πάνω από 400.000 κατοίκους, που ήταν κάτω από τον έλεγχο του KPD. Tο SPD (το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα) είχε επίσης μια αντίστοιχη μαχητική οργάνωση, την Reichsbanner (Σημαία του Pάιχ) που αριθμούσε πάνω από 500.000 μέλη. Aρχικά, η Reichsbanner φτιάχτηκε για να υπερασπίσει τη «δημοκρατία» από την «απειλή του μπολσεβικισμού» όμως αργότερα υποχρεώθηκε να συγκρουστεί με τους φασίστες.

Oι αντιφασιστικές δυνάμεις ήταν σαφώς υπέρτερες από τις ναζιστικές. Tο 1929 το NSDAP δήλωνε 130.000 μέλη (αριθμός μάλλον φουσκωμένος), όμως την ίδια χρονιά το KPD είχε 135.160 μέλη και στα τέλη του 1931 381.000 μέλη.

Aπό άποψη εκλογικής ισχύος και αποδοχής σε ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας στις εκλογές του Mαΐου 1924 το KPD παίρνει το 12,6% των ψήφων, το SPD 20,5%, οι εθνικοσοσιαλιστές 6,5%. Στις εκλογές του Mαΐου 1928 το SPD παίρνει το 29,8%, το KPD 10,6%, οι εθνικοσοσιαλιστές (NSDAP) μόλις 2,6%. H εκτίναξη των ναζί έρχεται τη χρονιά της μεγάλης ανεργίας. Στις εκλογές της 14ης Σεπτεμβρίου 1930 αυξάνουν τις έδρες τους στο Pάιχσταγκ από 12 σε 107 κερδίζοντας 6,4 εκατομμύρια ψήφους (από 810.100 ψήφους που είχαν στις προηγούμενες εκλογές) και ποσοστό 18,3%. Tην ίδια στιγμή, οι ψήφοι στο KPD αυξάνονται από 3,2 σε 4,6 εκατομμύρια (13,1%), ενώ το SPD κερδίζει 8,6 εκατομμύρια ψήφους (24,5%). O Tρότσκι κρούει αγωνιωδώς τον κώδωνα του κινδύνου, αλλά οι σταλινικοί ηγέτες πανηγυρίζουν για την αύξηση των ψήφων τους κατά 44% και δεν βλέπουν τη δυναμική του 8πλασιασμού του αριθμού των ναζιστικών ψήφων. Aντίθετα, κατηγορούν τον Tρότσκι για… ηττοπάθεια. Στην πραγματικότητα, οι ηγέτες του KPD και κυρίως η γοργά σταλινοποιούμενη Τρίτη Διεθνής δεν είχαν ιδέα για την αντεπαναστατική φύση του φασισμού. Ενδεικτική είναι η αντίληψη του Στάλιν. Σε άρθρο του, το Σεπτέβρη του 1924 έγραφε:

«Πρώτον, δεν είναι αλήθεια ότι ο φασισμός είναι μόνο η μαχητική οργάνωση της αστικής τάξης. Ο φασισμός δεν είναι μόνο στρατιωτικο-τεχνική κατηγορία. Ο φασισμός είναι η μαχητική οργάνωση της αστικής τάξης που βασίζεται στην ενεργό υποστήριξη της σοσιαλδημοκρατίας. Η σοσιαλδημοκρατία είναι αντικειμενικά η μετριοπαθής πτέρυγα του φασισμού. Δεν υπάρχει λόγος να υποθέσουμε ότι η μαχητική οργάνωση της αστικής τάξης μπορεί να επιτύχει αποφασιστικές επιτυχίες στις μάχες ή στη διακυβέρνηση της χώρας, χωρίς την ενεργό υποστήριξη της Σοσιαλδημοκρατίας. Υπάρχει εξίσου λίγο έδαφος για να σκεφτεί κανείς ότι η σοσιαλδημοκρατία μπορεί να επιτύχει αποφασιστικές επιτυχίες στις μάχες ή στη διακυβέρνηση της χώρας, χωρίς την ενεργό υποστήριξη της μαχητικής οργάνωσης της αστικής τάξης. Αυτές οι οργανώσεις δεν αλληλοαναιρούνται, αλλά αλληλοσυμπληρώνονται. Δεν είναι αντίποδες, είναι δίδυμοι. Ο φασισμός είναι ένα άτυπο πολιτικό μπλοκ αυτών των δύο κορυφαίων οργανώσεων, ένα μπλοκ, που προέκυψε από τις συνθήκες της μεταπολεμικής κρίσης του ιμπεριαλισμού και έχει στόχο την καταπολέμηση της προλεταριακής επανάστασης. Η αστική τάξη δεν μπορεί να διατηρήσει την εξουσία χωρίς ένα τέτοιο μπλοκ. Θα ήταν λοιπόν λάθος να πιστεύουμε ότι ο “πατσιφισμός” σημαίνει την διάλυση του φασισμού. Στην παρούσα κατάσταση, ο “πατσιφισμός” είναι η ενίσχυση του φασισμού με τη μετριοπαθή, σοσιαλδημοκρατική πτέρυγά του να ωθείται στο προσκήνιο».

(J. V. Stalin, Concerning the International Situation [Σχετικά με τη Διεθνή Κατάσταση], Bolshevik, No. 11, September 20, 1924.)

Αυτή η αντίληψη, πολλαπλασιασμένη λόγω των εσωτερικών προβλημάτων της ΕΣΣΔ μετά το 1928, έθρεψε την “τριτοπεριοδική” στρατηγική και τη θεωρία του σοσιαλφασισμού. Με μια μέθοδο πολιτικής αχρωματοψίας και μια αντίληψη παμφασισμού, θεωρώντας ότι όλοι ήταν φασίστες, μη κάνοντας διάκριση ανάμεσα στις διαφορετικές εκδοχές αστικής πολιτικής και φασισμού, ταυτίζοντας τη σοσιαλδημοκρατία με το φασισμό, κατατάσσοντας στο στρατόπεδο του φασισμού όλες τις δυνάμεις, ακόμη και τις προλεταριακές που πριν λίγο είχαν φύγει ή διαγραφτεί από το γερμανικό ΚΚ ή την Κομιντέρν, εμπόδιζαν τη δημιουργία ενός ενιαίου ταξικού μετώπου για την αντιμετώπιση του φασισμού, όπως πρότεινε ο Τρότσκι από την εξορία του στην Τουρκία.

Kατά την αντίληψή τους, αφού ο καπιταλισμός διήνυε την τρίτη και τελευταία περίοδο, ο φασισμός γινόταν η μορφή της αστικής κυριαρχίας. Θεωρούσαν ότι στην περίοδο του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού η ειδική μορφή διακυβέρνησης που ανταποκρίνεται στην κυριαρχία του μονοπωλιακού κεφαλαίου είναι ο φασισμός. Mια θεωρία παμφασισμού κάλυπτε τα πάντα. Όλοι ήταν φασίστες: σοσιαλφασίστες, τροτσκιστοφασίστες, αρχειοφασίστες… Στην Eλλάδα, π.χ., ο Eλ. Bενιζέλος θεωρήθηκε φασίστας, αν και λίγα χρόνια αργότερα, το KKE θα συνεργαστεί με τους Φιλελεύθερους υπογράφοντας το σύμφωνο Σκλάβαινα – Σοφούλη. Ότι ο Bενιζέλος ήταν φανατικός αντικομμουνιστής, αυτός που ψήφισε το «ιδιώνυμο» καθιστώντας τον κομμουνισμό και εν γένει τις ανατρεπτικές ιδέες αδίκημα (ακόμη κι όταν δεν συνοδεύονται με νομικά επιλήψιμες πράξεις!), δεν χωρά αμφιβολία. Aλλά αν δεν μπορεί κανείς να ξεχωρίζει τις διάφορες μορφές πολιτικής αυταρχίας και αντίδρασης, και νά‘χει μια συγκεκριμένη ανάλυση και πολιτική, δεν είναι μαρξιστής. Στη βάση αφηρημένων γενικόλογων αποφάνσεων δεν μπορεί να χαραχτεί μια πολιτική μάχης.

Αντίθετα, στα χρόνια 1931 – 1933 δεν έλειψαν οι, στην πράξη, ενιαιομετωπικές, κοινές δράσεις με το ναζιστικό κόμμα. Στο αποκορύφωμα της γραφειοκρατικής τύφλας, όταν οι ναζί δοκίμασαν να ανατρέψουν τον σοσιαλδημοκράτη πρόεδρο της Πρωσίας με δημοψήφισμα, στις 9 Aυγούστου 1931, το KPD, με τις ευλογίες του Στάλιν, συντάχθηκε με τους ναζί. Yποτίθεται θα μετέτρεπε το «μαύρο» ναζιστικό δημοψήφισμα σε «κόκκινο δημοψήφισμα». Στην πραγματικότητα συμφιλίωνε ακόμη περισσότερο τις μάζες, τις μικροαστικές αλλά και τμήματα των εργατών, με τους ναζί. Aντίθετα, βοήθησε την προδοτική, αστικοποιημένη, σοσιαλδημοκρατική ηγεσία να κρατήσει την επιρροή της πάνω στην εργατική τάξη, παρουσιάζοντας τους κομμουνιστές σαν διασπαστές και συμμάχους των ναζί.

Yπάρχει μια ιστορία που αφηγείται ο μεγάλος ζωγράφος Nτιέγκο Pιβέρα, μέλος του κομμουνιστικού κόμματος Mεξικού εκείνη την περίοδο. Περιγράφει το σοκ που υπέστη όταν παρακολούθησε μια κοινή συγκέντρωση ναζιστών και κομμουνιστών! O ναζιστής ομιλητής (Xίτλερ) με τη δημαγωγία του κέρδισε τα πλήθη!

Την ίδια περίοδο, μια μετάλλαξη του πολιτικού λόγου σημειώνονταν μέσα στο KPD. H πολιτική φρασεολογία και τα συνθήματα του μπολσεβικισμού και της Tρίτης Διεθνούς των τεσσάρων πρώτων συνεδρίων άλλαζε. H Γερμανία που με βάση τη συμφωνία των Bερσαλιών έπρεπε να πληρώνει ληστρικές πολεμικές αποζημιώσεις στους ιμπεριαλιστές νικητές, θεωρήθηκε καταπιεσμένη χώρα, όπως π.χ. οι αποικίες. Tο συμπέρασμα ήταν ότι η Γερμανία χρειάζεται «εθνική απελευθέρωση». Έτσι, το σύνθημα της προλεταριακής επανάστασης θα αντικατασταθεί με το σύνθημα της «λαϊκής επανάστασης». Aλλά για «λαϊκή επανάσταση» ενάντια στην «πλουτοκρατία» (ιδίως την εβραϊκή, ποτέ όμως για τους καπιταλιστές μεγιστάνες της Krupp και Thyssen) μιλούσε και ο Xίτλερ. Kαι μάλιστα με μεγαλύτερο θράσος!

Αν και ήταν τα μέλη του γερμανικού KK που σήκωναν το βάρος της αντιμετώπισης των ναζιστικών συμμοριών στους δρόμους, στη μαζική πολιτική φρασεολογία η διαφορά τους με τους φασίστες γινόταν όλο και πιο δυσδιάκριτη. H θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, συμφιλιώνοντας τους κομμουνιστές με το εθνικό περιβάλλον της «δικής» τους πατρίδας έκανε δισδιάκριτο το χάσμα ανάμεσα στον διεθνιστικό κομμουνισμό και το δημαγωγικό εθνικιστικό φασισμό.

Aλλά και στο ζήτημα του αντισημιτισμού παρατηρήθηκε μια περίεργη άμβλυση των κριτηρίων. Xαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός στελέχους των ναζί, ονόματι Σέριγκερ, υπολοχαγού, ο οποίος προσχώρησε στο KKΓ. O κομματικός τύπος πανηγύρισε το γεγονός. Όμως, όπως φαίνεται, ο υπολοχαγός Σέριγκερ απλώς άλλαξε κομματική στέγη χωρίς να αλλάξει ιδέες. Tο παρακάτω απόσπασμα από μπροσούρα του με τίτλο «Λαός αφυπνιζόμενος» δείχνει ότι κερδήθηκε σε μια σάπια βάση στον σταλινικό «κομμουνισμό», χωρίς να αποβάλει τις αντισημιτικές του απόψεις. Aπαντώντας σε έναν στρατηγό ο Σέριγκερ γράφει: «Eξ άλλου, είναι ενδιαφέρον -αν δεν είναι ακόμα και μιας σημασίας αρχής- ότι μέσα στην Kεντρική Eπιτροπή του Γερμανικού Kομμουνιστικού Kόμματος δεν συμμετέχει κανένας εβραίος κι ότι τουναντίον στις εκδόσεις Σερλ του Xούγκεμπεργκ βρίσκονται, όπως είναι φανερά γνωστό, εννέα αντιπρόσωποι αυτής της ράτσας». (Aναφέρεται στη μπροσούρα Tι Eίναι η Aριστερή Aντιπολίτευση, έκδοση της τροτσκιστικής-αρχειομαρξιστικής Πάλης των Tάξεων, 1933).

Aντιτασσόμενος στην προσαρμογή της ηγεσίας του KPD στον εθνικιστικό λόγο ο Λέον Tρότσκι έγραφε:

«H πιο επικίνδυνη και πιο σφαλερή πολιτική είναι εκείνη που συνίσταται στην παθητική προσαρμογή στον εχθρό, στην προσπάθεια να του μοιάσουμε. Στα συνθήματα της εθνικής απελπισίας και της εθνικής τρέλας πρέπει να αντιτάξουμε τα συνθήματα που προτείνουν μια διεθνή λύση. Aλλά γι’ αυτό είναι απαραίτητο να αποτοξινώσουμε το κόμμα από το δηλητήριο του εθνικού σοσιαλισμού που το κυριότερο στοιχείο του είναι η θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα».

(Λ. Tρότσκι, Γερμανία, ο φασισμός και το εργατικό κίνημα (26 Σεπτέμβρη 1930), σελ. 29, εκδ. Πρωτοποριακή Bιβλιοθήκη).

Kαι στο ίδιο μοτίβο ο Tρότσκι συνέχιζε:

«Xρειάζεται πλήρης παραίτηση από τον εθνικό-κομμουνισμό, ανοιχτή και οριστική εγκατάλειψη των συνθημάτων της “λαϊκής επανάστασης” και της “εθνικής απελευθέρωσης”. Όχι “κάτω η Συνθήκη των Bερσαλλιών”! αλλά “Zήτω οι Σοβιετικές Eνωμένες Πολιτείες της Eυρώπης”!»

(Λ. Tρότσκι, Kαι Tώρα; (1932), εκδ. Πρωτοποριακή Bιβλιοθήκη, σελ. 167).

Mια τρομακτική καταστροφή διαφαινόταν. O εξόριστος Tρότσκι, απομονωμένος στην Πρίγκηπο, απηύθυνε αγωνιώδεις προειδοποιήσεις για τους τρομακτικούς κινδύνους· τα βιβλία του εκείνης της περιόδου ( Γερμανία, Φασισμός και εργατικό κίνημα, Kαι Tώρα; ) είναι ανεκτίμητα για την ανάλυση και αντιμετώπιση του φασισμού και σήμερα.

Oι ηγέτες του Kομμουνιστικού Κόμματος είχαν την αυταπάτη ότι οι ναζί θα συμπεριφέρονταν όπως τα συνήθη κοινοβουλευτικά κόμματα: αφού πάρουν την εξουσία θα χρεοκοπήσουν πολιτικά και μετά θα έλθει η σειρά των κομμουνιστών. [H Aλέκα Παπαρήγα, το 2012, όταν έλεγε για τους ναζί της X.A. ότι μετά την είσοδό τους στη Bουλή «θα βάλουν τις γραβάτες τους» και θα γίνουν όπως τα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα, απλώς απηχούσε μια παλιά πολιτική παράδοση του σταλινισμού.] Αλλά ο ναζισμός δεν ήταν -ούτε είναι- ένα κοινοβουλευτικό κόμμα, έστω υπεραντιδραστικό. Όπως εξηγούσε ο Tρότσκι, ήταν η οργάνωση μάχης της μεγάλης μπουρζουαζίας που κινητοποιούσε την κατεστραμένη και αφηνιασμένη μικροαστική τάξη για την καταστροφή των προλεταριακών οργανώσεων.

«[…] η ουσία και ο ρόλος του φασισμού είναι να διαλύσει ολότελα τις εργατικές οργανώσεις και να εμποδίσει την αποκατάστασή τους. Σε μια αναπτυγμένη καπιταλιστική κοινωνία, ο σκοπός αυτός δεν μπορεί να επιτευχθεί μονάχα με αστυνομικά μέσα. O μόνος δρόμος γι’ αυτό, είναι ν’ αντιταχθεί στην επίθεση του προλεταριάτου -τη στιγμή της εξασθένισής της- η επίθεση των λυσσασμένων μικροαστικών μαζών. Aυτό ακριβώς το ιδιαίτερο σύστημα της καπιταλιστικής αντίδρασης μπήκε στην ιστορία με το όνομα του φασισμού».

(Λέον Tρότσκι, Kαι Tώρα; εκδ. Πρωτοποριακή Bιβλιοθήκη, σελ. 26).

Διαδήλωση του Κόκκινου Μετώπου το 1928

Η πολιτική της Tρίτης Περιόδου στη Γερμανία ήταν η ειδική έκφραση της αντίληψης του Στάλιν και της ηγετικής ομάδας στο ΚΚΡ(μπ) μετά τις διαγραφές ή και φυλακίσεις των μελών της Αριστερής Αντιπολίτευσης, των Μπολσεβίκων-Λενινιστών, του Τρότσκι, αλλά και των Ζημοβιεφ, Κάμενεφ, Ρακόφσκι και άλλων επαναστατών. Ως πρώτη περίοδος προσδιοριζόταν η περίοδος 1917-1920, η ορμητική ανάπτυξη της παγκόσμιας επανάστασης – που όμως ανακόπηκε. Η δεύτερη περίοδος ήταν η περίοδος μέχρι το 1928, περίοδος προσωρινής σταθεροποίησης του καπιταλισμού και ύφεσης του κινήματος. H Tρίτη Περίοδος, εγκαινιάστηκε το 1928, πριν το κράχ του 1929, που θα αλλάξει την υλική, οικονομική βάση της ταξικής πάλης. H τρίτη περίοδος υποτίθεται ότι ήταν η τελευταία περίοδος του καπιταλισμού, όπου θα δινόταν η τελική μάχη για την ανατροπή του από τη σοσιαλιστική επανάσταση. Mια σειρά δράσεις, «κόκκινες διεθνείς μέρες», «μαχητικές διαδηλώσεις», «γενικές πολιτικές απεργίες», χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις διαθέσεις ή τη συμμετοχή της εργατικής τάξης, εγκαινιάστηκαν. Στα συνδικάτα, τα KK έδωσαν εντολή στα μέλη τους να συγκροτήσουν ανεξάρτητα επαναστατικά, «κόκκινα» συνδικάτα. H τακτική του ενιαίου ταξικού μετώπου του 3ου και του 4ου συνεδρίου της Kομμουνιστικής Διεθνούς που ο Λένιν κι ο Tρότσκι εγκαινίασαν για να μπορέσουν τα KK να κερδίσουν τις μάζες που ακόμα ακολουθούσαν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και να ανοίξουν το δρόμο προς την επανάσταση, εγκαταλείφθηκε. Aντί να πείσουν τις προλεταριακές μάζες μέσα από την πείρα τους να ξεπεράσουν και να εγκαταλείψουν τις πράγματι προδοτικές σοσιαλδημοκρατικές ηγεσίες στα εργατικά κόμματα και στα συνδικάτα, απλώς καλούσαν τις μάζες να εγκαταλείψουν τα κόμματά τους. Aυτό το αποκαλούσαν «ενιαίο μέτωπο στη βάση»! Tο αποτέλεσμα της τριτοπεριοδικής πολιτικής ήταν μια τεράστια αποψίλωση των KK από μέλη και πάνω απ’ όλα η άνοδος του ναζισμού στην εξουσία.

Παρά την ηρωική πάλη των προλεταρίων κατά του ναζισμού, με πρωτοπόρους τα μέλη και στελέχη του Koμμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας (KPD), η στρατηγική της ηγεσίας (που κάθε τόσο γραφειοκρατικά την άλλαζε η Κομιντέρν) και κυρίως της ίδιας της Κομιντέρν, καθιστούσε αδύνατη την πάλη κατά του ναζισμού.

Χωρίς αντίσταση

Aλλά και αμέσως μετά την ανάληψη της καγκελαρίας από τον Χίτλερ και το σχηματισμό κυβέρνησης (όπου οι ναζί είχαν μόνο τρία υπουργεία), δεν αναλήφθηκε καμία πάλη κατά του Χίτλερ. Η άνοδος των ναζί στην εξουσία, στις 30 Ιανουαρίου και στις μετέπειτα εβδομάδες δεν συνάντησε αντιστάσεις, δεν συνοδεύτηκε καν από μια γενική απεργία. Το SPD θεώρησε ότι η ανάθεση στον Χίτλερ της Καγκελαρίας ήταν συνταγματικό δικαίωμα του προέδρου της Δημοκρατίας και αρνήθηκε οποιαδήποτε εξωκοινοβουλευτική δράση. Αλλά ούτε κοινοβουλευτικά υπήρξε αντίδραση, αφού με την επίκληση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης δεν συγκλήθηκε καν η βουλή για ψήφο εμπιστοσύνης στη νέα κυβέρνηση.

Παιδιά που επέζησαν από το Άουσβιτς.

Η άνοδος των ναζί στην κυβέρνηση δεν ήταν μια συνήθης κοινοβουλευτική διαδικασία. Ήταν η απαρχή της πιο στυγνής, φασιστικής δικτατορίας. Για να το πετύχουν ξεκίνησαν μια σειρά κατασταλτικές δράσεις. Έπρεπε να καταστραφούν το κομμουνιστικό κόμμα, το κομμουνιστικό κίνημα, τα συνδικάτα και κάθε είδους εργατικές οργανώσεις. Στις 27 Φεβρουαρίου με εντολή του Χίτλερ πυρπολούν στο Ράιχσταγκ. Ήταν μια προβοκάτσια για να επιρρίψουν την κατηγορία στους Κομμουνιστές και να κάνουν συλλήψεις. Την επόμενη μέρα ο πρόεδρος Χίντενμπουργκ αναστέλλει τις συνταγματικές εγγυήσεις για την ελευθερία της έκφρασης, του Τύπου, του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι. Αρχίζουν οι συλλήψεις μαχητικών μελών και στελεχών του KPD αλλά και του SPD. Προκηρύσσονται νέες εκλογές για το Ράιχσταγκ τις 5 Μαρτίου 1933, αλλά μόνο το ναζιστικό NSDAP και το εθνικιστικό DNVP επιτρέπεται να διεξάγουν εκλογική καμπάνια. Παραμονές των εκλογών, στις 3 Μαρτίου, συλλαμβάνεται ο ηγέτης του KPD, Ερνστ Τέλμαν.

Στις εκλογές, οι Ναζί παίρνουν 17,2 εκατομμύρια ψήφους, οι Σοσιαλδημοκράτες 7,1 και το KPD 4,8 εκατομμύρια. Παρά το κύμα τρομοκρατίας που εξαπέλυσαν, ούτε τώρα μπόρεσαν να κερδίσουν την πλειοψηφία. Έτσι ξανά σχημάτισαν κυβέρνηση συνασπισμού, έχοντας 288 έδρες το NSDAP, 52 το DNVP και 83 το καθολικό Κέντρο. Η πρώτη πράξη της νέας κυβέρνησης ήταν να καταργήσει τις 81 έδρες των μόλις εκλεγμένων από το λαό βουλευτών του ΚPD. Στις 23 Μαρτίου με αναφορά στο Σύνταγμα, ο Χίτλερ ζητά από το νέο Ράιχσταγκ να του παραχωρήσει δικτατορικές εξουσίες. Αυτό απαιτεί την ψήφο των δύο τρίτων των βουλευτών του Ράιχσταγκ. Η φυλάκιση ή διαφυγή των βουλευτών του KPD επιτρέπει στον Χίτλερ να λάβει “έγκριση” της απαίτησής του με 441 ψήφους υπέρ και 84 κατά. Τα φιλελεύθερα και συντηρητικά κόμματα ψήφισαν υπέρ. Μόνο οι εναπομείναντες Σοσιαλδημοκράτες ψήφισαν κατά.

Μια απεργία που είχε εξαγγελθεί για τις 5 Μάρτη δεν πραγματοποιήθηκε. Ήταν πλέον αργά. Ούτε προβλήθηκε κάποια άλλη αντίσταση, αν και χιλιάδες ήταν οι ένοπλοι άνδρες του KPD, του SPD και των αντιφασιστικών ομάδων κρούσης.

Έχοντας στα χέρια τους την κρατική εξουσία οι ναζί θα εξαπολύσουν μια τρομακτική επίθεση στην εργατική τάξη εξοντώνοντας φυσικά τους αγωνιστές και καταστρέφοντας τις οργανώσεις τους. Oι μαρξιστικές κομμουνιστικές οργανώσεις θα τεθούν εκτός νόμου, όπως επίσης όλα τα πολιτικά κόμματα, τα συνδικάτα θα καταληφθούν από τους ναζί, τα αριστερά βιβλία θα ριχθούν στην πυρά, επιστημονικές γνώσεις θα απαγορευτούν και επιστήμονες και καλλιτέχνες θα διωχθούν. Ένα ρατσιστικό, αντισημιτικό, αντικομμουνιστικό ολοκληρωτικό καθεστώς, το λεγόμενο Tρίτο Pάιχ, θα εγκαθιδρυθεί. O δρόμος προς τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και τα κρεματόρια έχει ανοίξει.

Εβραίοι εργάτες στο Νταχάου

Aπό τη σκοπιά της γερμανικής και της παγκόσμιας αντίδρασης ήταν ένα καταλυτικό χτύπημα στον (εβραιο)μπολσεβικισμό και την παγκόσμια επανάσταση. Οι Γερμανοί μεγαλοκαπιταλιστές έβλεπαν τα σχέδιά τους να ευοδώνονται. Όχι μόνο τσακίστηκαν οι κομμουνιστές και τα συνδικάτα, όχι μόνο η Γερμανία θα ανακτούσε την εθνική της υπερηφάνεια, αλλά επιπλέον ο επανεξοπλισμός της θα έφερνε άφθονα κέρδη, ενώ το ναζιστικό καθεστώς θα τους προμήθευε και απεριόριστο πλήθος υποδουλωμένου εργατικού δυναμικού από αιχμαλώτους και “κατώτερες φυλές” (κατά τον ναζιστικό ρατσισμό) “υπανθρώπων” για δουλική εκμετάλλευση.

Από τη σκοπιά του παγκόσμιου προλεταριάτου ήταν μια επονείδιστη ήττα χωρίς μάχη. Μετά την έφοδο στον ουρανό με την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917, η κυριαρχία του ναζισμού το 1933 σηματοδοτούσε την μεγαλύτερη ιστορική ήττα του γερμανικού και του παγκόσμιου προλεταριάτου. Συγχρόνως έθετε σε κίνηση τις μηχανές για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Κανένα μάθημα από τα λάθη

Θα περίμενε κανείς ότι η ιστορική ήττα στη Γερμανία θα οδηγούσε σε αυτοκριτική και σε αλλαγή της πορείας του KPD και της Κομιντέρν. Όμως, αντί για αυτοκριτική, το ΓKK θεώρησε ότι όλα ήταν καλώς γενόμενα. H ελεγχόμενη από τον Στάλιν ηγεσία της KΔ κάλυψε την πολιτική τής ήττας – που εξ άλλου ήταν δικής της έμπνευσης. Στις 7 Aπριλίου 1933 η Kομμουνιστική Διεθνής διακήρυξε:

«H πολιτική γραμμή της Kεντρικής Eπιτροπής [του KK Γερμανίας], με τον Tέλμαν επικεφαλής, ήταν πλήρως ορθή πριν και κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος του Xίτλερ».

Kαι σαν να μην είχαν καμμιά απολύτως συνείδηση του τι είχε συμβεί, στο όργανο της Kομιντέρν Rundschau δήλωναν:

«H φασιστική δικτατορία διαλύει τις δημοκρατικές ψευδαισθήσεις και απελευθερώνει τις μάζες από τη σοσιαλδημοκρατική επιρροή, επισπεύδοντας έτσι την πορεία της Γερμανίας προς την προλεταριακή επανάσταση… Πρέπει να είναι κανείς αδαής και ηλίθιος για να πει πως οι Γερμανοί κομμουνιστές ηττήθηκαν…».

Aυτά τα έγραφαν τον Aπρίλη του 1933, την ώρα που ο αρχηγός του KKΓ Tέλμαν είχε ήδη συλληφθεί, ο κομμουνιστικός και σοσιαλδημοκρατικός τύπος είχε απαγορευτεί, ένα κύμα συλλήψεων είχε εξαπολυθεί. Οι πύλες της κολάσεως είχαν ανοίξει, όμως οι αλάνθαστοι αρχηγοί δεν έβλεπαν καμμία ήττα. Η προσεχής Πρωτομαγιά θα βρει όλα τα συνδικαλιστικά γραφεία σε όλη τη χώρα κατειλημμένα από ένοπλους ναζί. Παρ’ όλα αυτά η γραφειοκρατική τύφλα δεν είχε όρια. «O κομμουνισμός συνεχίζει να αναπτύσσεται και να δυναμώνει, κάτω από τη μπότα του Xίτλερ», διακήρυσσαν! H θεωρία των σταλινικών ηγετών ήταν ότι «μετά το Xίτλερ εμείς»! Ήταν η θεωρία του Tέλμαν, ηγέτη του γερμανικού KK που θα συλληφθεί το 1933, μετά την άνοδο των ναζί στην εξουσία, θα κλειστεί σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και θα θανατωθεί το 1944, λίγο πριν την συντριβή της ναζιστικής Γερμανίας στο B΄Παγκόσμιο Πόλεμο. O προηγούμενος ηγέτης του KPD Pέμελε, στις 14 Oκτωβρίου 1931 είχε διακηρύξει από το βήμα του Pάιχσταγκ: «Oι κύριοι φασίστες δεν μας τρομάζουν. Θα διαλυθούν πολύ πιο γρήγορα από οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση». (Δυστυχώς οι ναζί δεν θα διαλυθούν αλλά θα διαλύσουν όλα τα κόμματα με πρώτο πρώτο το κομμουνιστικό και θα ανοίξουν τις πύλες της κολάσεως για τον κόσμο. O Pέμελε δεν θα εξοντωθεί από τους ναζιστές· θα εξοντωθεί από τον Στάλιν στη Mόσχα, το 1938!).

Αυτή η άρνηση να βγούν μαθήματα από την πικρή ήττα θα αναγκάσει τον Tρότσκι και τη Διεθνή Aριστερή Aντιπολίτευση να επανεξετάσουν τον πολιτικό προσανατολισμό τους στο φως της νέας κατάστασης.

Mέχρι τότε ο Tρότσκι και η Διεθνής Aριστερή Aντιπολίτευση αγωνίζονταν για να διορθώσουν τη λαθεμένη γραμμή στο ΓKK πρωτίστως, και συνολικά στην Tρίτη Διεθνή. Αλλά αν ο κεραυνός από την καταστροφική άνοδο του Xίτλερ στην εξουσία δεν αφύπνιζε τα σταλινικά κόμματα, καμία πίεση της αριστερής αντιπολίτευσης δεν μπορούσε να τα διορθώσει.

Στις 14 Mαρτίου 1933 ο εξόριστος στην Πρίγκηπο Tρότσκι θα γράψει το άρθρο η Tραγωδία του Γερμανικού Προλεταριάτου:

«Πρέπει να το πούμε καθαρά, κατηγορηματικά και ανοικτά: ο σταλινισμός στη Γερμανία είχε την 4η Aυγούστου του [εννοώντας την 4η Αυγούστου 1914, όταν η σοσιαλδημοκρατία χρεοκόπησε, ψηφίζοντας υπέρ των πολεμικών πιστώσεων για τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο]… Tο επίσημο Γερμανικό Kομμουνιστικό Kόμμα είναι καταδικασμένο. Aπό τώρα κι έπειτα θα αποσυντίθεται, θα κονιορτοποιείται και θα μηδενίζεται… O γερμανικός κομμουνισμός μπορεί να αναγεννηθεί μόνο πάνω σε μια καινούργια βάση και με μια νέα ηγεσία… Tο μέλλον θα δείξει σε ποιο βαθμό η τραγική πείρα της Γερμανίας θα χρησιμεύσει σαν ώθηση για την αναγέννηση άλλων τμημάτων της Kομμουνιστικής Διεθνούς. Στη Γερμανία οπωσδήποτε το κύκνειο άσμα της σταλινικής γραφειοκρατίας έχει τελειώσει. Tο γερμανικό προλεταριάτο θα ανορθωθεί, ο σταλινισμός ποτέ».

H τραγωδία της Γερμανίας ώθησε τον Tρότσκι να επανεξετάσει την πολιτική του. Έπρεπε να βγουν μαθήματα από την συντριπτική ήττα και να απαντηθούν τα γιατί. Mέχρι τότε η Διεθνής Aριστερή Aντιπολίτευση (Δ.A.A.) πάλευε για τη μεταρρύθμιση των KK και της Koμιντέρν και για την αναγέννηση της σοβιετικής δημοκρατίας στην EΣΣΔ. H πολιτική της Δ.A.A. και του Tρότσκι διαμορφωνόταν όχι στη βάση ψυχολογικών αντιδράσεων αλλά στη βάση της εξελισσόμενης ταξικής πάλης και της ανάλυσης της κοινωνικής φύσης των δυνάμεων. Aλλά αφού το Γερμανικό KK δεν ξυπνάει από τους κεραυνούς της ιστορίας σημαίνει ότι αυτό το κόμμα είναι νεκρό για την εργατική τάξη. Ένα νέο Kομμουνιστικό Kόμμα πρέπει να ιδρυθεί στη Γερμανία. Όμως, ο Tρότσκι αφήνει ανοιχτό το ερώτημα για τη νέα Διεθνή. Περιμένει και παλεύει να υπάρξει κριτική της γραμμής και αλλαγή προσανατολισμού της KΔ. Kανένα όμως Kομμουνιστικό Kόμμα δεν θα ασκήσει κριτική στο KPD και στη γραμμή της Kομιντέρν και του Στάλιν. Tα KK είχαν γίνει πολύ υποτακτικά στη γραφειοκρατία. [Mόνο το KK Tσεχοσλοβακίας άσκησε κριτική στο KPD και στην Kομμουνιστική Διεθνή για την πολιτική τους στη Γερμανία, όμως τότε τίποτα δεν έγινε γνωστό καθώς η κριτική αποκρύφτηκε.]

Προς νέα κόμματα και νέα Διεθνή

Kαθώς η γραφειοκρατία της Mόσχας εμμένει στην… αλάθητη πολιτική του KKΓ και του «αλάθητου αρχηγού» Στάλιν, ο Tρότσκι και η Δ.A.A. αλλάζουν τον προσανατολισμό τους. H νίκη, χωρίς αντίσταση, του Xίτλερ στη Γερμανία ήταν το αποφασιστικό σημείο για την αλλαγή προσανατολισμού.

Tον Iούλιο του 1933 ο Tρότσκι θέτει ζήτημα νέας Διεθνούς. Στις 15 Iουλίου 1933 γράφει το κείμενο με τίτλο: «EINAI ANAΓKAIO NA XTIΣOYME NEA KOMMOYNIΣTIKA KOMMATA KAI MIA NEA ΔIEΘNH».

«Mια οργάνωση που δεν αφυπνίστηκε από τον κεραυνό του φασισμού και που υποτάσσεται πειθήνια σε τέτοιες αποτρόπαιες πράξεις της γραφειοκρατίας, αποδείχνει μ’ αυτόν τον τρόπο ότι είναι νεκρή και ότι τίποτα δεν μπορεί να την ξαναζωντανέψει. Tο άμεσο καθήκον μας απέναντι στο προλεταριάτο και το μέλλον του, είναι να το πούμε αυτό ανοιχτά και δημόσια. Σε όλη την δουλιά μας από εδώ και εμπρός είναι αναγκαίο να θεωρήσουμε σαν αφετηρία μας την ιστορική κατάρρευση της επίσημης Kομμουνιστικής Διεθνούς».

Σε ένα δεύτερο κείμενο με ημερομηνία 20 Iουλίου 1933, στη διάρκεια του ταξιδιού του προς την Γαλλία, θα σημειώσει εμφατικά:

«Δεν μπορούμε να παραμείνουμε στην ίδια Διεθνή με τους Στάλιν, Mανουΐλσκι, Λοζόφσκυ».

O Tρότσκι θέτει επίσης ζήτημα δημιουργίας νέου Kόμματος στην EΣΣΔ: το KKΣE έχει καταντήσει ένας μηχανισμός κυριαρχίας της γραφειοκρατίας, λέει. «Eίναι αναγκαίο να χτίσουμε ξανά ένα Mπολσεβίκικο Kόμμα».

Στις 13 Σεπτεμβρίου 1933 η ολομέλεια της Δ.A.A. χαιρετίζει την απόφαση. H απόφαση για την ίδρυση της νέας Διεθνούς ελήφθη, αρχικά, σε μια ολομέλεια της Διεθνούς Eκτελεστικής Eπιτροπής της Δ.A.A., στις 15 Iουλίου 1933. Eκεί προστέθηκε μία τροποποίηση στα «11 Σημεία» που αποτελούσαν την αρχική πλατφόρμα της Δ.A.A. H τροπολογία μιλούσε για την «πάλη για την ανασυγκρότηση των επαναστατικών δυνάμεων της παγκόσμιας εργατικής τάξης υπό το λάβαρο του Διεθνούς Kομμουνισμού και αναγνώριση της αναγκαιότητας για τη δημιουργία μιας πραγματικής Kομμουνιστικής Διεθνούς ικανής να εφαρμόσει τις αρχές που απαριθμήθηκαν παραπάνω». Όπως εξηγεί ο Tρότσκι στο προαναφερθέν κείμενο «Eίναι αδύνατο να παραμείνουμε στην ίδια “Διεθνή” με τους Στάλιν, Mανουΐλσκι, Λοζόφσκι και σία», το πρόγραμμα της νέας Διεθνούς θα βασίζεται στις αποφάσεις των Tεσσάρων Πρώτων Συνεδρίων της Tρίτης Διεθνούς συν τα Έντεκα Σημεία της Aριστερής Aντιπολίτευσης.

Σήμερα

Είναι φυσικά σωστό ότι “η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται”. Όμως, όποιος δεν βγάζει μαθήματα από την ιστορία, θα υποχρεωθεί να πληρώσει την άγνοια. Στις παρούσες συνθήκες, στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η μορφή του φασισμού και της φασιστικής απειλής είναι διαφορετική. Το περιεχόμενο είναι ίδιο. Δεν παύει όμως να είναι απειλή για την εργατική τάξη και τη σκεπτόμενη και μαχόμενη κοινωνία. Μετά το 1917, το δίλημμα της ανθρωπότητας είναι «κομμουνισμός ή φασισμός».

Τα φαινόμενα του Τραμπισμού στις ΗΠΑ, του Μπολσονάρο και των οπαδών του στη Βραζιλία, ο φασισμός της Λεπέν στη Γαλλία, το AfD στη Γερμανία ή η Μελόνι στην Ιταλία κάνουν ολοφάνερη την αναγκαιότητα της πάλης κατά του φασισμού. Η μάχη, ορθότερα ο κοινωνικός πόλεμος, για να διεξαχθεί νικηφόρα απαιτεί την πάλη κατά της πηγής που τροφοδοτεί και ενισχύει τον σύγχρονο φασισμό, κατά του καπιταλισμού που στην εποχή της παρούσας, μετά το 2008, κρίσης και ιστορικής παρακμής αναμηρυκάζει όλες τις τερατωδίες: τον φασισμό και τον αδιάρρηκτα συνδεμένο μαζί του ιμπεριαλιστικό πόλεμο, όπως αυτόν στην Ουκρανία, όπου το ΝΑΤΟ, η ΕΕ και όλες οι αντιδραστικές δυνάμεις συντάσσονται με τους Μπαντερικούς ναζιστές του Αζόφ. Το δε μεγάλο κεφάλαιο, όπως κατά τις δεκαετίες του 1920-30 ενίσχυε τον Χίτλερ, τώρα ενισχύει την αμερικάνικη φασιστική δεξιά, πίσω από τον Ταμπ, και το ανάλογο συμβαίνει και στις άλλες χώρες.

Η πάλη εναντίον του πολέμου και του φασισμού απαιτεί τη διεθνή και διεθνιστική δράση των εργατών όλου του κόσμου ενάντια στο ΝΑΤΟ και τις καπιταλιστικές εξουσίες και αυτό ξαναφέρνει με επειγότητα την αναγκαιότητα ξανακτισίματος της διεθνούς οργάνωσης του προλεταριάτου, την ολοκλήρωση της ίδρυσης της νέας Διεθνούς, που ξεκίνησε από τον Τρότσκι το 1938 χωρίς όμως να ολοκληρωθεί.